To ασφαλιστικό εξακολουθεί να αποτελεί βασική προτεραιότητα και στη δεύτερη αξιολόγηση, γιατί, παρά τις πολυάριθμες παρεμβάσεις που έγιναν, παραμένει δαπανηρό, δήλωσε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε ομιλία που έκανε σήμερα σε συνέδριο.
Ο ίδιος είπε ότι σήμερα δεν είναι εφικτό στην Ελλάδα ένα επαρκές και ταυτόχρονα βιώσιμο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα και πρότεινε τη συμπλήρωση του συστήματος της κοινωνικής ασφάλισης με την ιδιωτική (σε ατομική βάση) και την επαγγελματική ασφάλιση (σε επίπεδο επιχείρησης).
Οι μεταβιβάσεις από τον κρατικό προυπολογισμό στα ασφαλιστικά ταμεία/ΕΦΚΑ, είπε ο κεντρικός τραπεζίτης, ανήλθαν σε 7,6% του ΑΕΠ το 2016 και αναμένεται να φθάσουν το 9,9% του ΑΕΠ το 2017, καθώς οι συντάξεις του δημοσίου θα παρέχονται πλέον και αυτές από τον ΕΦΚΑ (σ.σ.: τα στοιχεία αυτά συμπίπτουν με αυτά που είχε δώσει ο Πόουλ Τόμσεν και είχαν αμφισβητηθεί από την κυβέρνηση).
Μάλιστα, ο Διοικητής θεωρεί ότι τα μεγέθη αυτά μπορεί να είναι τελικά ακόμη υψηλότερα, καθώς εκτιμάται ότι θα υπάρξει υστέρηση των εσόδων του ΕΦΚΑ σε σχέση με τον στόχο του 2017 και εκκρεμεί ακόμη η καταβολή σύνταξης σε σημαντικό αριθμό συνταξιούχων.
«Αυτό το πλαίσιο εκτυλισσόμενων περικοπών στις συντάξεις δείχνει ότι ένα επαρκές και, ταυτόχρονα, βιώσιμο «αμιγώς κοινωνικοασφαλιστικό» σύστημα δεν είναι οικονομικά εφικτό υπό τις παρούσες συνθήκες στην Ελλάδα», σημείωσε ο κ. Στουρνάρας, προσθέτοντας: «Η οικειοποίηση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών είναι δύσκολη, αλλά μπορεί να ενισχυθεί με πολιτικές που αυξάνουν το εισόδημα των συνταξιούχων στο μέλλον, παρέχοντας έτσι ένα κατάλληλο κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας και μετριάζοντας τις κοινωνικοπολιτικές αντιδράσεις ή τον κίνδυνο αντιστροφής των μεταρρυθμίσεων.
Οι πολιτικές αυτές περιλαμβάνουν την παράταση του εργασιακού βίου και την αύξηση της απασχολησιμότητας των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας, την ενθάρρυνση της ιδιωτικής αποταμίευσης ή, η μέθοδος που είναι συνηθέστερη και πιο πρόσφορη, τη συμπλήρωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που συσσωρεύονται στο πλαίσιο των δημόσιων συστημάτων του πρώτου πυλώνα με συστήματα επαγγελματικής ασφάλισης του δεύτερου πυλώνα και με προσωπικά συνταξιοδοτικά προϊόντα του τρίτου πυλώνα.
Η οικονομική ασφάλεια μετά τη συνταξιοδότηση δεν πρέπει και δεν μπορεί να παρέχεται από μία και μόνη πηγή: τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης, τα συνταξιοδοτικά προγράμματα που παρέχουν οι εργοδότες και οι προσωπικές αποταμιεύσεις είναι όλα τους απαραίτητα και συμπληρωματικά τμήματα ενός ενιαίου συστήματος που του διασφαλίζουν προσιτό κόστος, επάρκεια και βιωσιμότητα».