Τι λένε στις Βρυξέλλες για την πορεία των ελληνικών μεταρρυθμίσεων και τι σημαίνει το κόψιμο της δόσης στην μέση
Η απόφαση για κοπή στα δύο της δόσης των 2,8 δισ. ευρώ, σε μια συγκυρία κατά την οποία η ελληνική Οικονομία ασφυκτιά, δεν είναι απότοκο μόνον «τεχνικής» θεώρησης ή απόφασης εδραιωμένης μόνον σε τεχνοκρατικές αναλύσεις. Τουναντίον, τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στο Μαξίμου, θεωρείται ως ζήτημα μείζονος σημασίας, καθώς αντανακλά μια γενικότερη «πολιτική» στάση των δανειστών.
Αυτό που κυρίως εντείνει το κλίμα ανησυχίας είναι πως, κατά τα φαινόμενα, το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης δεν θα είναι τόσο εύκολο όσο η κυβέρνηση αρέσκεται να διαδίδει ούτε και θα σημειωθεί μέσα σε ανεκτά χρονικά περιθώρια. Κύκλοι από το Μαξίμου δείχνουν την ανησυχία τους σχετικά με το ζήτημα διευθέτησης του εξωτερικού χρέους της χώρας, ιδίως μετά το «άνοιγμα των χαρτιών» του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος δήλωσε ευθαρσώς ότι οι όποιες αποφάσεις για το ελληνικό χρέος θα ληφθούν μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές της Γερμανίας [βλ. σχετικά: «Ο Σόιμπλε ξέρει, το χρέος δεν είναι βιώσιμο»].
Το κλίμα επιδεινώνουν δημοσιεύματα γερμανικών εφημερίδων, που επαναφέρουν στο προσκήνιο το σενάριο του γερμανικού ΥΠΟΙΚ για συναινετικό Grexit, με αντάλλαγμα το «κούρεμα» του χρέους. Ωστόσο αυτές οι ενέργειες, που δεν ωφελούν καθόλου τα ελληνικά συμφέροντα, είναι οφθαλμοφανές ότι εστιάζουν στην δημιουργία αρνητικού κλίματος, καθώς οι Θεσμοί δεν έδειξαν κάποιον προβληματισμό την προηγούμενη εβδομάδα, αλλά στην συνέχεια οι δανειστές άρχισαν να «σκαλίζουν» ίσως… ανύπαρκτα εμπόδια στην ελληνική προσπάθεια για προσαρμογή.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα κοινοτικής επικαιρότητας «Politico», μπορεί ο πρόεδρος του Eurogroup και λοιποί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι να εμφανίστηκαν καθησυχαστικοί, σημειώνοντας ότι η καθυστέρηση στην εκταμίευση του 1,7 δισ. ευρώ συνδέεται με τεχνικά ζητήματα που αναμένεται να έχουν επιλυθεί έως τα τέλη του μήνα, ωστόσο ενδέχεται τα τεχνικά αυτά ζητήματα να υποκρύπτουν νέα ή απροσδόκητα προβλήματα στη διαχείριση των οικονομικών της ελληνικής κυβέρνησης.
Το πρώτο πρόβλημα, όπως τονίζει το «Politico», αφορά ενδεχομένως στις ληξιπρόθεσμες οφειλές του ελληνικού Δημοσίου, υπό την έννοια ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να δείξει ότι προχωρά στην αποπληρωμή τους και από ίδιους πόρους και όχι μόνο μέσω της ευρωπαϊκής βοήθειας. Ένα δεύτερο πρόβλημα ενδέχεται να αφορά τις μεταρρυθμίσεις, καθώς αξιωματούχοι της Ε.Ε. εξακολουθούν να διατηρούν αμφιβολίες ως προς την πλήρη εκπλήρωση των 15 προαπαιτούμενων, μολονότι, όπως σχολιάζει το δημοσίευμα, η ελληνική κυβέρνηση συνεχίζει να υποστηρίζει ότι η επιβαλλόμενη πολιτική λιτότητας και η άρνηση της Γερμανίας να εξετάσει την ελάφρυνση του χρέους αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα και όχι η έλλειψη μεταρρυθμίσεων από ελληνικής πλευράς.
Το δημοσίευμα καταλήγει σημειώνοντας τη γνωστή προβληματική σχετικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, καθώς και τη θέση του προέδρου του Eurogroup ότι «δεν πρόκειται να ανοίγει εκ νέου τη συζήτηση για το χρέος στο Eurogroup κάθε μήνα». Η καθυστέρηση, ωστόσο, στην επίτευξη συναίνεσης σχετικά με ένα σχέδιο μακροπρόθεσμης βοήθειας προς την Ελλάδα υποκρύπτει διάφορους κινδύνους, καθώς ενδέχεται να χαθεί η ευκαιρία όταν η οικονομία της χώρας κάνει οριστικά στροφή προς την ανάπτυξη, τονίζει. Σε κάθε περίπτωση, χθες στο Λουξεμβούργο απεφεύχθη ένα ακόμα δράμα γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα, καταλήγει το δημοσίευμα.
Η ιστοσελίδα «EurObserver» άλλωστε παραθέτει την άποψη ευρωπαϊκών πηγών, σύμφωνα με τις οποίες η δεύτερη αξιολόγηση αναμένεται να είναι ευκολότερη από την πρώτη και να έχει ολοκληρωθεί έως τα τέλη του έτους. Ωστόσο, αναφέρεται και στην προβληματική σχετικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, καθώς και στις ανησυχίες που εκφράζονται στις Βρυξέλλες σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας, συναρτώντας το θέμα με τη ροή ξένων επενδύσεων, η οποία προς το παρόν κρίνεται ως «απογοητευτική».
Πώς τα ληξιπρόθεσμα μπλόκαραν τη δόση
Στο οικονομικό επιτελείο πάντως δεν ανησυχούν τόσο για την καθυστέρηση στην εκταμίευση του 1,7 δισ. ευρώ καθώς εκτιμούν ότι τα στοιχεία θα είναι διαθέσιμα μέχρι το Euro Working Group της 24ης Οκτωβρίου και θα επιτρέψουν στον ESM να αποδεσμεύσει το σύνολο των 2,8 δισ. ευρώ το αργότερο μέχρι το τέλος του μήνα.
Κυβερνητικά στελέχη εμφανίζονται όμως ιδιαίτερα προβληματισμένα καθώς εκτιμούν ότι το πάγωμα μιας ένεσης ρευστότητας που ισοδυναμεί με περίπου 1% του ΑΕΠ μπορεί να αποτελεί προαναγγελία «θύελλας» εν όψει και της έναρξης της διαπραγμάτευσης για τη β’ αξιολόγηση τη Δευτέρα. Ο κατάλογος των προαπαιτούμενων που πρέπει να κλείσουν μέσα στον Νοέμβριο περιλαμβάνει 10άδες θέματα.
Εκτιμάται, λοιπόν, ότι αν η πλευρά των θεσμών αλλά και των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης εξακολουθήσει να αντιμετωπίζει με τέτοια καχυποψία την ελληνική πλευρά, είναι εξαιρετικά πιθανό να υπάρξουν σημαντικότατες καθυστερήσεις στη διαδικασία της β’ αξιολόγησης.
Μόλις την προηγούμενη Κυριακή, μία ημέρα πριν από το κρίσιμο Eurogroup, ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος παραδεχόταν ότι τα στοιχεία του τέλους Σεπτεμβρίου για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών δεν ήταν ακόμη διαθέσιμα για να αποδειχθεί ότι η Ελλάδα έχει εκπληρώσει την υποχρέωση αποπληρωμών, ωστόσο προσέθεσε -εσφαλμένα όπως αποδείχτηκε μια ημέρα αργότερα- ότι αυτό δεν θα αποτελούσε πρόβλημα. Το ίδιο στέλεχος εκτίμησε ότι έχει απορροφηθεί το 104%-105% του ποσού, κάτι που σημαίνει ότι έχει ξεπεραστεί ο στόχος πληρωμής των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων για το τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου. Υπενθυμίζεται ότι με τη δόση του Ιουνίου, ύψους 7,5 δισ. ευρώ, εκταμιεύτηκαν 1,8 δισ. ευρώ για την πληρωμή υποχρεώσεων.
Όπως αναφέρεται στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού που κατατέθηκε στις 3 Οκτωβρίου, το Υπουργείο Οικονομικών είχε πιστώσει στους λογαριασμούς των φορέων της γενικής κυβέρνησης το ποσό του 1,849 δισ. ευρώ για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών. Εξ αυτών, 502 εκατ. ευρώ δόθηκαν στα ασφαλιστικά ταμεία, 587 εκατ. ευρώ στα νοσοκομεία, 257 εκατ. ευρώ σε νομικά πρόσωπα και ΔΕΚΟ και 30 εκατ. ευρώ στους δήμους, ενώ 474 εκατ. ευρώ πιστώθηκαν σε λογαριασμούς κρατικών φορέων.
Μέχρι τον Αύγουστο είχαν πληρωθεί 1,443 δισ. ευρώ, σύμφωνα πάντοτε με τα στοιχεία του προσχεδίου. Από τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου θα πρέπει να προκύψει ότι πληρώθηκαν και τα υπόλοιπα 406 εκατ. ευρώ. Εκκρεμούσαν πληρωμές περίπου 100 εκατ. ευρώ από Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης και νοσοκομεία αντίστοιχα, αλλά και πληρωμές 270 εκατ. ευρώ από κρατικούς φορείς.
Τα στοιχεία γενικής κυβέρνησης του Αυγούστου έδειξαν ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου, μαζί με τις εκκρεμείς επιστροφές φόρου, ανέρχονται αθροιστικά στα 6,2 δισ. ευρώ. Αυτό το ποσό, βάσει του μνημονίου, θα πρέπει να μηδενιστεί μέχρι τα μέσα του 2017. Για να συμβεί αυτό όμως θα πρέπει να εκταμιευτούν επιπλέον 2,5 δισ. ευρώ μέσα στο 2016 και τουλάχιστον 2,3 δισ. ευρώ μέσα στο 2017.
Ο προγραμματισμός που ενσωματώθηκε στο αναθεωρημένο μνημόνιο τον Μάιο, και ο οποίος έχει προφανώς ανατραπεί λόγω των καθυστερήσεων, προέβλεπε, όπως αναφέρει η Ναυτεμπορική, τις ακόλουθες πληρωμές:
500 εκατ. ευρώ μέσα στον Ιούνιο
800 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο
500 εκατ. ευρώ τον Αύγουστο
800 εκατ. ευρώ τον Σεπτέμβριο
800 εκατ. ευρώ τον Οκτώβριο
800 εκατ. ευρώ τον Νοέμβριο
200 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο
1,3 δισ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2017
1 δισ. ευρώ στο δεύτερο τρίμηνο του 2017.
Παραμένουν οι ασάφειες
Οι απαντήσεις που έδωσε μετά τη συνεδρίαση ο πρόεδρος του Εurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ ήταν μάλλον απογοητευτικές, δεδομένου ότι δεν δείχνουν κάποια ευελιξία, ούτε δημιουργούν προσδοκίες για κάποια προχωρημένη απόφαση ελάφρυνσης του χρέους μέχρι το τέλος του έτους.
Ο κ. Ντάισελμπλουμ «οχυρώθηκε» πίσω από τις ασάφειες της δήλωσης του Εurogroup της 24ης Μαΐου, υπογραμμίζοντας ότι στην παρούσα φάση ετοιμάζονται τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το ελληνικό χρέος με ευθύνη του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) Κλάους Ρέγκλινγκ. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά δεν αποτελούν ουσιαστική παρέμβαση, αλλά βοηθούν σε μια καλύτερη βραχυπρόθεσμη διαχείρισή του.
Σε ερώτηση δημοσιογράφου, σύμφωνα με την οποία το ΔΝΤ χρειάζεται μια άλλη εικόνα για τις μεσομακροπρόθεσμες παρεμβάσεις στο χρέος, ο κ. Ντέισελμπλουμ παρέπεμψε στο 2018 και στη λήξη του προγράμματος για τα πιθανά μέτρα αυτού του τύπου.