Επιστροφή καταθέσεων ύψους 25 δισ. ευρώ στις τράπεζες «βλέπει» σε ορίζοντα 18-24 μηνών ο πρόεδρος της Eurobank Νίκος Καραμούζης, με την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει βελτίωση του οικονομικού κλίματος.
Μάλιστα σημείωσε ότι τα 10 δισ. ευρώ θα βγουν από τα «στρώματα», 10 δισ. ευρώ εταιρικών καταθέσεων θα έρθουν από το εξωτερικό, όπως και 5 δισ. ευρώ που έχουν φυγαδευτεί από ιδιώτες σε τράπεζες του εξωτερικού.
Το τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί μόνο του να επανεκκινήσει την ελληνική οικονομία, ανέφερε ο πρόεδρος της Eurobank, Νικόλας Καραμούζης μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσε σήμερα το Hellenic Observatory of London School of Economics και το Hellenic Bankers Association.
«Η θετική πιστωτική επέκταση, αν και αναγκαία συνθήκη για μια βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, θα ακολουθήσει και δεν θα οδηγήσει στην οικονομική ανάπτυξη» σημείωσε στην ομιλία του, προσθέτοντας ότι οι τράπεζες έχουν να αντιμετωπίσουν τρεις βασικές προκλήσεις: τη χαμηλή κερδοφορία, την περιορισμένη ρευστότητα και το τεράστιο απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Για να αντιμετωπίσουν με επιτυχία οι ελληνικές τράπεζες αυτές τις προκλήσεις είναι απαραίτητο να επιστρέψει η οικονομική ανάπτυξη, να υποχωρήσουν τα επιτόκια και να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας, σημείωσε.
Ο πρόεδρος της Eurobank αναφέρθηκε στις συνθήκες που οδήγησαν στην κρίση, υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα κατέβαλε τεράστια δημοσιονομική προσπάθεια, με το κόστος της προσαρμογής να είναι δυσβάσταχτο. Όπως χαρακτηριστικά σημείωσε, η Ελλάδα έχει χάσει το 25% του ΑΕΠ της, η ανεργία έφτασε μέχρι το υψηλό του 27%, ενώ το ποσοστό της φτώχειας έχει σκαρφαλώσει σε επίπεδα – ρεκόρ.
Αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη κατάρτισης ενός εθνικού σχεδίου για την επιστροφή της οικονομίας στην ανάπτυξη. Όπως υπογράμμισε, η Ελλάδα θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη έμφαση και ενδεχομένως να επισπεύσει κρίσιμες μεταρρυθμίσεις, “στο πλαίσιο της ανάπτυξης της δικής μας στρατηγικής για την ανάπτυξη, η οποία θα πρέπει να απολαμβάνει ευρύτερη πολιτική, οικονομική και κοινωνική υποστήριξη”. Το σχέδιο θα πρέπει να βασίζεται:
-Στην προώθηση ανοιχτών και ανταγωνιστικών αγορών
-Στην ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων, εξαγωγών και έργων υποδομής και κλάδων στους οποίους η χώρα διαθέτει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα
-Στην ενίσχυση της ελκυστικότητας του επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος
-Στη διαπραγμάτευση ενός προαναγγελθέντος χρονοδιαγράμματος για τη σταδιακά μείωση βασικών φορολογικών συντελεστών με την παράδοση μετρήσιμων δεσμεύσεων για την πάταξη της φοροδιαφυγής
-Στην επιτάχυνση πρωτοβουλιών με στόχο τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού
-Στην άρση των κεφαλαιακών ελέγχων ως ένδειξη εμπιστοσύνης
-Στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και της ανάπτυξης της δημόσιας περιουσίας
-Στην ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων
-Στην περαιτέρω απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και στον εξορθολογισμό της αγοράς εργασίας
-Στην εφαρμογή πολιτικών για την επιτάχυνση των ξένων κεφαλαιακών εισροών
-Στη μεταρρύθμιση και εκμοντερνισμό του φορολογικού συστήματος και του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας καθώς και της δημόσιας διοίκησης, της δικαιοσύνης και της υγειονομικής περίθαλψης
-Στην ενίσχυση της ανεξαρτησίας και αποτελεσματικότητας βασικών οργάνων του κράτους
– Στη διαπραγμάτευση και κατάληξη σε μια βιώσιμη και διατηρήσιμη διαδικασία αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους, επιτρέποντας έτσι τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
-Στη δίκαια κατανομή του βάρους της δημοσιονομικής προσπάθειας
-Στην κινητοποίηση και χρησιμοποίηση σε έναν ευρύτερο συνασπισμό του πιο ισχυρού μας περιουσιακού στοιχείου, του ταλαντούχου ανθρώπινου κεφαλαίου, στο εσωτερικό και το εξωτερικό.
«Πρέπει να υιοθετήσουμε και να στηρίξουμε πλήρως ένα νέο οικονομικό μοντέλο ανοιχτών και ανταγωνιστικών αγορών και μια αναπτυξιακή στρατηγική που θα δουλεύει, με στόχο την αποκατάσταση της βιώσιμης ανάπτυξης, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τη διεθνή ανταγωνιστικότητα», υπογράμμισε ο κ. Καραμούζης.