Κατεπείγουσα προκαταρτική εξέταση για το δημοσίευμα του Spiegel την περασμένη Παρασκευή διέταξε η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Ελένη Ράικου
Η δικαστική λειτουργός ζητά από τον εισαγγελέα που θα αναλάβει να πραγματοποιήσει την σχετική έρευνα, να εξετάσει εάν προκύπτει από τα στοιχεία η διάπραξη του αδικήματος της διασποράς ψευδών ειδήσεων με στόχο τον πανικό των πολιτών και την απώλεια εμπιστοσύνης στο κοινό νόμισμα των χωρών της Ευρωζώνης.
Το πλήρες άρθρο του Spiegel Οnline ήταν το εξής:
Νέα δραματική τροπή λαμβάνει η κρίση χρέους της Ελλάδας. [Γερμανικές] κυβερνητικές πηγές αναφέρουν στο SPIEGEL ONLINE ότι η Αθήνα μελετά την έξοδό της από την ευρωζώνη. Υπουργοί της κοινής νομισματικής περιοχής και εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε μυστική συνάντηση για τη διαχείριση της κρίσης στο Λουξεμβούργο.
Τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας είναι τεράστια, με τις διαδηλώσεις εναντίον της κυβέρνησης να είναι σχεδόν καθημερινές. Ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου νιώθει προφανώς ότι δεν έχει άλλη επιλογή. Το SPIEGEL ONLINE έχει στην κατοχή του πληροφορίες από πηγές της γερμανικής κυβέρνησης, που είναι σε γνώση της κατάστασης που επικρατεί στην Αθήνα, και οι οποίες υποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου σκέφτεται να εγκαταλείψει την ευρωζώνη και να επαναφέρει το δικό της νόμισμα.
Θορυβημένη από τις προθέσεις των Αθηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συγκάλεσε έκτακτη συνάντηση στο Λουξεμβούργο, το βράδυ της Παρασκευής. Η συνάντηση λαμβάνει χώρα στον Πύργο Σένινγκεν (Château de Senningen), τόπο που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση του Λουξεμβούργου για επίσημα συμβούλιά της.
Στην ατζέντα της συνάντησης, πλέον της πιθανής εξόδου της Ελλάδας από την νομισματική ένωση, βρίσκεται και μία γρήγορη αναδιάρθρωση του χρέους της. Ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η εξέλιξη αυτή συνιστά ένα καθοριστικότατο, ενδεχομένως, σημείο καμπής για την Οικονομική και Νομισματική Ενωση –άσχετα με την επιλογή που τελικά θα προκριθεί για την αντιμετώπιση των τεράστιων προβλημάτων της Ελλάδας.
Δεδομένης της τεταμένης κατάστασης, η συνάντηση του Λουξεμβούργου έχει κριθεί ως εξαιρετικά εμπιστευτική και ως εκ τούτου σε αυτή έχουν επιτραπεί να συμμετάσχουν μόνον υπουργοί της ευρωζώνης και κορυφαίοι αξιωματούχοι. Εκ μέρους της Γερμανίας παρίστανται ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο Γιοργκ Ασμούνσεν, υψηλόβαθμος αξιωματούχος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών.
«Σημαντική υποτίμηση»
Πηγές του SPIEGEL ONLINE αναφέρουν ότι ο Σόιμπλε προσπαθεί να αποτρέψει την Ελλάδα από το να εγκαταλείψει την ευρωζώνη εάν αυτό είναι δυνατό. Έτσι, κομίζει στη συνάντηση του Λουξεμβούργου «εσωτερικό» έγγραφο που συνέταξαν τεχνοκράτες του υπουργείου του και το οποίο προειδοποιεί για τις πιθανά επώδυνες συνέπειες που θα είχε η εγκατάλειψη του ευρώ εκ μέρους των Αθηνών.
«Θα οδηγούσε σε μία σημαντική υποτίμηση του νέου (ελληνικού) εγχωρίου νομίσματος έναντι του ευρώ», αναφέρει το έγγραφο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών, το [νέο] νόμισμα θα μπορούσε να χάσει έως και 50% της αξίας του, οδηγώντας σε δραστική άνοδο του ελληνικού δημοσίου χρέους. Οι τεχνοκράτες του Σόιμπλε έχουν υπολογίσει ότι το χρέος θα μπορούσε να εκτιναχθεί στο 200% του ΑΕΠ ύστερα από μια τέτοια υποτίμηση. «Η αναδιάρθρωση του χρέουθς θα ήταν αναπόφευκτη» προειδοποιούν οι τεχνοκράτες στο κείμενό τους. Με άλλα λόγια: η Ελλάδα θα χρεοκοπούσε.
Παραμένει νομικώς διαφιλονικούμενο κατά πόσον η Ελλάδα είναι δυνατόν να αποχωρήσει από την ευρωζώνη. Νομικοί εμπειρογνώμονες πιστεύουν ότι, προκειμένου να εγκαταλείψει το κοινό νόμισμα, θα είναι απαραίτητο να αποδεσμευτεί επίσης πλήρως από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ταυτοχρόνως, παραμένει άγνωστο εάν άλλα μέλη της νομισματικής ένωσης αρνηθούν να αποδεχθούν μια μονομερή έξοδο της κυβέρνησης των Αθηνών από την ευρωζώνη.
Αυτό που είναι βέβαιο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Γερμανικού Υπουργείου Οικονομικών, είναι ότι το μέτρο θα έχει καταστροφική επίπτωση στην ευρωπαϊκή οικονομία.
«Η αλλαγή του νομίσματος θα οδηγήσει σε φυγή κεφαλαίων» αναφέρεται στο έγγραφο. Και η Ελλάδα μπορεί να αναγκαστεί να επιβάλει ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων για να σταματήσει την εκροή τους. «Αυτό θα αντίκειται στις θεμελιώδεις ελευθερίες που ισχύουν στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά», αναφέρει το έγγραφο. Επιπλέον, η χώρα θα αποκοπεί από τις αγορές για πολλά χρόνια.
Επίσης, η αποχώρηση της χώρας από το κοινό νόμισμα «θα βλάψει σοβαρά την εμπιστοσύνη στη λειτουργία της ευρωζώνης», συνεχίζει το έγγραφο. Οι διεθνείς επενδυτές αναγκαστικά θα σκεφτούν την πιθανότητα και άλλα μέλη της ευρωζώνης να αποχωρήσουν στο μέλλον. «Αυτό θα οδηγήσει σε μετάδοση της μόλυνσης στην ευρωζώνη».
Οι τράπεζες σε κίνδυνο
Επιπλέον, εάν η Αθήνα γυρίσει την πλάτη της στην ζώνη του κοινού νομίσματος, θα υπάρξουν σοβαρές επιπλοκές για τον ήδη ασταθή τραπεζικό τομέα, ειδικά στην ίδια την Ελλάδα. Η αλλαγή του νομίσματος «θα κατασπαράξει ολόκληρη την κεφαλαιακή βάση του τραπεζικού συστήματος και οι τράπεζες της χώρας θα χρεοκοπήσουν ακαριαία». Οι μη ελληνικές τράπεζες θα υποστούν επίσης συνέπειες. «Οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί στην Γερμανία και άλλες χώρες θα έρθουν αντιμέτωποι με σημαντικές απώλειες στα μεγάλα τους χρέη», αναφέρει το έγγραφο.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα αισθανθεί και αυτή τις συνέπειες. Θα αναγκαστεί «να διαγράψει μια σημαντική ποσότητα των απαιτήσεών της ως αναξιόχρεες. Πέραν του βαθμού της έκθεσής [των ομολόγων της] προς στις τράπεζες, η ΕΚΤ κατέχει επίσης μεγάλα ποσά Ελληνικών κρατικών ομολόγων, τα οποία αγόρασε τους τελευταίους μήνες. Αξιωματούχοι στο Υπουργείο Οικονομικών εκτιμούν την συνολική τους αξίας σε τουλάχιστον 40 δισ. ευρώ. «Με δεδομένο το 27% της συμμετοχής της στο κεφάλαιο της ΕΚΤ, η Γερμανία θα επωμισθεί την πλειονότητα των απωλειών», αναφέρει το έγγραφο.
Εν ολίγοις, μια ελληνική αποχώρηση από την ευρωζώνη και ακόλουθη εθνική χρεοκοπία θα είναι ακριβή για τις χώρες της ευρωζώνης και τους φορολογουμένους τους. Μαζί με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν ήδη υποσχεθεί 110 δισ. ευρώ σε βοήθεια προς την Αθήνα – η μισή από την οποία έχει ήδη πληρωθεί.
«Εάν η χώρα χρεοκοπήσει», αναφέρει το έγγραφο, «οι χώρες της ευρωζώνης θα υποχρεωθούν να αποκηρύξουν μέρος των απαιτήσεών τους».
Διαβάστε επίσης: Επιστροφή στη δραχμή (;) με διαψεύσεις