Με εισόδημα κάτω των 10.000 ευρώ το 37% των νοικοκυριών – Στο ναδίρ η ψυχολογία
Χειρότερο από το 2015 αποδεικνύεται το 2016, καθώς για το 75,3% των νοικοκυριών σημειώθηκε μείωση εισοδήματος, ενώ η ψυχολογία των πολιτών για την τρέχουσα χρονιά παραμένει ισχυρά αρνητική, αφού το 75,3% των νοικοκυριών δηλώνει πως δεν ελπίζει σε βελτίωση των οικονομικών συνθηκών –αντίθετα μάλιστα αναμένει επιδείνωση-, ενώ μόνο ένα 5,1% υπολογίζει σε βελτίωση των εισοδημάτων του.
Αυτό καταδεικνύει ως γενικό συμπέρασμα η ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων (ΙΜΕ) της ΓΣΕΒΕΕ. Επιπλέον στην έκθεση διαφαίνεται ξεκάθαρα μια τάση διεύρυνσης της ανισότητας υπέρ των ανώτερων εισοδηματικών κλιμακίων, καθώς στην κατηγορία των νοικοκυριών με ετήσιο εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ παρουσιάζεται αύξηση στο 11,1% του πληθυσμού.
Το 37,1% των νοικοκυριών δήλωσε ότι το 2016 είχε εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ, ποσοστό οριακά αυξημένο σε σχέση με το 36,3% του 2015.
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι μόνο το 1,5% του πληθυσμού καταφέρνει να αποταμιεύσει. Σε ποσοστό 16% τα νοικοκυριά δήλωσαν ότι τα εισοδήματά τους δεν επαρκούν για να καλύψουν ούτε τις βασικές τους ανάγκες.
Σύμφωνα με το ΙΜΕ, ενδεικτικό της εκτεταμένης εισοδηματικής επισφάλειας είναι το γεγονός ότι στο ενδεχόμενο μιας έκτακτης ανάγκης πληρωμής 500 ευρώ, το 15,8% δηλώνει ότι δεν θα μπορούσε να την πραγματοποιήσει, ενώ το 51,4% απαντά πως θα κάλυπτε αυτήν τη δαπάνη με μεγάλη δυσκολία.
Σχεδόν τα 2/3 των νοικοκυριών (65,3%) αναγκάζονται να κάνουν περικοπές για να εξασφαλίσουν τα αναγκαία προς το ζην.
Απασχόληση – ανεργία
Σχεδόν 1,1 εκατ. νοικοκυριά (32,6%) έχουν στην οικογένεια ένα τουλάχιστον άτομο σε ανεργία. Το ποσοστό της μακροχρόνιας ανεργίας ανέρχεται στο 73,3% του συνολικού αριθμού των ανέργων. Από το σύνολο των άνεργων μελών των νοικοκυριών μόνο το 9,5% λαμβάνει επίδομα ανεργίας.
Οικονομική επισφάλεια δεν διατρέχει μόνο ανέργους αλλά και εργαζόμενους. Περισσότερα από ένα στα πέντε νοικοκυριά (22,4%) έχουν ένα μέλος στην οικογένεια που εργάζεται για λιγότερα χρήματα από τον επίσημα καθορισμένο κατώτατο μισθό των 586 ευρώ (490,00 ευρώ καθαρή αμοιβή).
Το 9,7% των νοικοκυριών δηλώνει ότι είχε ένα τουλάχιστον μέλος της που έχει μεταναστεύσει για να βρει εργασία (το ποσοστό αντιστοιχεί σε πάνω από 400,000 οικογένειες). Το 42% των νοικοκυριών θα εξέταζε σοβαρά το ενδεχόμενο να μεταναστεύσει, αν υπήρχαν οι προϋποθέσεις εξεύρεσης εργασίας. Στις νεότερες ηλικίες 18 – 35 ετών το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 67,7%.
Τα νοικοκυριά που δηλώνουν εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα ως κύρια πηγή εισοδήματος παραμένουν στο χαμηλό 9% (από 12,6% το 2012), ποσοστό που αναμένεται να υποχωρήσει με την εφαρμογή του νέου υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών.
Σταθερά υψηλό, αλλά οριακά μειούμενο είναι το ποσοστό των νοικοκυριών (49,2%) που δηλώνει τη σύνταξη κάποιου μέλους ως την κυριότερη πηγή εισοδήματος. Η μικρή μείωση (έναντι 52% το Δεκέμβριο του 2014) πιθανότατα οφείλεται στην προοδευτική οριζόντια μείωση του επιπέδου των συντάξεων).
Οικονομικές υποχρεώσεις
Το 21,3% των νοικοκυριών έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία, ενώ το 58,2% των οφειλετών έχει υπαχθεί σε κάποιου είδους ρύθμιση. Συνολικά, από την έναρξη της κρίσης πάνω από 160.000 νοικοκυριά έχουν υποστεί δέσμευση/ ή κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων.
Το 27,3% των νοικοκυριών με δανειακές υποχρεώσεις έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες (περίπου 430.000 νοικοκυριά). Εντονότερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν τα φτωχότερα και μονομελή νοικοκυριά (άνω του 40%).
Το 34% των νοικοκυριών εκτιμά ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις το επόμενο έτος, ενώ ειδικότερα, το 15,1% των νοικοκυριών με ιδιόκτητο ακίνητο δηλώνει ότι αδυνατεί να πληρώσει τους φόρους για τα ακίνητα που διαθέτει (ΕΝΦΙΑ).
Το 34,5% εκτιμά ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις το επόμενο έτος. Ένα τα τέσσερα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι έχουν στεγαστικό δάνειο, ενώ το 31,5% εξ αυτών έχει καθυστερημένες οφειλές.
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε ρυθμίσεις στο 40% των στεγαστικών δανείων. Ωστόσο, ένα στα τέσσερα νοικοκυριά (24,3%) νοικοκυριά εκφράζει φόβο ότι θα χάσει το σπίτι του εξ αιτίας τόσο των συσσωρευμένων υποχρεώσεων όσο και των επιπρόσθετων επιβαρύνσεων (δανειακών, φορολογικών και άλλων).