Δυσκίνητα γρανάζια χρηματοδότησης φρενάρουν την αναπτυξιακή πορεία
Δύο ταχυτήτων είναι η επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με το 30% των εν Ελλάδι ΜμΕ και το 13% αυτών που δραστηριοποιούνται στην Ιρλανδία, την Ιταλία και τις Κάτω Χώρες να θεωρούν την πρόσβαση στη χρηματοδότηση ως το μέγιστο πρόβλημα στην αναπτυξιακή τους πορεία ή ακόμη στον αγώνα τους για επιβίωση, σε σύγκριση με περίπου 7% των ΜμΕ στην Αυστρία, την Φινλανδία και την Γερμανία.
Την ίδια ώρα σύμφωνα σε έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με θέμα «Εμπόδια στην ανάπτυξη των ΜμΕ στην Ευρώπη», όπου αναλύονται λεπτομερώς οι διαδικασίες πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) της Ευρώπης των 28 σε χρηματοδοτήσεις, σε άλλες χώρες που επίσης επλήγησαν καίρια από την οικονομική κρίση, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, αναφέρεται 12% και 11% αντίστοιχα, ενώ στην Σλοβακία μόνο το 8% των ΜμΕ εκφράζουν ανάλογα «παράπονα».
Μάλιστα, Ιρλανδοί, Ισπανοί και Πορτογάλοι εκτιμούν ότι η διαθεσιμότητα των δανείων είναι υψηλότερη από τις ανάγκες τους, ενώ η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που δηλώνει το αντίθετο.
Η θέση της ΕΣΕΕ και οι διαφορές μεταξύ «παλαιών» και «νέων» χωρών – μελών
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης, σχολιάζοντας συνολικά την έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου, υπογραμμίζει πως, παρά τη συνολική μείωση της ανησυχίας των ευρωπαϊκών ΜμΕ για την πρόσβαση στη χρηματοδότηση, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των Αγορών.
Λεπτομερής ανάλυση, περί της δυνατότητας πρόσβασης στην χρηματοδότηση ΜμΕ των «παλαιών» χωρών – μελών της Ένωσης (Ευρώπη των 15) και των «νέων» (Ευρώπη των 13) αποκαλύπτει ότι η ευκολία με την οποία αυτές μπορούν να αποκτήσουν κεφαλαιακούς πόρους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το μακροοικονομικό πλαίσιο, την κατάσταση και τη δομή του τραπεζικού τομέα. Η πρόσβαση σε εξωτερικά κεφάλαια τείνει να είναι πιο εύκολη για τις ΜμΕ που βρίσκονται σε κράτη – μέλη με τα υψηλότερα επίπεδα ανάπτυξης των ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, τις πιο προηγμένες χρηματιστηριακές αγορές, τα πιο αποτελεσματικά νομικά συστήματα ή το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Τράπεζες και χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση – «Κόκκινα» δάνεια
Σύμφωνα με την μελέτη, το σημερινό μακροοικονομικό πλαίσιο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και η δομή του τραπεζικού τομέα, εξακολουθούν να διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των «παλαιών» και των «νέων» χωρών. Άλλωστε οι τράπεζες στις νέες χώρες εξακολουθούν να υστερούν, σε σχέση με αυτές των παλαιών, αφού οι τελευταίες είναι λιγότερο πιθανό να αντιμετωπίσουν μεγάλα εμπόδια εάν δραστηριοποιούνται σε ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες ή σε χώρες με πιο υγιή τραπεζικό τομέα.
Επίσης το επίπεδο της χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης είναι ακόμα χαμηλότερο στις παλαιές χώρες, σε σχέση με τις νέες: Ο δανεισμός του ιδιωτικού τομέα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, διαμορφώθηκε (εκτός από Κύπρο και Μάλτα) σε 64% στις νέες, έναντι 148% στις παλαιές.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ήταν στο 11% στις νέες, σε σύγκριση με το 7% στις παλαιές και αντιμετωπίζουν μεγάλα εμπόδια, εάν βρίσκονται σε ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες ή σε χώρες με πιο υγιή τραπεζικό τομέα.
Στις νέες χώρες, περίπου, το 18% των ΜμΕ λαμβάνουν τραπεζικά δάνεια και το 14% εμπορικές πιστώσεις, ενώ στις παλαιές περίπου 23% των ΜμΕ έχουν τραπεζικό δανεισμό και 20% εμπορικές πιστώσεις.
Η φερεγγυότητα και το «θετικό ιστορικό»
Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ένα προηγούμενο «θετικό ιστορικό» με τραπεζικό δάνειο είναι ευνοϊκό για έναν νέο δανεισμό, αλλά αυτό ισχύει μόνο για τις παλαιές Αγορές, υποδεικνύοντας έτσι ότι οι ΜμΕ στις νέες Αγορές έχουν περισσότερες δυσκολίες δημιουργίας σχέσεων εμπιστοσύνης με τις τράπεζες.
Μια άλλη ερευνητική εργασία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στις παλαιές χώρες της ΕΕ η παρουσία ενός μεγάλου αριθμού ξένων τραπεζών σχετίζεται με τη βελτίωση των αντιλήψεων σχετικά με την πρόσβαση σε τραπεζικά δάνεια, αλλά αυτό δεν είναι τόσο έντονο στις 10 χώρες που προσχώρησαν στην ΕΕ το 2004.
Θέσεις εργασίας – Απασχόληση
Σε ό,τι αφορά τα εμπόδια που μπαίνουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας, τονίζεται ότι στις αρχές του 2016 το γραφείο της ΕΕ Eurofound δημοσίευσε μια σχετική μελέτη για τις ΜμΕ στις 28 χώρες της ΕΕ. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τα εμπόδια μπορεί να είναι τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά.
Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει κυρίως τη διοικητική και θεσμική διάρθρωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος (π.χ. η ρύθμιση των ωρών λειτουργίας των καταστημάτων, η άκαμπτη εργατική νομοθεσία), την τρέχουσα μακροοικονομική κατάσταση (με τη συνακόλουθη μείωση της ζήτησης, την αύξηση των καθυστερήσεων πληρωμών και τη δύσκολη πρόσβαση, φυσικά, σε χρηματοδότηση), τον ανταγωνισμό από μεγαλύτερες ή πολυεθνικές εταιρείες και την παροικονομία, όπως και το υψηλό κόστος εργασίας που συνοδεύεται από χαμηλή διαθεσιμότητα ειδικευμένου εργατικού δυναμικού.
Η τελευταία περιλαμβάνει την οικονομική απόδοση των ΜμΕ, την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού, τη χαμηλή ικανότητα να λειτουργήσουν σε διεθνές επίπεδο και να καινοτομούν, την αναποτελεσματική οργανωτική δομή και την ικανότητα διαχείρισης, την αδυναμία να προσελκύσουν τους εργαζόμενους, καθώς και την έλλειψη κινήτρων και την αρνητική στάση των ιδιοκτητών / διευθυντών. Τα ευρήματα αυτά είναι σε γενικές γραμμές σύμφωνα και με προγενέστερη ανάλυση του 2013 του Ευρωκοινοβουλίου ότι οι ΜμΕ «μπορεί να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας με την προϋπόθεση της διαμόρφωσης σωστών συνθηκών, συμπεριλαμβανομένων της απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών, της πρόσβασης σε χρηματοδότηση, των δεξιοτήτων, των γνώσεων και του ειδικευμένου εργατικού δυναμικού, παραλλήλως και της στήριξης των καινοτόμων προσπαθειών τους».
Κρίση και προστιθέμενη αξία
Η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για το 2015 σημείωνε ότι μετά το 2013 (οπότε η προστιθέμενη αξία των ΜμΕ αυξήθηκε κατά 1,6% και η απασχόληση μειώθηκε κατά 0,5%), οι ευρωπαϊκές ΜμΕ παρουσίασαν βελτιωμένες επιδόσεις το 2014, με την προστιθέμενη αξία να αυξάνεται κατά 3,3% και την απασχόληση κατά 1,2%.
Ωστόσο, σε ορισμένα κράτη – μέλη προέκυψε μείωση της προστιθέμενης αξίας, ενίοτε σε συνδυασμό με τη μείωση της απασχόλησης.
Η εικόνα είναι επίσης σύνθετη όσον αφορά την ανάκαμψη από την κρίση. Από το 2008 έως το 2014, είκοσι κράτη – μέλη παρουσίασαν καθαρή μείωση της απασχόλησης στις ΜμΕ και 4 στις 8 παρουσίασαν διψήφιες απώλειες στις καθαρές θέσεις απασχόλησης.
Είναι σημαντικό ότι πολύ μικρές επιχειρήσεις οι οποίες είναι πιο ευάλωτες στις συνέπειες της κρίσης, στους κύκλους της Αγοράς και τις σφιχτές συνθήκες χρηματοδότησης, παίζουν σχετικά μεγαλύτερο ρόλο στη νότια και ανατολική Ευρώπη σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ των 28.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, τονίζει ο κ. Κορκίδης, η καθαρή μείωση του μέσου όρου απασχόλησης των ΜμΕ συνέβη κυρίως λόγω της μάχης πολύ μικρών επιχειρήσεων να επιβιώσουν.