Την πρόθεση της κυβέρνησης να καταθέσει πρόταση με περίγραμμα κατηγοριών μέτρων, τα οποία θα ενεργοποιηθούν σε περίπτωση που δεν πιαστούν οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα μετά το 2018, προκειμένου να αρθούν οι αντιρρήσεις κυρίως από το ΔΝΤ, αποκαλύπτει σε συνέντευξή του στο «Έθνος της Κυριακής» ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Ξεκαθαρίζει, πάντως, ότι σε καμία περίπτωση δεν θα χρειαστούν νέα μέτρα και στέλνει μήνυμα πως δεν πρόκειται να γίνει εκ των προτέρων νομοθέτησή τους.
Ο υπουργός επισημαίνει ότι το κλείσιμο της αξιολόγησης θα πρέπει να περιέχει μια συμφωνία – πακέτο για τα δημοσιονομικά και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Τέσσερις ημέρες πριν από το κρίσιμο Eurogroup, υπογραμμίζει πως «κανένας δεν θέλει να δει την αναβίωση του 2015» και επαναλαμβάνει πως το 1% του πλεονάσματος θα πρέπει να πάει για μείωση φόρων και εισφορών.
Τονίζει ακόμη για το επικείμενο Eurogroup ότι στόχος είναι να καταγραφεί μια πρόοδος στις συζητήσεις μεταξύ των δυο πλευρών.
Στη συνέντευξή του, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος προαναγγέλλει τη σταδιακή υποχρεωτική χρήση πλαστικού χρήματος σε όλες τις επαγγελματικές ομάδες, με πρώτο βήμα την τοποθέτηση μηχανημάτων POS σε 200.000 επαγγελματίες.
Παράλληλα, καθιστά σαφές πως θα εντατικοποιηθούν οι έλεγχοι για το χτύπημα της φοροδιαφυγής που σε συνδυασμό με το περιουσιολόγιο θα φέρουν πρόσθετα έσοδα στο Δημόσιο για τη δικαιότερη κατανομή των βαρών.
Διαβάστε αποσπάσματα από τη συνέντευξη
Η επέκταση του κόφτη μετά το 2018 είναι στο τραπέζι για να βρεθεί λύση με τα πρωτογενή πλεονάσματα. Ωστόσο στο στρατόπεδο των δανειστών υπάρχουν φωνές για εκ των προτέρων ψήφιση μέτρων. Ποια είναι η γραμμή άμυνας της ελληνικής κυβέρνησης; Θα δεχόσασταν στο πλαίσιο ενός συμβιβασμού μείωση του αφορολόγητου, κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις και αύξηση του ΦΠΑ;
«Μόνο το ΔΝΤ ζητά εκ των προτέρων ψήφιση των μέτρων γιατί μόνο το ΔΝΤ αμφισβητεί ότι θα φτάσουμε στο 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα το 2018.
Ωστόσο, όλες οι νέες εξελίξεις στην οικονομία (ανάπτυξη, έσοδα κ.λπ.) διαψεύδουν τις δυσοίωνες προβλέψεις του ΔΝΤ, ενώ και η ελληνική κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να νομοθετήσει τώρα μέτρα για το 2019 και μετά.
Έχω πει δημοσίως, επανειλημμένως (για κάποιο λόγο, όμως, αυτή η «επανάληψη» περιγράφεται στα Μέσα με ιδιαίτερη γλαφυρότητα, είτε σαν «βόμβα» Τσακαλώτου είτε σαν «σάλπισμα υποχώρησης»…), ότι είμαστε διατεθειμένοι να περιγράψουμε κάποιες κατηγορίες μέτρων τα οποία κατά την άποψη των δανειστών ενδεχομένως να χρειαστούν μετά το τέλος του προγράμματος. Όμως, όπως έχω επίσης δημοσίως και επανειλημμένως πει, θεωρώ ότι αυτές οι κατηγορίες μέτρων είναι απίθανο να χρειαστούν».
Η Γερμανία προτείνει πλεονάσματα 3,5% και μετά το 2018. Από την ελληνική πλευρά η πρόταση είναι για 2,5% συν 1% που θα κατευθύνεται για ανάπτυξη. Για να καμφθούν οι αντιδράσεις, θα καταθέσετε συγκεκριμένο σχέδιο για το πώς θα «μοιραστεί» αυτό το 1%; Είστε αισιόδοξος πως μπορεί αυτή η πρόταση να οδηγήσει στην άρση του αδιεξόδου;
«To 1% όπως έχουμε ήδη εξηγήσει, είναι για τη μείωση των κοινωνικών εισφορών και των φόρων. Για να ελαφρυνθεί το βάρος στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δεδομένου και του γεγονότος ότι ο Β. Σόιμπλε θεωρεί πως το μεγάλο πρόβλημα για την Ελλάδα δεν είναι το χρέος, αλλά η ανταγωνιστικότητα. Η οικονομική λογική της πρότασής μας είναι ακλόνητη γιατί:
-Θα ενισχύσει την ανάπτυξη
-Θα υποστηρίξει τη δυνατότητά μας να εξυπηρετήσουμε το χρέος και
-Θα επιταχύνει τη μείωση της ανεργίας.
Νομίζω πως με αυτό το τελευταίο, την ανεργία, ίσως «γελάσει και το χειλάκι» του κ. Τόμσεν, ο οποίος προέβλεψε, προσφάτως, ότι στην Ελλάδα η πτώση της ανεργίας θα συμπέσει περίπου με την περίοδο που ο Αντετοκούνμπο θα γίνει παππούς! Πρέπει, όμως, να προσθέσω ότι, από την έως τώρα εμπειρία μου, δεν έχω πειστεί απολύτως ότι οι συζητήσεις που γίνονται πηγάζουν, πάντα, από την εγκυρότητα των οικονομικών επιχειρημάτων».