Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για την μείωση των αντικειμενικών αξιών σε τέσσερις περιοχές έχει προκαλέσει αναστάτωση στο σύστημα υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ, καθώς, αν και οι διορθώσεις έπρεπε να συντελεστούν μέχρι την λήξη του 2016, ακόμη σήμερα, λίγες μέρες πριν τα τέλη Ιανουαρίου, ουδεμία κίνηση έχει σημειωθεί.
Συγκεκριμένα, το ΣτΕ είχε αποφανθεί ότι το Υπουργείο Οικονομικών έπρεπε να μειώσει τις αντικειμενικές αξίες ακινήτων σε τέσσερις δήμους (Φιλοθέη, Ψυχικό, Νέος Βουτζάς, Δελφοί), οι οποίοι είχαν προχωρήσει σε προσφυγή κατά της απόφασης του περασμένου Μαΐου, η οποία έδραζε την μη αλλαγή των αντικειμενικών στο ότι η τιμή ζώνης στις εν λόγω περιοχές υπερέβαινε τα 4.050 ευρώ.
Ως γνωστόν, ο ΕΝΦΙΑ υπολογίζεται με βάσει υπολογισμού τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων όπως αυτές προκύπτουν την 1η Ιανουαρίου εκάστου έτους. Επομένως ο υπολογισμός για τις εν λόγω περιοχές θα έπρεπε να γίνει βάσει των νέων αντικειμενικών αξιών, που συν τοις άλλοις θα αποτελούσαν και την βάση για τον αντίστοιχο υπολογισμό των εμπορικών αξιών.
Άλλωστε η διόρθωση στις αντικειμενικές των συγκεκριμένων περιοχών αποτελεί και μνημονιακή υποχρέωση με καταληκτική ημερομηνία υλοποίησης την 30ή Ιουνίου 2016!
Το ΥΠΟΙΚ, εντός του οποίου έχει συσταθεί ειδική επιτροπή για τον επανυπολογισμό των αντικειμενικών αξιών των εν λόγω περιοχών, επικαλείται καθυστερήσεις στην συλλογή στοιχείων αναφορικά με τις εμπορικές αξίες των εκεί ακινήτων. Αλλά και στον γενικότερο επαναπροσδιορισμό των αντικειμενικών αξιών όλων των περιοχών της Ελλάδας παρατηρείται σημαντική καθυστέρηση, καθώς δεν υφίσταται αξιόπιστη πηγή προσδιορισμού των εμπορικών αξιών των ακινήτων.
Επί της ουσίας, ενώ η διοίκηση δεν έχει συμμορφωθεί προς την απόφαση του ΣτΕ και τις ανειλημμένες δεσμεύσεις της προς τους δανειστές (μνημόνιο), οι αγοραπωλησίες που λαμβάνουν χώρα γίνονται σε εξευτελιστικές τιμές, λόγω παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης που μοιραία οδηγεί σε μηδενισμό του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Από την άλλη πλευρά, οι ιδιοκτήτες συνεχίζουν να φορολογούνται με βάσει αξίες πολλαπλάσιες των εμπορικών αξιών των ακινήτων τους –κάτι που σαφώς τους αδικεί αλλά και «πνίγει» τα πενιχρά, πλέον, βαλάντιά τους.