Στο Συμβούλιο της Επικρατείας προσέφυγε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτικών Συνταξιούχων, η οποία εκπροσωπεί τους συνταξιούχους του δημοσίου τομέα και στρέφεται κατά του νόμου 4387/2016 και των υπουργικών αποφάσεων με τις οποίες αναπροσαρμόζονται οι κύριες και οι επικουρικές συντάξεις.
Ο επίμαχος νόμος εισάγει την εθνική και την ανταποδοτική σύνταξη και προβλέπει παράλληλα τον τρόπο καταβολής της και την πηγή χρηματοδότησής της. Εισάγεται περαιτέρω περικοπή των επικουρικών συντάξεων, στην περίπτωση που, μετά τον επανυπολογισμό τους, το άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης, υπερβαίνει το ποσό των 1.300 ευρώ.
Η ΠΟΠΣ επικαλείται την νομολογία του ΣτΕ (αποφάσεις 2287-2290/2015) με τις οποίες είχαν κριθεί αντισυνταγματικές οι μειώσεις των κύριων και επικουρικών συντάξεων που έγιναν με τους νόμους 4051 και 4093/2016, καθώς δεν είχε προηγηθεί μελέτη επιπτώσεων των μέτρων που ελήφθησαν, στην βιωσιμότητα των ασφαλιστικών φορέων και στο επίπεδο διαβίωσης των συνταξιούχων.
Η ΠΟΠΣ επισημαίνει ότι η κυβέρνηση, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, όχι μόνο αγνόησε τις αποφάσεις της Ολομέλειας του ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου, αλλά μείωσε περαιτέρω τις συντάξεις κατά παράβαση των συνταγματικών αρχών της αναλογικότητας και της ισότητας στην κατανομή των δημοσίων βαρών, και παραβίασε την προστατευόμενη αξία του ανθρώπου και το δικαιώματος του στην περιουσία, στην έννοια της οποίας (περουσίας) περιλαμβάνεται και η σύνταξη, η οποία προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Ακόμη, η ΠΟΠΣ αναφέρει ότι οι επίμαχες υπουργικές αποφάσεις είναι αντίθετες στο άρθρο 22 του Συντάγματος, καθώς απαγορεύουν κάθε χρηματοδότηση των Ταμείων Επικουρικής Ασφάλισης από τον κρατικό προϋπολογισμό, παραγνωρίζοντας έτσι τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της επικουρικής ασφάλισης και την υποχρέωση του κράτους να συμβάλει στην χρηματοδότηση των φορέων αυτών προς κάλυψη των ελλειμμάτων τους.