Χάθηκε περίπου το 1/4 της αύξησης της περασμένης χρονιάς
Τέλος στην -ισχνή, έστω- αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων που παρατηρήθηκε την περασμένη χρονιά έδωσε ο Ιανουάριος, καθώς με το κλείσιμο του μηνός απωλέσθηκε περίπου το 1/4 αυτής και, σύμφωνα με τα στοιχεία των τραπεζών, νοικοκυριά και επιχειρήσεις απέσυραν περί το 1 δισ. ευρώ.
Σημειώνεται πως, στα τέλη του 2016, οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 4,3 δισ. ευρώ σε σχέση με τα τέλη του 2015, και διαμορφώθηκαν στα 121,4 δισ. ευρώ.
Η μείωση κατά κύριο λόγο αποδίδεται στην επιδείνωση του οικονομικού κλίματος, λόγω της παράτασης της αβεβαιότητας σε σχέση με τη δεύτερη αξιολόγηση και της επαναφοράς των σεναρίων περί επιστροφής στην δραχμή, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη των δανειστών.
Από την άλλη, οι καταθέτες ανησυχούν για τυχόν δέσμευση των καταθέσεών τους, σε περίπτωση που οι τράπεζες δεν καταφέρουν να μειώσουν την έκθεσή τους στους κινδύνους των «κόκκινων» δανείων. Ο φόβος για πιθανό μελλοντικό bail in δεν είναι αμελητέος κι αυτό λειτουργεί ασφαλώς αποθαρρυντικά στους καυαθέτες, θέτοντας παράλληλα σς κίνδυνο όλο το τραπεζικό σύστημα της χώρας.
Τραπεζικά στελέχη εξηγούν ότι η παράταση της αβεβαιότητας σε σχέση με την υλοποίηση του προγράμματος αποθαρρύνει και την παραμονή στις τράπεζες των κεφαλαίων που υπήρξαν το 2016 μέσα από τοποθετήσεις σε αμοιβαία κεφάλαια (money markets funds). Οι εισροές, σύμφωνα με την Καθημερινή, υπολογίζονται περί τα 2 – 3 δισ. ευρώ και αν πρόκειται για κεφάλαια που μπαινοβγαίνουν με ευκολία, λόγω της σχετικής ευελιξίας που δίνει η μερική χαλάρωση των capital controls, η επαναφορά των σεναρίων περί εθνικού νομίσματος λειτουργεί αποτρεπτικά για την παραμονή τους στο τραπεζικό σύστημα.
Πρέπει να σημειωθεί ότι το 2016 ήταν η πρώτη χρονιά, μετά την επιβολή των capital controls, που καταγράφηκε αύξηση των καταθέσεων στη χώρα. Οι συνολικές καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή οι αποταμιεύσεις που έχουν τα νοικοκυριά στις τράπεζες και η ρευστότητα που διατηρούν οι επιχειρήσεις, αυξήθηκαν από τα 117,1 δισ. ευρώ που ήταν τον Δεκέμβριο του 2015 στα 121,4 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2016. Πρόκειται για μια αύξηση της τάξης των 4,3 δισ. ευρώ μέσα σε ένα χρόνο, έπειτα από ένα αρνητικό 2015, που οι καταθέσεις κατέγραψαν μείωση κατά 23,8%.
Η άνοδος που είχε παρατηρηθεί αποδίδεται αφενός στα capital controls, αλλά και στη σχετική σταθεροποίηση που είχε υπάρξει μετά το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης τον Μάιο του 2016. Μέρος της αύξησης οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι σημαντικό τμήμα των νοικοκυριών κάνει χρήση των χρημάτων που έχει σε θυρίδες ή στρώματα για να αποπληρώσει κυρίως φορολογικές υποχρεώσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το φυσικό χρήμα που είναι σε κυκλοφορία μειώθηκε την προηγούμενη χρονιά κατά 5,1 δισ. ευρώ και από τα 48,3 δισ. ευρώ περιορίστηκε στα 43,2 δισ. ευρώ. Τα χρήματα που αποσύρθηκαν διοχετεύθηκαν μέσω του τραπεζικού συστήματος για την πληρωμή φόρων και ένα άλλο μέρος κατευθύνθηκε στην κατανάλωση, που ενισχύθηκε κατά 5,7% το τρίτο τρίμηνο του 2016.
Ειδικά τον Δεκέμβριο οι καταθέσεις εμφανίζονται αυξημένες κατά 2,8 δισ. ευρώ, ενίσχυση που συνδέεται με την καταβολή του δώρου στον ιδιωτικό τομέα (απ’ όσες επιχειρήσεις μπορούν να το καταβάλλουν ακόμη), την καταβολή του κοινωνικού επιδόματος που αποφάσισε η κυβέρνηση και τις κοινοτικές επιδοτήσεις που πληρώνονται μέσω ΟΠΕΚΕΠΕ από την Ευρωπαϊκή Ενωση και οι οποίες κατατίθενται σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Η σταθεροποίηση ωστόσο των καταθέσεων είχε ήδη διαφανεί από το καλοκαίρι και ειδικά από τον Ιούνιο, μήνα κατά τον οποίο παρατηρήθηκε πρώτη φορά άνοδος στα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών.
Η άνοδος παρατηρείται στα υπόλοιπα των λογαριασμών που τηρούν τα νοικοκυριά, οι καταθέσεις των οποίων ενισχύθηκαν από 98,1 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2015 στα 100,8 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2016, ενώ άνοδος διαπιστώνεται και στα υπόλοιπα των επιχειρήσεων, που από τα 19 δισ. ευρώ αυξήθηκαν στα 20,6 δισ. ευρώ. Η άνοδος στις επιχειρήσεις οφείλεται και και στο κλείσιμο της περιόδου, δηλαδή στη τάση για βελτίωση της ρευστότητας που θέλουν να εμφανίζουν οι επιχειρήσεις, λόγω της δημοσίευσης των οικονομικών καταστάσεων.