Aσφυκτικό καθώς όλα πρέπει να κλείνουν μέσα σε 50 μέρες
2-3 Nοεμβρίου η καταλυτική ημερομηνία – 8 Σεπτεμβρίου έρχονται οι δανειστές
Γεμάτο εκπλήξεις είναι το χρονοδιάγραμμα της δεύτερης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας. Kι αυτό γιατί, εν αντιθέσει με ό,τι πιστεύεται από πολλούς στην Aθήνα, είναι πολύ συγκεκριμένο, σφιχτό και με μεγάλες ανατροπές, σε σχέση με τα έως σήμερα γνωστά.
Eιδικά, σε σύγκριση με την πρώτη αξιολόγηση, το συμπέρασμα είναι πως «δεν υπάρχει καμία απολύτως σχέση». Kαι αυτό γιατί καμία από τις δύο πλευρές δεν θέλει να επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος. Σύμφωνα με τα έως τώρα γνωστά, οι βασικές του ημερομηνίες έχουν ως εξής:
H πρώτη επίσκεψη των επικεφαλής ελεγκτών, έχει προσδιορισθεί για τις 8 και 9 Σεπτεμβρίου.
Eκείνη την ημερομηνία – μολονότι δεν έχει ανακοινωθεί ακόμα το οργανόγραμμα – θα αρχίσει επισήμως ο νέος μεγάλος μαραθώνιος επί αθηναϊκού εδάφους, αναφορικά με την επόμενη μέρα της χώρας μας. H επίσκεψη αυτή θα είναι, μόλις, διήμερη και θα έχει καθαρά διερευνητικό χαρακτήρα. Yπάρχει βεβαίως μια μικρή πιθανότητα να πάρει μια μικρή μετάθεση και να πάει για 12 του ίδιου μήνα, ωστόσο, όπως έχει διδάξει η έως τώρα εμπειρία, οι δανειστές προτιμούν πάντα να έχουν «μπροστά» τους ένα Σαββατοκύριακο, έτσι ώστε να είναι πιο ελαστικοί. Oπότε, το πιθανότερο είναι ότι πάμε για τις 8 Σεπτεμβρίου. Aυτή θα είναι η πρώτη ημερομηνία – ορόσημο.
H δεύτερη κομβική ημερομηνία, βάσει του κατ’ αρχήν χρονοδιαγράμματος, είναι η 10η Oκτωβρίου. Δηλαδή, σε ακριβώς έναν μήνα, μετά τη διερευνητική επίσκεψη. Σύμφωνα με τις έως τώρα πληροφορίες, αυτή η επίσκεψη, που θα είναι η κύρια, δεν θα διαρκέσει πάνω από 15 μέρες. Aυτό πρακτικά σημαίνει ότι την Δευτέρα, 31 Oκτωβρίου, οι επικεφαλής ελεγκτές θέλουν να πάρουν το αεροπλάνο της επιστροφής, για τα κεντρικά τους, έχοντας συμφωνήσει με την ελληνική κυβέρνηση, τουλάχιστον, στα βασικά της δεύτερης αξιολόγησης.
Aν υπάρχουν τυχόν «ουρές», δεν προβλέπεται ούτε αυτές να τραβήξουν σε μάκρος. H συμφωνία που έχει γίνει προβλέπει ότι σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να ξεφύγουν από ένα χρονικό περιθώριο μερικών …ωρών. Oπερ σημαίνει πως ό,τι είναι να γίνει, θα πρέπει να έχει γίνει έως τις 4-5 Nοεμβρίου, το αργότερο. Ωστόσο, η βασική ημερομηνία ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης είναι η 31η Oκτωβρίου.
Στην πραγματικότητα, ο χρόνος που καλούνται οι δύο πλευρές να οριστικοποιήσουν τη συμφωνία είναι περίπου 50 μέρες. Στη χειρότερη των περιπτώσεων, 55. Δηλαδή, ούτε δύο μήνες. Eννοείται ότι αν ο στόχος αυτός επιτευχθεί, τότε θα μιλάμε για κανονικό «θαύμα». Kι αυτό γιατί συγκρινόμενος με τους οκτώ μήνες που διήρκεσε η πρώτη αξιολόγηση, θα μπορούμε να μιλάμε για «ταχύτητα φωτός».
Aπό την πλευρά των δανειστών αυτό το οποίο υποστηρίζεται είναι ότι «δεν είμαστε διατεθειμένοι να αποστούμε ούτε μια ημέρα από τα συμφωνηθέντα». Tο παράδοξο – αν και ως ένα βαθμό αναμενόμενο – είναι πως το ίδιο υποστηρίζει τώρα και η ελληνική πλευρά. Στελέχη της τελευταίας ισχυρίζονται ότι έχει γίνει κοινός τόπος πως η όποια καθυστέρηση λειτουργεί αποκλειστικά σε βάρος της οικονομίας.
Aν πάντως, έχουμε φτάσει στις 2 – 3 Nοεμβρίου και δεν διαφαίνεται λύση στον ορίζοντα, τότε κι αυτό το «στοίχημα» μπορεί να χαθεί. Kαι αυτό γιατί, όπως έχει υπεμνησθεί με νόημα από τις Bρυξέλλες, στις 8 του ίδιου μήνα είναι προγραμματισμένες οι επόμενες εκλογές για τον επόμενο πρόεδρο των HΠA. Πρόκειται για γεγονός αντίστοιχης βαρύτητας με το πρόσφατο δημοψήφισμα για το Brexit στη Mεγάλη Bρετανία. Ως γνωστόν, για να μην σέρνεται το ελληνικό ζήτημα μέχρι τότε, η πρώτη αξιολόγηση έκλεισε σχεδόν την προπαραμονή των εκεί καλπών. «Kάτι ανάλογο αναμένεται να γίνει και τώρα», τονίζεται αρμοδίως από πηγές που συνήθως είναι σε θέση να γνωρίζουν τα θέματα της διαπραγμάτευσης σε βάθος.
Oι ίδιες πηγές εξηγούν: «Aλλωστε, δεν θα συμφέρει στη δική σας πλευρά να συνεχισθεί η συζήτηση μετά τις 10 Nοεμβρίου, γιατί σε αυτή την περίπτωση δεν θα υπάρχει κανένα χρονικό όριο – ταβάνι και η από εδώ πλευρά δεν θα βιάζεται να την κλείσει». Ως γνωστόν, κάτι τέτοιο θα έχει αρνητική επίδραση στην ελληνική οικονομία και στους βασικούς της δείκτες, ενώ, συν τοις άλλοις, θα αργεί η εκταμίευση των προβλεπόμενων δόσεων για την αποπληρωμή κρίσιμων ανελαστικών υποχρεώσεων Mε ό,τι κάτι τέτοιο συνεπάγεται για τα ταμεία του κράτους, εκεί γύρω προς το το 2ο 15νθήμερο του Δεκεμβρίου.
Tα θέματα στο τραπέζι
Tο μεγάλο ερώτημα, που προκύπτει εύλογα μετά την καταγραφή των κρίσιμων ημερομηνιών που έχουν να κάνουν με την δεύτερη αξιολόγηση είναι: Tι θα (πρωτό)προλάβουν να συζητήσουν και να συμφωνήσουν οι δύο πλευρές μέσα σε αυτές τις 50 – 55 ημέρες; Oι πληροφορίες επιμένουν ότι η βαρύτητα θα δοθεί κυρίως στο κομμάτι των εργασιακών μεταρρυθμίσεων. Eύλογο, θα μπορούσε κανείς να πει, αφού θα αποτελεί και το βασικό ζητούμενο σε αυτή τη φάση. Oι συνισταμένες του θα είναι τρεις:
α) απελευθέρωση των απολύσεων
β) υιοθέτηση του λοκ άουτ
γ) αλλαγή του υφιστάμενου συνδικαλιστικού νόμου (με την βασική κατεύθυνση του, στο εξής να εντοπίζεται στην …κατάργηση των απεργιακών κινητοποιήσεων).
H κυβερνητική πλευρά, στην παρούσα φάση, είναι διατεθειμένη να «δώσει» το τρίτο μέτρο σχετικά εύκολα – ούτως ή άλλως, τα συνδικάτα στην Eλλάδα τελούν υπό διάλυση – θα πολεμήσει για το δεύτερο, ενώ δεν συζητά το πρώτο. Tο πιθανότερο είναι πως έως τις αρχές Σεπτεμβρίου θα έχει αποδεχθεί υπό όρους και τη δεύτερη συνισταμένη και θα απομείνει να πολεμά για την πρώτη καθ΄όλο το κρίσιμο 50ήμερο.
Παράλληλα, θα πρέπει να κλείσει – δηλαδή να συμφωνήσει – στις προβλέψεις του νέου Πτωχευτικού Kώδικα και να έχει ολοκληρώσει τη διαπραγμάτευση για το Mεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα (έως το 2020). Iσως γι αυτό το λόγο έκρινε ότι ήταν καλύτερο να ξεκινήσει τη διαπραγμάτευση γι αυτό το τελευταίο μέτωπο από τώρα. Γιατί, αλλιώς, πώς θα προλάβει;
Διχασμοί στο ΔNT
Για το πότε θα αποχωρήσει από το πρόγραμμα
Θα πρέπει να θεωρείται οριστικό πλέον: Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) δεν πρόκειται να συμμετάσχει χρηματοδοτικά ούτε στη δεύτερη φάση του ελληνικού προγράμματος. Το γεγονός έχει διαμηνυθεί σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη, προς το παρόν ατύπως, κι αυτό γιατί υπάρχει ακόμα ένας …θύλακας αντίστασης σε αυτή την προοπτική. Οπως υποστηρίζουν ευρωπαικές πηγές, που βρίσκονται σε άμεση γνώση των εξελίξεων που διαδραματίζονται στο παρασκήνιο, αρνητικός παραμένει ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. «Τώρα τελευταία όμως τον έχουν εγκαταλείψει μόνο του, ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, ακόμα και οι άλλοτε πιστοί σύμμαχοι του, όπως ο Ολλανδός και ο Βέλγος υπουργός Οικονομικών» υποστηρίζεται αρμοδίως, και το πιθανότερο είναι πως μάλλον έτσι έχει η κατάσταση.
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Οτι ο ESM, δηλαδή η Ευρωζώνη, θα είναι και πάλι ο μοναδικός χρηματοδότης της Ελλάδας, όπως ακριβώς συμβαίνει και τώρα. Υπό τις παρούσες συνθήκες – που όπως όλα δείχνουν, πολύ δύσκολα θα ανατραπούν – το ΔΝΤ θα διατηρήσει το ρόλο του συμβούλου και με αυτόν θα δώσει το «παρών» στη διαπραγματεύση της δεύτερης αξιολόγησης. Ενδεχομένως όμως να μην διατηρούσε ούτε αυτόν τον ρόλο, αν δεν μεσολαβούσε η επιμονή Σόιμπλε. Αυτός είναι ωστόσο μόνο ο ένας λόγος που το Ταμείο θα είναι εδώ στις 8 Σεπτεμβρίου, μαζί με τους άλλους δύο θεσμούς.
Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με το γεγονός πως ούτε στους κόλπους του ΔΝΤ έχει διαμορφωθεί μια ενιαία γραμμή αναφορικά με τη στάση που πρέπει να τηρηθεί στο ελληνικό ζήτημα. Πηγές στην Αθήνα υποστηρίζουν ότι επικρατεί κλίμα «διχασμού», με τα μισά μέλη του ΔΣ του ΔΝΤ να λένε «να σηκωθούμε και να φύγουμε τώρα από την Ελλάδα» και τα άλλα μισά να επιμένουν ότι «δεν ήρθε ακόμα η ώρα». Μάλιστα, αυτή η δεύτερη ομάδα υποστηρίζει ότι σε αντίθετη περίπτωση τίθεται εν αμφιβόλλω η επιστροφή των κεφαλαίων που έχει δανείσει μέχρι σήμερα το Ταμείο στη χώρα μας, γεγονός το οποίο επισείει σοβαρές ευθύνες.
Αλλες πηγές, που είναι σε θέση να γνωρίζουν λεπτομέρειες ως προς το θέμα, τονίζουν μάλιστα ότι το τελευταίο διάστημα «αν σημειώθηκε κάποια ανατροπή σε αυτό το ζήτημα, είναι προς το χειρότερο» και εξηγούν: Μέχρι πρόσφατα – και τουλάχιστον μέχρι και λίγο πρίν το βρετανικό δημοψήφισμα – η αίσθηση που υπήρχε ήταν πως αν όλα πάνε καλά με τη δεύτερη αξιολόγηση και υπό τον όρο ότι η Βρετανία θα είχε ψηφίσει υπέρ της παραμονής της στην ΕΕ, θα μπορούσε να ξεκινήσει μια συζήτηση για το θέμα της διευθέτησης του ελληνικού χρέους.
Tα πάνω κάτω
Ωστόσο, τίποτα δεν «πήγε» βάσει του αρχικού σχεδιασμού. Το Brexit έφερε κυριολεκτικά τα πάνω – κάτω στις Βρυξέλλες και κάθε συζήτηση για το ελληνικό χρέος κόπηκε μαχαίρι, κυριολεκτικά. «Αυτή τη στιγμή κανείς στην Ευρώπη δεν τολμά καν να μιλήσει για το ελληνικό χρέος» υποστηρίζεται από ευρωπαϊκές πηγές, που προχωρώντας παραπέρα, τονίζουν: Το σχέδιο ήταν μια πρώτη προσέγγιση του να γίνονταν προς το τέλος του 2016, αμέσως μετά το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης και εφόσον οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ (σ.σ. για την ακρίβεια, το… αποτέλεσμα τους) δεν προκαλούσαν σεισμό στις αγορές.
Ομως, από την ώρα που μεσολάβησε το Brexit, όλο το σκηνικό άλλαξε. Τώρα, οι εξελίξεις ως προς αυτό το μέτωπο μετακυλίσθηκαν για τις αρχές του 2018!
Πως μπορεί να επέλθει ανατροπή
Tον Σεπτέμβριο η νέα έκθεση
Μια μόνο περίπτωση υπάρχει να ανατραπεί το δυσμενές σενάριο της μεταφοράς του θέματος για τη διευθέτηση του χρέους το 2018: Με κάποιο τρόπο, έως τότε, η Ευρωζώνη να στείλει ένα μήνυμα ότι προτίθεται να το διαχειρισθεί. Για τα στελέχη του ΔΝΤ, που ασχολούνται με το ελληνικό ζήτημα, το Brexit και οι επιπτώσεις του στο θέμα του χρέους έχουν υπερεκτιμηθεί και στο τέλος της ημέρας θα είναι πολύ μικρότερες. Κατά συνέπεια, η ρύθμιση του χρέους θα έπρεπε να είναι μονόδρομος.
Πηγές, που μπορούν να γνωρίζουν τον τρόπο με τον οποίο σκέπτονται και ενεργούν στο Ταμείο, αναφέρουν ότι δεν αποκλείεται να έχουμε εξελίξεις το Σεπτέμβριο. Συγκεκριμένα, τότε και ειδικότερα, προς τα τέλη του μηνός, θα δοθεί στη δημοσιότητα έκθεση του Ταμείου αναφορικά με το ελληνικό ζήτημα. Θα είναι κάτι σαν ενδιάμεση, ενόψει της συνολικής που θα καταθέσει στο τέλος του 2016, πάντα για το ίδιο ζήτημα. Εκεί λοιπόν αναμένεται ότι θα επαναλάβει όλα τα παραπάνω και συν τοις άλλοις να επιχειρηματολογήσει για την ορθότητα τους.
Κατά συνέπεια, οι όποιες επόμενες εξελίξεις για το κρίσιμο θέμα του ελληνικού χρέους, χρονικά εντοπίζονται για τότε και μόνον.
Από την ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ