Την αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης να παταχθεί η φοροδιαφυγή εξέφρασε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Τρύφων Αλεξιάδης.
«Η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής αποτελεί πρώτη προτεραιότητα για την κυβέρνηση. Έχουμε ανοικτό μέτωπο στα θέματα διαφθοράς, δεν θα χαριστούμε σε κανένα, αλλά ούτε θα αφήσουμε τους ελεγκτικούς μηχανισμούς ανυπεράσπιστους. Η κυβέρνηση έχει την πολιτική βούληση για σύγκρουση, ώστε να επιτύχει τα καλύτερα αποτελέσματα».
Ο κ. Αλεξιάδης κατηγόρησε την αντιπολίτευση ότι ασκεί συνέχεια κριτική, χωρίς να καταθέτει προτάσεις και πρόσθεσε ότι αντίθετα με «τα όσα προέβλεπαν διάφορες Κασσάνδρες» όπως ανέφερε, τα κρατικά έσοδα το πρώτο εξάμηνο ήταν 954 εκατ. ευρώ πάνω από το στόχο του προϋπολογισμού και 180 εκατ. ευρώ πάνω από το στόχο επιστροφής φόρου.
«Είτε το θέλετε είτε όχι τα νούμερα σας διαψεύδουν» είπε ο κ. Αλεξιάδης.
Σε ότι αφορά το άρθρο 40, είπε ότι οι αλλαγές ήταν αναγκαίες, γιατί με τις προηγούμενες διατάξεις οι φορολογούμενοι είχαν τη δυνατότητα να επιτυγχάνουν μειώσεις των προστίμων και πρόσθεσε ότι στην περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει αντιρρήσεις, μπορεί να προσφύγει στις υπάρχουσες αρχές διαμεσολάβησης.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών αναφέρθηκε επίσης στην υπόθεση της επιχείρησης στην Καβάλα, η οποία είχε συζητηθεί στις 15 Ιουλίου, κατά τη διάρκεια του κοινοβουλευτικού ελέγχου, μετά από επίκαιρη ερώτηση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Ανδρέα Λοβέρδου.
Ο κ. Αλεξιάδης έκανε λόγο για προσπάθεια στοχοποίησής του, με αφορμή το γεγονός ότι κατάγεται από την Καβάλα, ενώ απευθυνόμενος προς τον κ. Λοβέρδο, διερωτήθηκε: «Με ποιον είστε; Με την επιχείρηση που έχει προβλήματα εικονικών τιμολογίων ή με τους ελεγκτές που έκαναν τη δουλειά τους;», ενώ άφησε αιχμές ότι υπάρχουν πολιτικά πρόσωπα και πρώην υπουργοί που εμπλέκονται στην υπόθεση.
Αναφερόμενος στις αλλαγές στο σύστημα ιχνηλασιμότητας των καπνικών προϊόντων, που θα δίνει στις ελεγκτικές αρχές την παρακολούθηση βήμα- βήμα της διακίνησής του, σημείωσε ότι στο θέμα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων ελήφθησαν υπόψη όλες οι προβλέψεις της ελληνικής και της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.