Κληρώνει την Παρασκευή η τύχη του ελληνικού χρέους – Αναπόφευκτο ένα 4ο μνημόνιο
Αγωνία και αμηχανία προκαλούν στην ελληνική κυβέρνηση οι διεργασίες στους κύκλους των δανειστών σχετικά με το ζήτημα της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και κυρίως με την τύχη του χρέους -όπου κάθε προσπάθεια ανασύστασης του ζητήματος προσκρούει στο «τείχος» του Βερολίνου.
Στην γερμανική πρωτεύουσα, την ερχόμενη Παρασκευή, συγκαλείται σύνοδος των ισχυρών υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης (Γερμανίας, Γαλλίας, Ολλανδίας, Ιταλίας και Ισπανίας), με την παρουσία εκπροσώπων του ΔΝΤ , της ΕΚΤ και της Κομισιόν, και η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τις προθέσεις των εμπλεκομένων με το ελληνικό ζήτημα, αλλά και να προλάβει, εάν μπορέσει, τυχόν δυσμενείς εξελίξεις.
Είναι φανερό πως σκοπός της «μίνι» συνόδου δεν είναι άλλος από την επίτευξη σύγκλισης όλων των μερών σε μια κοινή στάση έναντι του ελληνικού ζητήματος. Με άλλα λόγια, γίνεται μια προσπάθεια εκ μέρους των δανειστών να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ ΔΝΤ και Βερολίνου, ωστόσο υφίστανται ανοικτά ζητήματα και στην στάση της ΕΚΤ και της Κομισιόν, που λίγο πολύ διαφοροποιούν τις απόψεις τους από αυτές του Ταμείου, ιδίως από την στιγμή που το ΔΝΤ ζήτησε ξεκάθαρη απόφαση για την βιωσιμότητα ή όχι του ελληνικού χρέους.
Το Ταμείο έχει κατ’ επανάληψη διαμηνύσει ότι δεν προτίθεται να συνεχίσει να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα προσαρμογής, εάν πρωτίστως δεν εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους. Το Βερολίνο, από την πλευρά του, επιδιώκει την συμμετοχή του Ταμείου πάση θυσία και μάλιστα απαιτεί εκ μέρους του ανάλογη δέσμευση πριν οι διαβουλεύσεις εισέλθουν στην «τελική ευθεία».
Το μόνον βέβαιο είναι ότι αυτό που θα προκύψει από την «μίνι» σύνοδο του Βερολίνου είναι ένα πακέτο προσφοράς προς την Ελλάδα, το οποίο η χώρα μας θα πρέπει να αποδεχθεί ή να αποκλείσει χωρίς το δικαίωμα ελάχιστης έστω τροποποίησης των όρων. Είναι επίσης αντιληπτό πως όποια ρύθμιση για το χρέος θα συνεπάγεται νέα επώδυνα μέτρα, ώστε να καθησυχαστεί και το Ταμείο στο θέμα της βιωσιμότητας του χρέους.
Από την στιγμή που οι δανειστές αποφασίσουν λήψη όχι μόνον βραχυπρόθεσμων αλλά και μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, γίνεται σαφές ότι η Αθήνα θα πρέπει να δεσμευτεί εκ νέου για παρεμβάσεις πέραν των ήδη συμφωνηθέντων –επομένως ένα 4ο μνημόνιο είναι σίγουρο. Άλλωστε η συνεχής παρακολούθηση εφαρμογής των συμφωνηθέντων, σταδιακά, φάση φάση, είναι στο πρόγραμμα των δανειστών, καθώς ουδείς διαφαίνεται πρόθυμος να χρηματοδοτεί ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που παραμένει ενεργό μόνο στα χαρτιά.
Επομένως τίποτα δεν εγγυάται ότι δεν πρόκειται η χώρα μας να βρεθεί ενώπιον νέων μέτρων επιτροπείας προς διασφάλιση της εφαρμογής των απαιτουμένων από τους δανειστές μεταρρυθμίσεων.
Όλα θα αποφασιστούν βάσει της θέλησης του Βερολίνου να υπαναχωρήσει και να αποδεχθεί νέες παρεμβάσεις σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα -κάτι που ο ίδιος ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μέχρι τώρα αρνείται κατηγορηματικά. Το ζήτημα είναι κατά πόσο η κυβέρνηση Τσίπρα θα μπορέσει να αποδεχθεί επιπλέον δεσμεύσεις και βεβαίως να εφαρμόσει νέες πολιτικές λιτότητας, την στιγμή που ήδη το κλίμα στο εσωτερικό της χώρας είναι πνιγηρό. Διότι, όπως φαίνεται, η άποψη πολιτικής λύσης χωρίς νέα αντιλαϊκά μέτρα μάλλον αποτελεί «ευσεβή πόθο» της ελληνικής κυβέρνησης παρά υλοποιήσιμο σχέδιο με ελάχιστο -έστω- ποσοστό επιτυχίας.