Γραμμή «σκληρού ροκ» από το Ταμείο με θύματα τον κατώτερο μισθό, τις μαζικές απολύσεις και το Ασφαλιστικό
Fast track απολύσεις και περισσότερη ευελιξία σε μορφές απασχόλησης, εργασιακό ωράριο και μισθούς, θέλουν να θεσμοθετήσουν στην χώρα μας οι δανειστές, προσελκύοντας προς αυτήν την κατεύθυνση και το μεγαλύτερο ποσοστό των εργοδοτών.
Τίποτε λοιπόν δεν αποκλείει στις τηλεδιασκέψεις της επομένης εβδομάδας να τεθούν αυτά τα ζητήματα εκ νέου «επί τάπητος», δεδομένου ότι ήδη στα κείμενα που έχουν αποσταλεί στο Eurogroup υπάρχουν σαφείς σχετικές αναφορές για άρση των αντίστοιχων περιορισμών και για νέα «κινητικότητα» των εργαζομένων.
Από την μεριά της, η ελληνική κυβέρνηση ως συνήθως προτάσσει τις δικές της «κόκκινες γραμμές» και συντάσσει αντιπροτάσεις, προκειμένου να αποφύγει νέο «τσουνάμι» κοινωνικών αντιδράσεων και επανεξοπλισμό της «φαρέτρας» των αντιπολιτευομένων κομμάτων. Επομένως το οικονομικό επιτελείο δουλεύει πυρετωδώς πάνω στην σύνταξη ενός plan B που, μεταξύ άλλων, θα επαναλαμβάνει τις ήδη γνωστές κυβερνητικές θέσεις σχετικά με το λοκ άουτ, την κατάργηση των τριετιών και την προκήρυξη απεργιών.
Ωστόσο, κατά τη δεύτερη αξιολόγηση οι γραμμές άμυνας έχουν διαφοροποιηθεί. Οι ομαδικές απολύσεις δεν αποτελούν πλέον «κόκκινη γραμμή», καθώς την κατεύθυνση θα δώσει η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την ΑΓΕΤ η οποία ζήτησε την κατάργηση του υπουργικού βέτο για την έγκριση του αιτήματος για ομαδικές απολύσεις.
Το Υπουργείο Eργασίας θα τονίσει ότι είναι υποχρεωμένο να εφαρμόσει τη δικαστική απόφαση, η οποία αναμένεται καταδικαστική, προσδοκώντας να κερδίσει έδαφος σε άλλα ακανθώδη θέματα. Άλλωστε και ο ΣΕΒ πήρε ανοιχτά θέση υπέρ της απελευθέρωσης των ομαδικών απολύσεων ενισχύοντας τις απόψεις των δανειστών. Μάλιστα η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) έθεσε ανοιχτά και θέμα αύξησης του ποσοστού απολύσεων από 5% σε 10% μηνιαίως , σε εναρμόνιση με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία, το οποίο δεν συμπεριλαμβανόταν στην ατζέντα της διαπραγμάτευσης.
Εργασιακά
Παράλληλα για να περιοριστεί το αρνητικό αντίκτυπο, το Υπουργείο Εργασίας έχει προτείνει στους Θεσμούς την χορήγηση μερικής κρατικής επιδότησης μειωμένου ωραρίου στους εργαζόμενους με τη σύμφωνη γνώμη του σωματείου τους, προκειμένου η επιχείρηση να μην προχωρήσει σε απολύσεις.
Το λόκ άουτ (ανταπεργία) δεν περιλαμβάνεται στα «αγκάθια» της διαπραγμάτευσης σύμφωνα με την κυβέρνηση καθώς η επαναφορά του δεν κρίνεται αναγκαία από την επιτροπή εμπειρογνωμόνων για τα εργασιακά. Παράλληλα θα θεσμοθετηθεί το δικαίωμα των εργοδοτών να μην καταβάλλουν μισθούς σε μη απεργούς εργαζόμενους με βάση το άρθρο 656 του Αστικού Κώδικα, όταν η επιχείρηση βρίσκεται σε απεργία.
Σε ό,τι αφορά την πίεση για αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο, η κυβέρνηση θα δεχθεί την άρση προστασίας των συνδικαλιστών σε περίπτωση ποινικού αδικήματος, ενώ για τα υπόλοιπα θέματα θα προτάξει το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων το οποίο κρίνει ότι δεν απαιτούνται αλλαγές, καθώς η Ελλάδα βρίσκεται στον μέσο όρο των χωρών της Ευρώπης.
Παράλληλα η ελληνική πλευρά θα ζητήσει άρση της γραφειοκρατίας, ώστε να συστήνονται πιο εύκολα σωματεία στις επιχειρήσεις και να περιοριστεί ο αριθμός των ενώσεων προσώπων.
Κατώτατος μισθός: Ευελιξία ή… μείωση;
Η συζήτηση για τον κατώτατο μισθό ενέχει πάντα τον κίνδυνο να τεθεί θέμα κατάργησης των τριετιών που, με βάση το μνημόνιο, παραμένουν «παγωμένες» τουλάχιστον για 10 χρόνια (έως το 2022 ή μέχρι να πέσει η ανεργία κάτω από το 10%). Το ΔΝΤ στην έκθεσή του αναφέρει ότι ο κατώτατος μισθός, ο οποίος θα τεθεί σε εφαρμογή μέσω του μηχανισμού διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού από την 1η Ιανουαρίου 2017, θα είναι ένα ενιαίο ποσοστό απογυμνωμένο από προσαυξήσεις οι οποίες, όπως υποστηρίζει δημιουργούν εμπόδια στην απορρόφηση της ανεργίας.
Ο υπουργός εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος τονίζει ότι δεν θα τεθεί θέμα κατώτατου μισθού για τους νέους, καθώς έχει θεωρηθεί παράνομος από τον ευρωπαϊκό κοινωνικό χάρτη, ενώ διατηρεί «ζωντανό» το θέμα της επιστροφής των κλαδικών συμβάσεων με την στήριξη των ευρωπαϊκών οργάνων.
Ωστόσο, στις διαπραγματεύσεις του Οκτωβρίου, οι θεσμοί απέρριψαν τις συλλογικές συμβάσεις τις οποίες χαρακτήρισαν ως κορπορατισμό και στρεβλή τακτική του παρελθόντος.
Αντίθετα, επέμειναν στην υπερίσχυση των επιχειρησιακών συμβάσεων οι οποίες θα έχουν τη δυνατότητα απόκλισης από τις όποιες κλαδικές συμβάσεις. Αυτό μεταφράζεται ως ευελιξία για περαιτέρω μείωση των μισθών (wage flexibility) σε επίπεδο επιχείρησης ανάλογα με τις αντοχές και τις ανάγκες της.
Σκληρές απαιτήσεις και στο ασφαλιστικό
Ο κ. Κατρούγκαλος παραδέχτηκε ότι «το ΔΝΤ ζητάει αίμα και στο ασφαλιστικό», αξιώνοντας την περικοπή των «προσωπικών διαφορών» που θα προκύψουν από τον επανυπολογισμό των κύριων συντάξεων -γι’ αυτό και πιέζει να ξεκινήσει το πρώτο τρίμηνο του 2017 η διαδικασία που έχει καθυστερήσει. Ωστόσο το θέμα αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για την κυβέρνηση η οποία βέβαια έχει ψαλιδίσει με τέσσερις διαφορετικούς τρόπους τις κύριες συντάξεις ( παρακράτηση υπέρ ΕΟΠΠΥ, κατάργηση ΕΚΑΣ, περικοπή συντάξεων άνω των 2.000 ευρώ και συντάξεων τραπεζοϋπαλλήλων).
Οι δανειστές πιέζουν να ξεπεραστούν όλα τα εμπόδια ώστε το νέο υπερταμείο ΕΦΚΑ να λειτουργήσει από την 1/1/2017 ενώ έβγαλαν «κίτρινες κάρτες» στην ηγεσία του Υπουργείου παρατηρώντας ότι δεν έχει εκδώσει ακόμη εγκυκλίους για α) τον υπολογισμό των κύριων συντάξεων βάσει του νέου νόμου β) την εφαρμογή του νέου συστήματος καταβολής εισφορών για ελεύθερους επαγγελματίες , επιστήμονες και αγρότες γ) για τον επαναυπολογισμό των κύριων συντάξεων.
Στο μέτωπο του ασφαλιστικού ανοιχτά παραμένουν τα θέματα της εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών προς τα Ταμεία για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τις επιχειρήσεις, καθώς και η σύσταση επαγγελματικού Ταμείου επικούρησης και πρόνοιας για τους αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες.
Στο αυριανό Eurogroup η ατζέντα δεν θα εστιάσει τόσο στο Συνταξιοδοτικό όσο στην αναδιαμόρφωση των κοινωνικών και προνοιακών επιδομάτων, αφού οι δανειστές επιμένουν στην εξεύρεση μόνιμων πόρων για την χρηματοδότηση της πανελλαδικής εφαρμογής του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ).
Το βέβαιον είναι πως το νέο καθεστώς στα επιδόματα πάσης φύσεως θα στηρίζεται στην έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία κάνει λόγο για κατάργηση ή εξορθολογισμό 35 επιδομάτων.