Δεν υπάρχει αμφιβολία για τη φερεγγυότητα και τη ρευστότητα των γερμανικών τραπεζών, τονίζει η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας (Bundesbank) στην τακτική έκθεσή της για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Υπογραμμίζει ωστόσο ότι οι τράπεζες υποφέρουν λόγω της χαμηλής κερδοφορίας τους και πιθανόν να υποεκτιμούν τους κινδύνους από τη μείωση των τιμών περιουσιακών στοιχείων ή την αύξηση των επιτοκίων.
«Στο τρέχον μακροοικονομικό περιβάλλον, υπάρχει ο κίνδυνος ότι οι παράγοντες της αγοράς είναι πιθανόν να υποεκτιμούν τους κινδύνους και να μη λαμβάνουν επαρκώς υπόψη την πιθανότητα μείωσης των τιμών περιουσιακών στοιχείων και της αύξησης των επιτοκίων», σημείωσε η αντιπρόεδρος της Bundesbank, Κλαούντια Μπουχ, σε δήλωσή της. «Μία άλλη ανησυχία είναι η χορήγηση από τις τράπεζες δανείων με μεγάλες διάρκειες, κλειδώνοντας τα επιτόκια και καθιστώντας τον κλάδο λιγότερο ευέλικτο να αντιδράσει σε μεταβολές των επιτοκίων».
Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία για τη φερεγγυότητα και τη ρευστότητα των γερμανικών τραπεζών, αναφέρει η κεντρική τράπεζα, προσθέτοντας ότι οι τιμές των ακινήτων έχουν αυξηθεί πολύ μετά το 2010, αλλά τίποτε δεν δείχνει ότι οι χορηγήσεις δανείων είναι υπερβολικές ή ότι οι κανόνες δανεισμού έχουν εξασθενήσει.
Οι εμπορικές τράπεζες συχνά διαμαρτύρονται ότι τα πολύ χαμηλά επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι το βασικό τους πρόβλημα. Η ΕΚΤ έχει απορρίψει τα επιχειρήματα αυτά, σημειώνοντας ότι οι τράπεζες κυρίως επωφελήθηκαν από τα χαμηλά επιτόκια και ότι τα πραγματικά τους προβλήματα είναι η χαμηλή αποδοτικότητα και ο υπερβολικός ανταγωνισμός.
Αν και η Γερμανία έχει οδηγήσει την ανάκαμψη της Ευρωζώνης τα τελευταία χρόνια, η οικονομική της ανάπτυξη επιβραδύνθηκε τα τελευταία τρίμηνα και αυξάνεται η ανησυχία για την αδύναμη κερδοφορία του τεράστιου αλλά μη αποδοτικού τραπεζικού τομέα της.