Ολοένα και πιο απαισιόδοξοι εμφανίζονται οι έλληνες καταναλωτές, ένα χρόνο μετά την προσφυγή της χώρας στο μηχανισμό στήριξης.
Η αβεβαιότητα για παραμέτρους της οικονομικής πολιτικής που αγγίζουν την καθημερινότητα των καταναλωτών εμμένει και χαρακτηρίζει το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον, με αποτέλεσμα η ευρεία πλειονότητα των καταναλωτών να δυσπιστεί απέναντι στη δυνατότητα ανάκαμψης της οικονομίας.
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιδρύματος Οικονομικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) μετά από ένα τρίμηνο ανοδικής πορείας, υποχωρεί τον Απρίλιο και διαμορφώνεται στις -70 μονάδες (από -66,2 μονάδες). Οι Έλληνες καταναλωτές διατηρούν σταθερά, για περισσότερο από έναν χρόνο πλέον, την πρωτιά της απαισιοδοξίας, ενώ ακολουθούν, με διαφορά όμως άνω των 25 μονάδων, η Ρουμανία και η Πορτογαλία.
Δυσμενέστερες οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών
Οι προβλέψεις των Ελλήνων καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους προσεχείς 12 μήνες υποχωρούν κατά 3,5 μονάδες τον Απρίλιο και ο σχετικός δείκτης διαμορφώνεται στις -58,4 μονάδες, στη χειρότερη επίδοση του τελευταίου τριμήνου. Το ποσοστό των Ελλήνων καταναλωτών που κρίνει ότι το επόμενο διάστημα η οικονομική του κατάσταση θα επιδεινωθεί ελαφρά ή αισθητά αυξάνεται στο 77% (από 69%), ενώ μειώνεται στο 5% (από 7%) το ποσοστό εκείνων που αναμένουν ελαφρά ή αισθητή βελτίωση. Οι σχετικοί δείκτες της ΕΕ και της Ευρωζώνης περιορίζονται στις -8,8 και -7,3 μονάδες.
Επιδείνωση των προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση της χώρας
Οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12-μηνο επιδεινώνονται επίσης τον Απρίλιο, μετά από ένα τρίμηνο ήπιας βελτίωσης και διαμορφώνονται στις -71,6 μονάδες (από -65). Τέσσερις στους πέντε καταναλωτές προβλέπουν μικρή ή μεγάλη επιδείνωση, ενώ το ποσοστό εκείνων που αναμένει ελαφρά ή αισθητή βελτίωση περιορίζεται στο 6% (από 8%). Οι σχετικοί δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη επιδεινώνονται σημαντικά, στις -17,8 και -14,4 μονάδες αντίστοιχα.
Περαιτέρω υποχώρηση της πρόθεσης για αποταμίευση
Πτώση για δεύτερο κατά σειρά μήνα καταγράφεται στην πρόθεση για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -64,7 μονάδες (από -60,2), στη δυσμενέστερη επίδοση του τελευταίου τετραμήνου. Οι Έλληνες καταναλωτές, σε ποσοστό 68% (από 62%) δεν θεωρούν καθόλου πιθανή την αποταμίευση το επόμενο 12μηνο, ενώ το 16% το τελευταίο δίμηνο (από 18%) τη θεωρεί αρκετά ή πολύ πιθανή. Οι σχετικοί δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη περιορίζονται οριακά, στις -6,2 και -8,1 μονάδες αντίστοιχα.
Κλιμακώνεται η ανασφάλεια για την ανεργία
Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες βαίνουν ελαφρώς δυσμενέστερες τον Απρίλιο, με το σχετικό δείκτη να κινείται στις +85,2 μονάδες. Το συντριπτικό 93% των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή αύξηση της ανεργίας εντός 12μήνου, όταν οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη υποχωρούν εκ νέου, στις +22,9 και +16,6 μονάδες.
Οριακή άνοδος της πρόθεσης για μείζονες αγορές
Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών, κ.λπ.) καταγράφει οριακή άνοδο για τρίτο διαδοχικό μήνα, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -63,5 μονάδες (από -64,8). Το ποσοστό των Ελλήνων καταναλωτών που προβλέπει ότι θα προβεί σε λίγο ή πολύ περισσότερες δαπάνες το επόμενο διάστημα διπλασιάζεται στο 8%, με την πλειονότητα (60%) να δηλώνει και πάλι ότι οι σχετικές δαπάνες του θα είναι πολύ λιγότερες. Σε ΕΕ και Ευρωζώνη, οι σχετικοί αρνητικοί δείκτες διευρύνονται και πάλι, οριακά, στις -25,5 μονάδες αμφότεροι.
Μικρή ενίσχυση των πληθωριστικών προσδοκιών
Οι πληθωριστικές προβλέψεις των τιμών κινούνται ελαφρώς ανοδικά τον Απρίλιο, με το σχετικό δείκτη προβλέψεων των τιμών τους προσεχείς 12 μήνες να κινείται στις 35,5 μονάδες, στην υψηλότερη τιμή του εξαμήνου. Τρεις στους πέντε καταναλωτές αναμένουν άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό, ενώ το 18% (από 15%) προσδοκά σταθερότητα. Στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, οι σχετικοί δείκτες διαμορφώνονται πλησίον του ελληνικού, στις +31,9 και +30,7 μονάδες αντίστοιχα.
Τρεις στους πέντε καταναλωτές δηλώνουν ότι “μόλις τα βγάζουν πέρα”
Σχετικά με την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τον Απρίλιο, το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που αναφέρει ότι έχει αυξήσει λίγο ή πολύ την αποταμίευσή του κυμαίνεται στο 18-19% το τελευταίο δίμηνο, ενώ τρεις στους πέντε καταναλωτές αναφέρουν ότι “μόλις τα βγάζουν πέρα”. Όσοι δηλώνουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους παραμένουν στο 8% για τρίτο μήνα, ενώ όσοι αναφέρουν ότι έχουν χρεωθεί επίσης δεν μεταβάλλονται από το 14%.
Τον Απρίλιο, στην έρευνα καταναλωτών εξετάζονται τρία επιπρόσθετα ζητήματα που μετρούνται σε τριμηνιαία βάση και τα οποία εξειδικεύουν ακόμα περισσότερο την πρόθεση για μείζονες αγορές διαρκών καταναλωτικών αγαθών (αυτοκίνητο, κατοικία) και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως πρόδρομοι δείκτες για την ιδιωτική κατανάλωση. Αναλυτικότερα:
– Τον Απρίλιο, η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου εντός των επόμενων 12 μηνών καταγράφει νέο ιστορικά χαμηλό ρεκόρ, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -89,2 μονάδες. Ο αντίστοιχος δείκτης κινείται ελαφρώς πτωτικά στην ΕΕ, στις 75,5 μονάδες και παραμένει στα ίδια επίπεδα στην Ευρωζώνη (-78,9 μονάδες). Το ποσοστό των Ελλήνων καταναλωτών που δηλώνει ότι είναι πιθανό να προβεί σε αγορά αυτοκινήτου το επόμενο 12μηνο περιορίζεται από 6% σε 4%.
– Η πρόθεση για αγορά ή κατασκευή κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών κινείται επίσης πτωτικά και διαμορφώνεται κοντά στην ιστορικά χαμηλή επίδοση του προηγούμενου Οκτωβρίου, στις -92,6 μονάδες (από -91 μονάδες στη μέτρηση Ιανουαρίου). Η επίδοση αυτή πάντως προσεγγίζει τις μέσες ευρωπαϊκές τιμές, οι οποίες βελτιώνονται οριακά τον Απρίλιο (-89,2 και -90,1 μονάδες αντίστοιχα σε ΕΕ και Ευρωζώνη). Από τα ελληνικά νοικοκυριά, μόλις το 1% δηλώνει με βεβαιότητα ότι θα προβεί σε αγορά/ κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο, ενώ το 2% κρίνει ότι ίσως και να προβεί σε ανάλογη δαπάνη.
– Μικρή άνοδο σημειώνει η πρόθεση πραγματοποίησης σημαντικών δαπανών για βελτίωση / ανανέωση της κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -78 μονάδες (από -80,7) και το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που δηλώνουν αρκετά ή πολύ πιθανό να πραγματοποιήσουν σημαντικές σχετικές δαπάνες το επόμενο διάστημα να αυξάνεται στο 9% (από 7%). Οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί δείκτες επίσης βελτιώνονται, αλλά διαμορφώνονται σημαντικά υψηλότερα, στις -57,7 και -60 μονάδες σε ΕΕ και Ευρωζώνη αντίστοιχα.
Διαβάστε επίσης: Πτώση του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα