Η Ελλάδα θα μπορούσε, όπως το Βέλγιο παλαιότερα, να εξυγιάνει τα δημόσια οικονομικά της χωρίς να προβεί σε αναδιάρθρωση του χρέους, υποστηρίζει σε συνέντευξή του στη βελγική εφημερίδα “Λ Εκό” ο Πέτερ Πρατ, Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας του Βελγίου και μελλοντικό διευθυντικό στέλεχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Ο Πέτερ Πρατ, ο οποίος τοποθετείται στην ΕΚΤ την 1η Ιουνίου για οκταετή θητεία, τονίζει ότι ο κύριος ρόλος της ΕΚΤ, στην τωρινή συγκυρία, είναι η εξασφάλιση της σταθερότητας των τιμών και διαφωνεί με εκείνους που πιστεύουν ότι ο πληθωρισμός αποτελεί λύση στο πρόβλημα του χρέους. Αναφέρει, ως ιστορικό παράδειγμα, τον γερμανικό υπερπληθωρισμό, ο οποίος «υπήρξε καταστροφή για τη Γερμανία, αλλά και για την ανθρωπότητα» (.) «Έτσι, τρέφουμε το λαϊκισμό. Δημιουργούμε την εντύπωση ότι υπάρχει ανώδυνος δρόμος για την έξοδο από την κρίση, ενώ δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις» σημειώνει ο Βέλγος Τραπεζίτης.
Σχετικά με τις προβλέψεις των οικονομολόγων για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ο Πέτερ Πρατ ανέφερε: «Η λογική τους είναι ίδια με εκείνη που αναπαράγεται για τον πληθωρισμό: είναι λάθος να πιστεύει κανείς ότι η αναδιάρθρωση θα δώσει λύση στα περισσότερα προβλήματα της χώρας. Τα προβλήματα θα παραμείνουν. Η Ελλάδα πρέπει οπωσδήποτε να προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η χώρα τις χρειάζεται. Το βλέπουμε στις υπηρεσίες ή στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης. Εάν τα φορολογικά έσοδα εισπράττονται τόσο άσχημα και αν η φοροδιαφυγή είναι τόσο μεγάλη, οφείλεται επίσης στην κακή οργάνωση της Διοίκησης.
Πρέπει να συνυπολογίσουμε τις επιπτώσεις μίας αναδιάρθρωσης του χρέους. Θα μπαίναμε σε τελείως άγνωστη ζώνη: τι θα γινόταν με τον ελληνικό τραπεζικό τομέα; Με τον κίνδυνο εξάπλωσης της κρίσης στο εξωτερικό;» τόνισε ο κ. Πρατ.
«Κάποτε, η κατάσταση του Βελγίου ήταν σχεδόν το ίδιο ανησυχητική με εκείνη της Ελλάδας. Το 1993, το δημόσιο χρέος μας έφτανε το 134% του ΑΕΠ. Ορισμένοι πιστεύουν ότι είναι αδύνατον, για την Ελλάδα, να παρουσιάσει πρωτογενές πλεόνασμα (δημοσιονομικό πλεόνασμα χωρίς τα έξοδα των επιτοκίων) στο 6% του ΑΕΠ. Είναι όμως δυνατό, χωρίς υποτίμηση ή αναδιάρθρωση όπως αυτό επιτεύχθηκε στο Βέλγιο. Χάρη στα μέτρα εξυγίανσης, καταγράψαμε, ανάμεσα στο 1998 και το 2001, πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 6% (έως 6,8%). Το ΔΝΤ δεν θα είχε ποτέ εγκρίνει ένα σχέδιο βοήθειας για την Ελλάδα, εάν αυτό δεν ήταν ρεαλιστικό. Αλλά δεν είναι εύκολο να κερδίσεις την ομοφωνία, στην ελληνική κοινωνία, ώστε να υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις αυτές», κατέληξε ο βέλγος τραπεζίτης.