Σημαντικές αλλαγές στον Πτωχευτικό Κώδικα – Δεύτερη ευκαιρία σε καλόπιστους και άδολους
Αλλαγή διοίκησης της επιχείρησης που τελεί υπό πτώχευση, εκποίηση της περιουσίας της, πρόστιμα, κυρώσεις αλλά και διατροφή προς τον οφειλέτη προβλέπει -μεταξύ των άλλων- το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, με το οποίο επέρχονται αλλαγές στον Πτωχευτικό Κώδικα.
Το νομοσχέδιο, το οποίο τέθηκε χθες το απόγευμα σε δημόσια διαβούλευση η οποία θα ολοκληρωθεί την 27η Οκτωβρίου, δίνει δεύτερη ευκαιρία σε όσους επιχειρηματίες κηρυχθούν συγγνωστοί, δηλαδή είναι άξιοι συγχώρεσης αφού έχουν επιδείξει καλή πίστη τόσο κατά την κήρυξη της πτώχευσης όσο και κατά την διάρκειά της, και είναι συνεργάσιμοι.
Βασική προϋπόθεση, η πτώχευση να μην οφείλεται σε δόλιες ενέργειές τους.
Σύμφωνα με τις νέες ρυθμίσεις, το πτωχευτικό δικαστήριο μπορεί να απαλλάξει τον συγγνωστό επιχειρηματία πλήρως από το υπόλοιπο των απαιτήσεων των πιστωτών που δεν ικανοποιείται από την πτωχευτική περιουσία. Ο οφειλέτης θα πρέπει, μετά την παρέλευση δύο ετών από την κήρυξη της πτώχευσης, να έχει υποβάλει αίτηση απαλλαγής του. Επίσης ο συγγνωστός επιχειρηματίας δεν προσωποκρατείται, ενώ η διάταξη της απόφασης περί κήρυξης του οφειλέτη ως συγγνωστού σημειώνεται στο Μητρώο Πτωχεύσεων, καθώς και στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο.
Ωστόσο το νομοσχέδιο προβλέπει πως, αν η παύση πληρωμών της ΑΕ προκλήθηκε από δόλο ή βαρεία αμέλεια των μελών του διοικητικού της συμβουλίου, τα υπαίτια μέλη ευθύνονται εις ολόκληρον σε αποζημίωση έναντι των συναλλαχθέντων με την εταιρεία τρίτων για τη ζημία που τους προκλήθηκε.
Σε ό,τι αφορά το σκέλος των εξυγιάνσεων, το νομοσχέδιο ανάβει το “πράσινο φως” στο δημόσιο, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, δημόσιες επιχειρήσεις, φορείς κοινωνικής πρόνοιας και ασφάλισης, να μπορούν να συναινούν στη συμφωνία εξυγίανσης υπογράφοντας τη με τους ίδιους όρους που θα συναινούσε ιδιώτης πιστωτής ακόμη και όταν με τη συμφωνία ο δημόσιος φορέας παραιτείται από προνόμια και εξασφαλίσεις ενοχικής ή εμπράγματης φύσεως.
Τι προβλέπεται στη διαδικασία εξυγίανσης
Στη διαδικασία εξυγίανσης μπορεί να υπαχθεί κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα και βρίσκεται σε παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών του. Βέβαια στη διαδικασία μπορεί να υπαχθεί και όταν δεν συντρέχει παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης, αν κατά την κρίση του Δικαστηρίου υφίσταται απλώς πιθανότητα αφερεγγυότητάς του.
Επίσης θα πρέπει να αναφέρουμε πως αν ο οφειλέτης έχει περιέλθει σε παύση πληρωμών, με την αίτηση για επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης πρέπει να συνυποβάλλεται με το ίδιο δικόγραφο αίτηση για την κήρυξη πτώχευσης. Ενώ προκειμένου να επικυρωθεί συμφωνία εξυγίανσης, θα πρέπει να έχει συναφθεί από τον οφειλέτη και από πιστωτές του που εκπροσωπούν το 60% του συνόλου των απαιτήσεων στο οποίο περιλαμβάνεται το 40% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων.
Σε ό,τι αφορά τη στάση του Δημοσίου, στο άρθρο 102, αναφέρεται πως το δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, δημόσιες επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα, φορείς κοινωνικής πρόνοιας και ασφάλισης, “δύνανται να συναινούν στη σύναψη συμφωνίας εξυγίανσης υπογράφοντας τη συμφωνία με τους ίδιους όρους που θα συναινούσε υπό τις αυτές συνθήκες ιδιώτης πιστωτής ακόμη και όταν με τη συμφωνία ο δημόσιος φορέας παραιτείται από προνόμια και εξασφαλίσεις ενοχικής ή εμπράγματης φύσεως”, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Τι περιλαμβάνει η συμφωνία εξυγίανσης
Η συμφωνία εξυγίανσης μπορεί να έχει ως αντικείμενο οποιαδήποτε ρύθμιση του ενεργητικού και του παθητικού του οφειλέτη όπως:
– Μεταβολή των όρων των υποχρεώσεων του οφειλέτη. Δηλαδή μεταβολή του χρόνου εκπλήρωσης των απαιτήσεων, περιλαμβανομένης της τροποποίησης των όρων (όπως μεταβολή του επιτοκίου, αντικατάσταση απαιτήσεων με μετατρέψιμες ή μη ομολογίες έκδοσης του οφειλέτη κ.ά.).
– Κεφαλαιοποίηση υποχρεώσεων του οφειλέτη με την έκδοση μετοχών.
– Ρύθμιση των σχέσεων των πιστωτών μεταξύ τους μετά από την επικύρωση της συμφωνίας είτε υπό την ιδιότητα τους ως πιστωτών είτε σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης, υπό την ιδιότητα τους ως μετόχων ή εταίρων.
– Μείωση των απαιτήσεων έναντι του οφειλέτη.
– Εκποίηση επί μέρους περιουσιακών στοιχείων.
– Ανάθεση της διαχείρισης της επιχείρησης σε τρίτο με βάση οποιαδήποτε έννομη σχέση περιλαμβανομένης ενδεικτικά της εκμίσθωσης ή της σύμβασης διαχείρισης.
– Μεταβίβαση του συνόλου ή μέρους της επιχείρησης σε τρίτο ή σε εταιρεία των πιστωτών.
– Αναστολή των ατομικών και συλλογικών διώξεων των πιστωτών για κάποιο διάστημα μετά την επικύρωση της συμφωνίας.
– Διορισμό προσώπου που θα επιβλέπει την εκτέλεση των όρων της συμφωνίας εξυγίανσης.
– Καταβολή συμπληρωματικών ποσών προς εξόφληση απαιτήσεων σε περίπτωση βελτίωσης της οικονομικής θέσης του οφειλέτη.
– Επικυρωθείσα συμφωνία εξυγίανσης μπορεί να τροποποιείται άπαξ με μεταγενέστερη συμφωνία όλων των συμβαλλόμενων σ’ αυτήν μερών, η οποία κατατίθεται προς επικύρωση ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου.
– Η συμφωνία εξυγίανσης μπορεί να ακυρωθεί με απόφαση του δικαστηρίου μετά από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, α) εάν μετά από την επικύρωση αποκαλύφθηκε ότι η συμφωνία αποτέλεσε προϊόν δόλου του οφειλέτη ή συμπαιγνίας του με πιστωτή ή τρίτο, ιδίως λόγω απόκρυψης του ενεργητικού ή διόγκωσης του παθητικού του∙ β) εάν η μη εκπλήρωση των όρων της συμφωνίας από τον οφειλέτη είναι τόσο ουσιώδης, ώστε με βεβαιότητα να προβλέπεται η αδυναμία εξυγίανσης της επιχείρησής του.
Τι προβλέπει το νομοσχέδιο για την πτωχευτική διαδικασία
– Η πτώχευση κηρύσσεται εφ’ όσον με βάση τα οικονομικά στοιχεία που τίθενται υπόψη του δικαστηρίου πιθανολογείται βάσιμα ότι η περιουσία του οφειλέτη επαρκεί για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας. Άλλως, το δικαστήριο διατάσσει την καταχώριση του ονόματος ή της επωνυμίας, κατά περίπτωση, του οφειλέτη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, καθώς και στα Μητρώα Πτωχεύσεων Η καταχώρηση διαγράφεται μετά την πάροδο τριετίας.
– Με την απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση το πτωχευτικό δικαστήριο διορίζει εισηγητή δικαστή και σύνδικο της πτώχευσης και διατάσσει τη σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας.
– Το πτωχευτικό δικαστήριο μπορεί, μετά από αίτηση του συνδίκου, να αφαιρέσει από τον οφειλέτη τη διοίκηση της πτωχευτικής περιουσίας, αν αυτό επιβάλλει το συμφέρον των πιστωτών. Στην περίπτωση αυτή το δικαίωμα διοίκησης περιέρχεται στον σύνδικο.
– Σε περίπτωση που η έκθεση του συνδίκου προβλέπει βιωσιμότητα της επιχείρησης, ο σύνδικος και ο οφειλέτης, χωριστά ή από κοινού να ζητήσουν από τον εισηγητή τη διατήρηση των αναγκαίων θέσεων εργασίας μέχρι την έγκριση ή απόρριψη από το πτωχευτικό δικαστήριο του σχεδίου αναδιοργάνωσης.
– Επιτρέπεται, σε αυτούς που έχουν έννομο συμφέρον, η προσφυγή ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου.
– Αν ο οφειλέτης αρνείται να εμφανιστεί, ενώπιον του συνδίκου ή του εισηγητή, ο εισηγητής επιβάλλει σ’ αυτόν ποινή 500 – 2.000 ευρώ.
– Σύνδικος διορίζεται διαχειριστής αφερεγγυότητας.
– Ο σύνδικος μπορεί να ζητήσει από τον εισηγητή να επιτρέψει να εξαιρεθούν από τη σφράγιση και να παραδοθούν σε αυτόν, όσα πράγματα υπόκεινται σε άμεση φθορά ή υποτίμηση της αξίας τους ή η διατήρηση τους είναι δαπανηρή.
– Ο εισηγητής μπορεί, με αιτιολογημένη διάταξή του, μετά από πρόταση του συνδίκου, να επιτρέπει την καταβολή του αναγκαίου χρηματικού ποσού προς τον οφειλέτη για τη διατροφή αυτού και της οικογένειάς του.
– Ο εισηγητής μπορεί να αναθέτει σε ειδικούς ανακριτικούς υπαλλήλους π.χ. του ΣΔΟΕ έλεγχο και σύνταξη σχετικής έκθεσης ή λήψη αντιγράφων από τα φορολογικά στοιχεία του οφειλέτη, ο οποίος έχει κηρυχθεί σε κατάσταση πτωχεύσεως.
– Αν δεν υποβληθεί εγκαίρως η αίτηση πτώχευσης ανώνυμης εταιρείας, τα υπαίτια για την καθυστέρηση μέλη του ΔΣ ευθύνονται εις ολόκληρον για την αποκατάσταση της ζημίας των εταιρικών πιστωτών από τη μείωση του πτωχευτικού μερίσματος που επήλθε λόγω της καθυστέρησης.