Όλοι εντός κι εκτός κυβέρνησης γνωρίζουν ότι η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών έχει στερέψει
Με ληξιπρόθεσμες οφειλές εμφανίζεται ο ένας στους δύο φορολογούμενους, εξαιτίας της απίστευτης υπερφορολόγησης και του τεραστίου όγκου οικονομικών υποχρεώσεων στις οποίες καταφανώς δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν λόγω της μείωσης των εισοδημάτων τους ή ακόμη και της καλπάζουσας ανεργίας.
Το τραγικότερο όλων είναι ωστόσο το γεγονός ότι περί το 1,5 εκατ. υποχρέων είναι ήδη εκτεθειμένο σε αναγκαστικά μέτρα είσπραξης χρεών -συνθήκη που καταδεικνύει την ασφυκτική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η Αγορά.
Η εκρηκτική αυτή κατάσταση τελεί σε γνώση του κυβερνητικού επιτελείου που εδώ και καιρό έχει αντιληφθεί ασφαλώς ότι οι φορολογούμενοι πέον έχουν εξαντλήσει την φοροδοτική τους ικανότητα, πλην όμως επιμένει στην ασύστολη φοροεισπρακτική του τακτική προφανώς εγκλωβισμένο κι αυτό μεταξύ ρεαλισμού και απίστευτων απαιτήσεων των δανειστών της χώρας. και μάλιστα σε μια συγκυρία κατά την οποία η συζήτηση για επιβολή νέων μέτρων εν είδει τετάρτου μνημονίου φουντώνει καθημερινά.
Με βάση τα επίσημα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, τον Δεκέμβριο οι φορολογούμενοι άφησαν απλήρωτους φόρους και πρόστιμα 1,278 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα τα νέα ληξιπρόθεσμα χρέη του 2016 να ανέλθουν στα 13,906 δισ. ευρώ και το συνολικό ποσό των οφειλών να φτάσει στα 95,290 δισ. ευρώ.
Το αδιέξοδο των φορολογουμένων προκύπτει άλλωστε και από τα επίσημα στοιχεία της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με τα οποία η εφορία έχει ήδη κατασχέσει κάποιο περιουσιακό στοιχείο ή εισόδημα περισσότερων από 800.000 υπόχρεων, ενώ σε περίπου 1,5 εκατ. οφειλέτες επιπλέον δύναται να επιβληθούν αναγκαστικά μέτρα είσπραξης.
Είναι εξάλλου χαρακτηριστικό ότι ο συνολικός αριθμός των φυσικών και νομικών προσώπων με ληξιπρόθεσμες οφειλές, με βάση τα ίδια στοιχεία της ΑΑΔΕ, παραμένει σταθερά πάνω από 4 εκατ.
Η δραματική αύξηση των ληξιπρόθεσμων χρεών, σύμφωνα με τη Ναυτεμπορική, καταγράφεται μήνα με τον μήνα, από τις αρχές του προηγούμενου έτους. Είναι ενδεικτικό ότι τον Ιανουάριο τα νέα ληξιπρόθεσμα ήταν 1,456 δισ. ευρώ, τον Φεβρουάριο 2,755 δισ. ευρώ, τον Μάρτιο 3,636 δισ. ευρώ, τον Απρίλιο 4,330 δισ. ευρώ, τον Μάιο 5,584 δισ. ευρώ, τον Ιούνιο 6,807 δισ. ευρώ, τον Ιούλιο 7,618 δισ. ευρώ, τον Αύγουστο 8,986 δισ. ευρώ, τον Σεπτέμβριο εκτινάχθηκαν στα 10,340 δισ. ευρώ, τον Οκτώβριο στα 11,738 δισ. ευρώ, τον Νοέμβριο στα 12,628 δισ. ευρώ και τον Δεκέμβριο στα 13,906 δισ. ευρώ.
Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι από τις 15 Οκτωβρίου 2015 έχει αυξηθεί και το επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνονται οι οφειλέτες που έχουν ενταχθεί στη ρύθμιση των 100 δόσεων, από το 3% στο 5,05% για χρέη άνω των 5.000 ευρώ, καθιστώντας ακόμη πιο δυσβάσταχτη την εξόφλησή τους.
Βέβαια για τις οφειλές έως 5.000 ευρώ που έχουν ρυθμιστεί με τις 100 δόσεις ισχύει η μη επιβάρυνση με προσαυξήσεις, ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, ή το ανωτέρω επιτόκιο, υπό αυστηρές όμως προϋποθέσεις.
Με βάση τα ισχύοντα, ουσιαστικά η μόνη περίπτωση για όσους επιθυμούν να ρυθμίσουν πλέον τις οφειλές τους είναι να ενταχθούν στην πάγια ρύθμιση των 12, ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις, 24 δόσεων, η οποία από τις 14 Οκτωβρίου 2015 έχει γίνει ελκυστικότερη καθώς μειώθηκε το επιτόκιο από 8,05% στο 5,05%. Για να υπαχθεί κάποιος οφειλέτης στην πάγια ρύθμιση, θα πρέπει:
Να αποδεικνύεται τη δεδομένη χρονική στιγμή η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής, καθώς και η βιωσιμότητα του διακανονισμού.Να έχει υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τις εκκαθαριστικές δηλώσεις ΦΠΑ της τελευταίας πενταετίας.Να έχει εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές οι οποίες δεν υπάγονται στη συγκεκριμένη ρύθμιση.
Ταυτόχρονα, ο οφειλέτης πρέπει:
α) Να δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων, καθώς και πληροφορίες που θα περιλαμβάνουν οφειλές του σε ασφαλιστικά ταμεία ή άλλες υπηρεσίες του δημόσιου τομέα και άλλες πάγιες υποχρεώσεις προς τρίτους, το τρέχον και το αναμενόμενο (επιπλέον) εισόδημά του.
β) Για ποσό βασικής οφειλής άνω των 50.000 ευρώ, να προσκομίσει βεβαίωση, από τρίτο ανεξάρτητο εκτιμητή, περί της ορθότητας των οικονομικών στοιχείων, καθώς και των λοιπών δικαιολογητικών που αποδεικνύουν την αδυναμία εξόφλησης της οφειλής αλλά και τη βιωσιμότητα του διακανονισμού.
γ) Για ποσό οφειλής άνω των 150.000 ευρώ, εκτός από όλα τα ανωτέρω στοιχεία, απαιτείται να παρέχει εγγυήσεις ή εμπράγματες ασφάλειες.