Κριτική στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα ασκεί ο βραβευμένος με Νόμπελ Οικονομίας Τζόζεφ Στίγκλιτς.
Κακής σύλληψης και υπό την επιρροή της «νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας», το ευρώ είναι η αιτία πολλών κακών στην ευρωζώνη, όπως η οικονομική στασιμότητα, η υψηλή ανεργία ή η άνοδος της ακροδεξιάς, εκτιμά ο Τζόζεφ Στίγκλιτς.
«Όταν οι κανόνες είναι κακοί, πρέπει να τους αλλάξουμε, διαφορετικά κινούμαστε προς την καταστροφή», λέει ο οικονομολόγος και συγγραφέας του «Ευρώ: πώς το κοινό νόμισμα απειλεί το μέλλον της Ευρώπης», σε συνέντευξή του στο Γαλλικό Πρακτορείο (AFP).
Ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας εμφανίζεται πολύ επικριτικός απέναντι στην ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική. «Με εσφαλμένα οικονομικά μοντέλα, έχουμε αναγκαστικά κακή διάγνωση και κακή θεραπευτική αγωγή», λέει.
Μετά την εισαγωγή του ευρώ , «οι οικονομολόγοι περίμεναν το πρώτο σοκ για να θέσουν σε δοκιμασία το νόμισμα. Έγινε το 2008 και οι συνέπειες ήσαν καταστροφικές», λέει ο αμερικανός οικονομολόγος που συγκρίνει το συμπέρασμά του με τη ματιά του Alexis de Tocqueville στις Ηνωμένες Πολιτείες στις αρχές του 19ου αιώνα.
Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς επικρίνει τους κανόνες, κυρίως το ακλόνητο 3% του δημοσιονομικού ελλείμματος «που έχει πέσει από τον ουρανό» και δεν βασίζεται «σε καμία οικονομική θεωρία». « Ο Θεός διαβιβάζει τις Δέκα Εντολές στο Όρος Σινά, αλλά τους κανόνες που διέπουν το ευρώ τους εισάγουν κοινά ανθρώπινα όντα», σχολιάζει ειρωνικά ζητώντας την αναθεώρηση των κανόνων αυτών.
«Αυτή η ιδέα ότι η λιτότητα μας επιτρέπει να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη και την ευημερία απορρίπτεται σήμερα από τους περισσότερους οικονομολόγους και ακόμη και από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Δυστυχώς, εξακολουθεί να αποτελεί κυρίαρχη αντίληψη στους κόλπους της γερμανικής κυβέρνησης και ειδικότερα στο εσωτερικό του υπουργείου Οικονομικών», εξανίσταται προτείνοντας να στείλει ένα αντίτυπο του βιβλίου του στον γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
«Είμαι βέβαιος ότι το βιβλίο μου δεν θα τον πείσει», λέει γελώντας αυτός που καταγγέλλει από τις σελίδες του αυτό που παρουσιάζει ως «νεοφιλελεύθερη ιδεολογία» στους κόλπους της ΕΕ.
Κι ο ορισμός του για τη λέξη «ιδεολογία» δεν αφήνει καμία αμφιβολία. «Πρόκειται για μία δοξασία που δεν είναι αναγκαστικά βασισμένη σε αποδείξεις», εξηγεί υπενθυμίζοντας ότι η λιτότητα απέτυχε κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, στη συνέχεια στην Ασία και την Αργεντινή. «Και τώρα και στην Ευρώπη!».
«Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει αντλήσει τα διδάγματα αυτού του παρελθόντος και αναγνωρίζει ότι έκανε λάθος», λέει. Αντίθετα, είναι κατάπληκτος που σήμερα ακόμη στην Ευρώπη υπάρχουν κυβερνήσεις, όπως αυτή της Αγγελα Μέρκελ, που επιμένουν να απαιτούν πολιτικές δημοσιονομικής προσαρμογής «ασύμβατες με τις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η ευρωζώνη».
Για τον Στίγκλιτς, τα σφάλματα ανάγονται στις καταβολές του ευρώ. Οι Ευρωπαίοι «έβαλαν το κάρο μπροστά από τα βόδια» εισάγοντας το κοινό νόμισμα χωρίς τη δημιουργία των αναγκαίων για τη διαχείρισή του θεσμών.
Ακόμη χειρότερα, «το κοινό νόμισμα στέρησε από τα κράτη δύο μηχανισμούς προσαρμογής, τους πιο σημαντικούς: τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και τα επιτόκια. Οι χώρες είναι δεμένες χειροπόδαρα και δεν διαθέτουν περιθώρια ελιγμών παρά στη δημοσιονομική πολιτική. Το ίδιο ισχύει για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που δεν πρέπει να επικεντρώνεται παρά στον πληθωρισμό», εξανίσταται πάλι.
Ο Στίγκλιτς ζητεί να υπάρξει αντίδραση για να μην κινδυνεύσει το ευρωπαϊκό σχέδιο. «Το ευρώ είναι ίσως καλό για λίγους ανθρώπους και για τους τραπεζίτες, αλλά δεν είναι για τους κοινούς πολίτες. Η κοινωνία βρίσκεται σε στασιμότητα, δεν αναπτύσσεται, γεγονός που δίνει ώθηση στα κόμματα της άκρας αριστεράς».
Στο βιβλίο του, ο Στίγκλιτς προτείνει σειρά λύσεων για την έξοδο της Ευρώπης από το αδιέξοδο. Αυτή που προτιμά είναι η δημιουργία εκείνων των θεσμών που έχει ανάγκη η ευρωζώνη για την καλή λειτουργία της, όπως μία Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία «δεν θα περιορίζεται στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού, αλλά θα επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση της ανεργίας και στην ανάπτυξη».
Εάν οι χώρες δεν αποδεχθούν «περισσότερη Ευρώπη», τότε προτείνει άλλες πίστες: το ευκολότερο θα ήταν η έξοδος της Γερμανίας από το ευρώ, πράγμα που θα καθιστούσε τις άλλες χώρες περισσότερο ανταγωνιστικές χάρις στην υποτίμηση του κοινού νομίσματος.
Διαφορετικά, δεν μένει παρά ένα φιλικό διαζύγιο, με τη δημιουργία « δύο ή και τριών νομισματικών ζωνών» εν αναμονή της δημιουργίας των αναγκαίων θεσμών…