Ελπίδες για πολιτική συμφωνία πριν τα Χριστούγεννα – Στην σκιά του ιταλικού «όχι» η σημερινή συνεδρίαση
Στις Βρυξέλλες μεταβαίνουν σήμερα οι Ευκλείδης Τσακαλώτος και Γιώργος Χουλιαράκης, πεπεισμένοι ότι στο σημερινό Eurogroup δεν πρόκειται να ληφθεί καμμία απόφαση για το ελληνικό ζήτημα και υπό την «σκιά» της απουσίας της «σιδηράς» κυρίας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) Κριστίν Λαγκάρντ –κάτι που συντελεί στην διατήρηση του κλίματος ανασφάλειας σχετικά με την μελλοντική στάση του Ταμείου ως προς την συμμετοχή του ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα στήριξης.
Οι ελπίδες πλέον εναπόκεινται σε κάποιο επόμενο Eurogroup, ίσως και λίγο πριν τα Χριστούγεννα, και προσδοκία της ελληνικής πλευράς είναι να βρεθεί πολιτική λύση και να συμφωνηθεί ένα νέο «πακέτο» με τους δανειστές.
Η σημερινή σύγκληση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης είναι προγραμματισμένη για νωρίς το πρωί, ωστόσο οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ακόμη μία «μαραθώνια» συνεδρίαση μέχρι αργά το βράδυ. Κι αυτό που ωθεί σε δεύτερη μοίρα το ελληνικό ζήτημα σαφώς ακούει στο όνομα Ιταλία, όπου το χθεσινό δημοψήφισμα υπέρ του «όχι» δημιουργεί σοβαρούς τριγμούς στο τραπεζικό σύστημα όχι μόνο της χώρας αλλά και όλης της Ευρώπης.
Παραμένει το χάσμα που «μπλοκάρει» την αξιολόγηση
Η τηλεδιάσκεψη του περασμένου Σαββάτου, μεταξύ της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας και των εκπροσώπων των Θεσμών, κατέδειξε ότι τουλάχιστον στα καυτά ζητήματα, όπως τα «κόκκινα» δάνεια, τα εργασιακά, το ασφαλιστικό, οι ιδιωτικοποιήσεις και τα δημοσιονομικά, η απόσταση που χωρίζει τις δύο πλευρές είναι μεγάλη.
Στο θέμα της διευθέτησης του δημοσίου χρέους, όπου όλοι δείχνουν έτοιμοι να συζητήσουν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσής του, η κυβέρνηση δεν μπορεί να πανηγυρίζει ακριβώς επειδή η μείωση (από το 2019) των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα κάτω από 3,5%, που η ίδια θέτει ως στόχο, διακινδυνεύει την λήψη των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.
Σπαζοκεφαλιά συνεχίζει ν’ αποτελεί και η αναποφασιστικότητα του ΔΝΤ σχετικά με την συνέχιση της συμμετοχής του ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα –κι αυτό έχει τη σημασία του, καθώς το Ταμείο τάσσεται υπέρ της ελάφρυνσης του χρέους προκειμένου αυτό να καταστεί βιώσιμο. Ωστόσο, είναι μάλλον σαφές πως το ΔΝΤ έχει απολέσει την προθυμία συμμετοχής του, καθώς δεν πιστεύει ότι το πρόγραμμα «βγαίνει». Πολλοί δικαιολογούν έτσι και τα μέτρα των 4,2 δισ. ευρώ για την διετία 2019-20 που το Ταμείο απαιτεί, γνωρίζοντας ότι αυτό είναι αδύνατο.
Η ελληνική πλευρά προσπάθησε κατ’ επανάληψη να εκβιάσει την στήριξη του Ταμείου σε μια πρόταση χαλάρωσης των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων από 3,5% σε 1,5% (οι Ευρωπαίοι θέλουν χαλάρωση κατά 2%), ώστε ν’ αποφευχθούν νέα μέτρα λιτότητας που θα εκτροχίαζαν την προσπάθεια για ανάπτυξη και θα έθεταν σε κίνδυνο ολόκληρο το πρόγραμμα προσαρμογής.
Πάντως ορισμένοι ερμηνεύουν αυτήν την στάση της κυβέρνησης ως κίνηση αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης, αφού υπό τον φόβο νέων, αντιλαϊκότερων μέτρων, η κυβέρνηση περνά ευκολότερα αυτά που ήδη έχουν αποφασιστεί.