Φρένο στις ελληνικές τράπεζες οι οποίες απορροφούσαν τη μερίδα του λέοντος στις δημοπρασίες των εντόκων, ζητά η τρόικα, επιτρέποντας έτσι στο Δημόσιο να εκδίδει πολύ περισσότερους τίτλους απ’ αυτούς που χρειάζονταν κάθε φορά για να καλύπτει έτσι τις τρύπες του προϋπολογισμού.
Αν μάλιστα η τρόικα απαιτήσει το νέο καθεστώς να ισχύσει από την αυριανή δημοπρασία, το υπουργείο Οικονομικών περιέρχεται σε δεινή θέση, καθώς η πολιτική ηγεσία του προσδοκούσε από την αυξημένη διάθεση εντόκων να καλύψει ένα μέρος της πέμπτης δόσης του δανείου, η οποία φαίνεται να κολλάει.
Όσοι είχαν την τελευταία εβδομάδα επαφές με τα στελέχη της τρόικας θεωρούν βέβαιη την απροθυμία τους να δώσουν την έγκρισή τους για να προχωρήσει η εκταμίευση της πέμπτης δόσης του δανείου, η οποία ανέρχεται σε 12 δισ. ευρώ, αναφέρει ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία».
Αντιμετωπίζοντας λοιπόν το ενδεχόμενο αυτό, το οποίο στην ουσία θα ωθούσε τη χώρα σε στάση πληρωμών, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών είχε ενημερώσει διακριτικά τις διοικήσεις των τραπεζών για την ανάγκη να προχωρήσει στην απόσυρση των προθεσμιακών καταθέσεων που διαθέτει το Δημόσιο.
Λήγουν 6,5 δισ. της εποχής Σημίτη
Η πρώτη τέτοια κίνηση αναμένεται να γίνει μεθαύριο Τετάρτη 18 Μαΐου, καθώς λήγει ένα ομόλογο αξίας 6,5 δισ. ευρώ της εποχής Σημίτη. Η χώρα θα αποφύγει τη στάση πληρωμών καθώς το Δημόσιο διαθέτει καταθέσεις 8 έως 10 δισ. ευρώ, όμως η απόσυρσή τους θα προκαλέσει μια νέα «μαύρη τρύπα» στη ρευστότητα των τραπεζών, την οποία θα πρέπει να καλύψουν με πρόσθετο δανεισμό από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Ήδη το Δημόσιο διαθέτει ένα μικρό απόθεμα από τα εξάμηνα έντοκα (2 δισ. ευρώ) που εξέδωσε την προηγούμενη εβδομάδα, καθώς τον Μάιο για την αναχρηματοδότηση εντόκων που λήγουν μέσα στο μήνα απαιτούνται μόνο 1,5 δισ. ευρώ.
Αν το νέο αυστηρότερο σύστημα δημοπρασιών δεν εφαρμοστεί από αύριο, το Δημόσιο θα μπορέσει να συγκεντρώσει στο ταμείο του άλλα 2 δισ.ευρώ, ενώ το αρχικό ύψος της δημοπρασίας είναι μόνο 1,25 δισ. ευρώ.
Οι ελεγκτές της τρόικας διαπίστωσαν έκπληκτοι ότι στις παλαιότερες δημοπρασίες εντόκων από την αρχή του χρόνου οι ελληνικές τράπεζες απορροφούσαν τη μερίδα του λέοντος. Περίπου το 70% των εντόκων που διέθετε το Δημόσιο κατέληγε στα χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών, ενώ η συμμετοχή των ξένων ήταν της τάξης του 30% με 35% κάθε φορά.
Η αυξημένη συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών έδινε στην ουσία τη δυνατότητα στο Δημόσιο να δανείζεται περισσότερα απ’ αυτά που χρειάζονταν για την αναχρηματοδότηση του βραχυχρόνιου χρέους.
Οι ελεγκτές της τρόικας καταλόγισαν ευθύνη και στις διοικήσεις των τραπεζών, οι οποίες, σύμφωνα με την «ετυμηγορία» τους, «βάζουν πλάτη στην κυβέρνηση» ενισχύοντας τη δημιουργία ενός κλίματος «χαλαρότητας» στην εφαρμογή των όρων του Μνημονίου. Παράλληλα η μεθόδευση αυτή επιτρέπει στο υπουργείο Οικονομικών να καλύπτει τις υπερβάσεις στο έλλειμμα χωρίς να λαμβάνονται τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα.
Βέβαια, η υπέρβαση του ελλείμματος κατά 2%, στο 9,5% από 7,4%, που προβλέπει για φέτος η Eurostat δεν είναι δυνατόν να καλυφθεί με τέτοιου είδους «εξυπηρετήσεις» από τις εγχώριες τράπεζες. Αν μάλιστα η τρόικα βάλει φρένο και σ’ αυτές, τότε είναι προφανές ότι δύο εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν: είτε να αναθεωρηθούν οι στόχοι του υφισταμένου Μνημονίου είτε η χώρα να υπογράψει ένα νέο.