Και προτείνει επενδυτικό πρόγραμμα 1 δισ. για την Ελλάδα
Βέβαιος πως στα μέσα Μαΐου θα υπάρξει συνολική συμφωνία για το ελληνικό πρόγραμμα και πως είναι εξασφαλισμένη η περαιτέρω χρηματοδότηση από τον ESM, ανεξάρτητα από το εάν θα εξακολουθήσει να συμμετέχει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, εμφανίζεται ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών Χανς-Γεργκ Σέλινγκ σε σημερινή συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα «Ντερ Στάνταρντ».
Τάσσεται μάλιστα υπέρ της χρηματοδότησης έκτακτων επενδύσεων σε υποδομές στην Ελλάδα, ύψους ενός δισεκατομμυρίου ευρώ.
Ο Χανς-Γεργκ Σέλινγκ επισημαίνει το γεγονός πως το 2016 η ανάπτυξη στην Ελλάδα ήταν υπεράνω των προσδοκιών και πως τώρα η Αθήνα βρίσκεται και δημοσιονομικά σε καλό δρόμο στη βάση του προγράμματος, ενώ ο ίδιος επαινεί ταυτόχρονα την πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης για εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών μέτρων στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος βοήθειας, και υποστηρίζει τη χρηματοδότηση έκτακτων επενδύσεων σε υποδομές στην Ελλάδα, ύψους ενός δισεκατομμυρίου ευρώ.
Όπως παρατηρεί, εάν συνεχιστεί η έως τώρα πορεία, αυτό θα είναι ένα καλό σημάδι, καθώς όλες αυτές οι συζητήσεις ως προς τα προγράμματα και τις πληρωμές οδηγούσαν σε ανασφάλεια που πρέπει τώρα να απομακρυνθεί και να υπάρξουν αποφάσεις, και ως εκ τούτου πρέπει να καταβληθούν όλες οι προσπάθειες ώστε το Μάιο να υπάρξει συνολική συμφωνία για να τερματιστεί η φάση της ανασφάλειας.
Σύμφωνα με τον Αυστριακό υπουργό Οικονομικών, η διαδικασία είναι τελείως σαφής, υπάρχει η κατ’ αρχήν πολιτική συμφωνία στη Μάλτα, ακολουθεί η συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο, η οποία το Μάιο θα επιστρέψει στους υπουργούς Οικονομικών που θα πάρουν τις απαραίτητες αποφάσεις, θα τις προωθήσουν στον ESM, που θα αποδεσμεύσει τις πληρωμές, οι οποίες θα πρέπει να διαμορφωθούν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε σε κάθε περίπτωση μέχρι το τέλος της χρονιάς να μην υπάρχει πλέον κανένα πρόβλημα.
Ο κ. Σέλινγκ αναφέρει πως δεν υπήρξε συζήτηση ως προς μία διαγραφή ελληνικού χρέους, και πως δεν προβλέπεται από τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης που δεν συμμερίζονται αυτή την αιτίαση από μέρους του ΔΝΤ, το οποίο τώρα, στη βάση των νέων μέτρων, πρέπει να καταθέσει προς εξέταση μία νέα ανάλυση ως προς τη βιωσιμότητα.
Ως προς την περαιτέρω συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, θεωρεί ότι υπάρχουν δύο παράγοντες, αφενός η οικονομική του συμμετοχή που αποτελεί σημαντικό σημάδι και αφετέρου η τεχνογνωσία του στην οικονομική εξυγίανση χωρών που δεν θα πρέπει να υποτιμάται. Για τους λόγους αυτούς είναι κοινή επιθυμία των υπουργών Οικονομικών η παραμονή του ΔΝΤ, που, αν αποφασίσει διαφορετικά, τότε θα βρεθεί μία άλλη λύση, και θεωρητικά οι Ευρωπαίοι θα μπορούσαν να αναλάβουν το ρόλο του.
Ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών σημειώνει πως είναι ακόμη άγνωστο αν κανείς χρειάζεται το χρηματοδοτικό εύρος του ΔΝΤ, καθώς, όπως αναφέρει, σύμφωνα με τον ESM, για το πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών στην Ελλάδα απαιτούνται λιγότερα από εκείνα που προβλέπονται στο αρχικό πρόγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει συνολικά 86 δισεκατομμύρια ευρώ, με στόχο, μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών να ακολουθήσει η ιδιωτικοποίησή τους.
Ως προς το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών στην Ελλάδα ο ίδιος τονίζει πως δεν αναμένει κάτι τέτοιο, πως μάλλον θα πρέπει να υπάρξει εθνική στήριξη, διότι τα συμφωνηθέντα προγράμματα σε κάθε περίπτωση ισχύουν και μετά από οποιεσδήποτε εκλογές, και πως για τη χώρα θα ήταν καλό να ξεπεράσει τις κοινωνικούς διχασμούς για να πάει και πάλι μπροστά.
Ο ίδιος θα προχωρούσε ακόμη ένα βήμα και θα πρότεινε να εξεταστεί η περίπτωση έναρξης ενός μεγάλου επενδυτικού προγράμματος στην Ελλάδα μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ίσως μαζί με τον ESM, με πέντε μεγάλα αντικείμενα επενδύσεων, ύψους ενός δισεκατομμυρίου ευρώ, ώστε να υπάρξει μία επιπλέον ώθηση, για παράδειγμα σε σχέση με την ενέργεια, καθώς η Ελλάδα κάνει εισαγωγές ενέργειας παρά το γεγονός ότι διαθέτει επαρκώς ήλιο και ανέμους, όπου, κατά την άποψή του, θα μπορούσαν να βρεθούν επενδυτές σε τεχνολογίες του μέλλοντος, όπως για τη δημιουργία πάρκων αιολικής ενέργειας.
Στην μακροσκελή συνέντευξή του στην «Ντερ Στάνταρντ», ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών αναφέρεται, μεταξύ άλλων, και στους λόγους για τους οποίους έχει εκτονωθεί τώρα η ένταση στις διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με τους δανειστές:
Αφενός είναι η αλλαγή στη διαδικασία του συστήματος, όπου, σε αντίθεση με το παρελθόν, η εκταμίευση βοήθειας ακολουθεί έπειτα από την ψήφιση νόμων και την εφαρμογή των μέτρων.
Αφετέρου, όπως σημειώνει, είναι τα πρόσωπα, καθώς με τον νέο υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο οι διαπραγματεύσεις μπορεί στην ουσία να είναι επίσης σκληρές, ωστόσο με τη στάση του ο ίδιος είναι πολύ πιο δεσμευτικός και φιλικός.
Παλιότερα υπήρχε ένας λόγος για εμπόδια και αναστάτωση, διότι έρχονταν κάθε τόσο προκλήσεις από τον προκάτοχό του, τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος προκαλούσε την εντύπωση πως η Ελλάδα ήταν το θύμα και οι άλλοι οι θύτες, κάτι που, σύμφωνα με τον Αυστριακό υπουργό Οικονομικών, ήταν τελείως κακό για το κλίμα, αλλά αυτό δεν υπάρχει πλέον και ως εκ τούτου τα πράγματα είναι σαφώς απλούστερα.