Απόλυτα ρεαλιστική θεωρεί η Eurobank την εκτίμηση του προσχεδίου προϋπολογισμού για πρωτογενές πλεόνασμα 0,6% του ΑΕΠ το 2016, ενώ σε ό,τι αφορά το στόχο του νέου προϋπολογισμού για πρωτογενές πλεόνασμα 1.8% του ΑΕΠ το 2017 (αλλά και του στόχου του προγράμματος για το 2018), η επιτευξιμότητά τους θεωρείται επίσης εφικτή, υπό την προϋπόθεση σημαντικής ανάκαμψης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας το επόμενο διάστημα.
Όπως αναφέρει η τράπεζα σε μελέτη της για το προσχέδιο του προϋπολογισμού, η εκτίμηση για πρωτογενές πλεόνασμα 0,6% το 2016 είναι ρεαλιστική, λαμβάνοντας υπ’ όψιν:
-τα ενθαρρυντικά στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2016,
-τα νέα δημοσιονομικά μέτρα που νομοθετήθηκαν την άνοιξη του 2016,
-τις θετικές επιπτώσεις στα φορολογικά έσοδα από την αυξημένη χρήση πλαστικού χρήματος ως αποτέλεσμα της εφαρμογής κεφαλαιακών ελέγχων τον Ιούνιο 2015,
-την εντατικοποίηση των ελέγχων για πάταξη της φοροδιαφυγής ιδιαίτερα σε τουριστικές περιοχές,
-την εφαρμογή σειράς θεσμικών παρεμβάσεων όπως η αναδιοργάνωση του συνολικού πλαισίου λειτουργίας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων
-τις προσδοκίες για ύφεση το 2016 σχετικά ηπιότερη του αναμενομένου.
Οι οικονομολόγοι της τράπεζας παρατηρούν ότι το μεγαλύτερο μέρος των νέων δημοσιονομικών μέτρων για την περίοδο 2016-2018 έχουν ήδη νομοθετηθεί ως προαπαιτούμενες δράσεις για την ολοκλήρωση της πρώτης επισκόπησης του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής τον Μάιο, με την εξέλιξη αυτή, όπως σημειώνουν, να περιορίζει το περιθώριο σημαντικών αποκλίσεων από τους συμφωνηθέντες δημοσιονομικούς στόχους.
Προειδοποιούν ωστόσο ότι το πραγματικό πρόβλημα εντοπίζεται στην επιτευξιμότητα των δημοσιονομικών στόχων την περίοδο μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος (δηλαδή για επίτευξη ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα). Κατά τους αναλυτές της Eurobank, οι ανωτέρω στόχοι κρίνονται υπερβολικά αισιόδοξοι για μια χώρα όπως η Ελλάδα που έχει ιδιαίτερα πληγεί από την πρωτόγνωρη πολυετή ύφεση. Σύμφωνα με την τράπεζα, το ερώτημα που εγείρεται είναι το πώς μπορεί να διασφαλισθεί δημοσιονομική βιωσιμότητα παράλληλα με την εξασφάλιση επαρκών περιθωρίων (fiscal space) που θα επέτρεπαν την επιστροφή σε βιώσιμους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης.