Την ελάφρυνση του χρέους φέρνει σε πρώτο πλάνο η Eurobank, για να επιτευχθεί η βιωσιμότητά του.
Στην ειδική της έκθεση για το δημόσιο χρέος, η τράπεζα τονίζει την ανάγκη σημαντικής ελάφρυνσης για την αντιμετώπιση των σημαντικών προκλήσεων χρηματοδότησης, με τις οποίες θα έρθει αντιμέτωπη το ελληνικό δημόσιο μετά το 2018.
Οι βασικές στοχεύσεις μια τέτοιας ελάφρυνσης, σύμφωνα με την Eurobank, θα έπρεπε, μεταξύ άλλων, να συμπεριλαμβάνουν:
– Δημιουργία του απαραίτητου δημοσιονομικού χώρου για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας
– Σημαντική εξοικονόμηση πόρων (σε όρους καθαρής παρούσας αξίας) από τη μείωση των δανειακών αναγκών του ελληνικού δημοσίου μεσοπρόθεσμα
Αντιστάθμιση του κινδύνου που πηγάζει από το ενδεχόμενο απρόβλεπτων μεταβολών στα διατραπεζικά επιτόκια Euribor (και τα επιτόκια δανεισμού του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ESM/EFSF) που θα μπορούσαν να επιβαρύνουν σημαντικά το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού δημοσίου χρέους.
Παράλληλα, η τράπεζα εκτιμά ότι η εμπροσθοβαρής εφαρμογή του πακέτου ελάφρυνσης του χρέους θα «μπορούσε να συμβάλει στην ταχύτερη εμπέδωση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας».
Τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης:
Η ανάλυση ενός μακροοικονομικού σεναρίου που είναι, σε γενικές γραμμές, παρόμοιο με αυτό που παρουσιάζεται στην τελευταία έκθεση βιωσιμότητας χρέους του ΔΝΤ (μακροχρόνιος πραγματικός ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 1.2% και πρωτογενές πλεόνασμα 1.5% του ΑΕΠ), επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις του Ταμείου για σημαντική αύξηση των δανειακών αναγκών της γενικής κυβέρνησης και του λόγου χρέους προς ΑΕΠ μέσο-μακροπρόθεσμα (περίπου 60% και 250% το 2060, αντίστοιχα).
Η τιμολόγηση εναλλακτικών σεναρίων επιβεβαιώνει το σημαντικό βαθμό εξάρτησης των ανωτέρω εκτιμήσεων από τις σχετικές υποθέσεις για την εξέλιξη των κύριων μακροοικονομικών μεγεθών, και ιδιαίτερα αυτών για το μακροπρόθεσμο ρυθμό μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας.
Για παράδειγμα, σε σχετικό σενάριο που υποθέτει ελαφρώς υψηλότερο πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης μακροπρόθεσμα (1.5% έναντι 1.2%) και σταθεροποίηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2% του ΑΕΠ από το 2018 και εντεύθεν, οι ετήσιες δανειακές ανάγκες της γενικής κυβέρνησης ακολουθούν ηπιότερη αυξητική πορεία σε βάθος χρόνου, αν και υπερβαίνουν το 20% του ΑΕΠ προς τα τέλη της επόμενης 10ετίας ανερχόμενες στο 44% του ΑΕΠ περίπου το 2060.
Σε ένα ακόμη πιο θετικό σενάριο που υποθέτει επίτευξη του υφιστάμενου στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα (3.5% του ΑΕΠ) από το 2018 και εντεύθεν καθώς και υψηλότερα έσοδα από το πρόγραμμα αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας οι ετήσιες ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της γενικής κυβέρνησης παραμένουν, σε γενικές γραμμές, χαμηλότερες από 20% του ΑΕΠ κατά τη διάρκεια του ορίζοντα πρόβλεψης (2016-2060), καθιστώντας λιγότερο αναγκαία την παροχή ενός μεγάλου πακέτου ελάφρυνσης χρέους από τους ευρωπαίους εταίρους. Σημειώνεται ότι, το ανωτέρω σενάριο βασίζεται σε μακροοικονομικές παραδοχές που έχουν αρκετές ομοιότητες με το βασικό σενάριο που παρουσιάζεται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόοδο που έχει επιτελεσθεί στο πλαίσιο της 1ης αξιολόγησης του υφιστάμενου προγράμματος προσαρμογής της Ελλάδας, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα στα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας.