Περίπου 140 χιλιάδες επιστήμονες και επαγγελματίες εγκατέλειψαν την Ελλάδα στην κρίση
Διαστάσεις εθνικής αιμορραγίας προσλαμβάνει πλέον η φυγή των νέων επιστημόνων της χώρας μας στο εξωτερικό, προς αναζήτηση μιας αξιοπρεπούς εργασίας και ενός ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος.
Τα φωτεινά μυαλά της Ελλάδας δραπετεύουν καθημερινά και η Πολιτεία δείχνει αδύναμη να τα συγκρατήσει, μην έχοντας τίποτα πειστικό για να τα δελεάσει. Εκτιμάται ότι τα τελευταία επτά χρόνια της κρίσης περίπου ένα εκατομμύριο Ελληνες εγκατέλειψαν τη χώρα. Από αυτούς, ένα μεγάλο κομμάτι είναι νέοι από 18 έως 30 ετών που αναζητούν πρώτα μια αξιόπιστη κατάρτιση και στη συνέχεια μια δουλειά με εγγυημένες αποδοχές, έστω κι αν αυτό τους αναγκάζει στην ξενιτιά και την αποκοπή από την οικογένεια και τους φίλους.
Το μόνο που επιτεύχθηκε τα τελευταία χρόνια είναι όλη αυτή η επιστημονική αφρόκρεμα διαφόρων ειδικοτήτων να στελεχώσει όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές, και όχι μόνο, χώρες. Οι Ελληνες επιστήμονες είναι περιζήτητοι στο εξωτερικό. Οι Ευρωπαίοι μάλιστα κάνουν λόγο για «εξαγωγή ανθρώπινου κεφαλαίου», η αξία του οποίου δεν μπορεί ακόμα να προσδιοριστεί, αλλά ούτε και να εκτιμηθεί, ενώ την ίδια στιγμή αναφέρονται σε μια «χρυσή περίοδο επενδύσεων ξένων κεφαλαίων».
Η μετανάστευση είναι στη μοίρα του Ελληνα. Ωστόσο το σημερινό μεταναστευτικό ρεύμα δεν μπορεί να συγκριθεί με τα προηγούμενα. Την πρώτη μετανάστευση τη συναντάμε την περίοδο από το 1903 έως το 1917 και τη δεύτερη από το 1960 έως το 1972. Το τρίτο κατά σειρά κύμα μετανάστευσης ξεκίνησε με το που εμφανίστηκε η οικονομική κρίση το 2008, και από τότε έως σήμερα ο εξαγωγικός δείκτης του φαινομένου «brain drain» διαρκώς αυξάνεται.
Σήμερα η μετανάστευση των Ελλήνων έχει τη μορφή εξαγωγής «προϊόντων αρίστης ποιότητας». Σύμφωνα με έρευνες, το μεγαλύτερο ποσοστό των μεταναστών έχει πάνω από ένα πτυχίο, μεταπτυχιακό και διδακτορικό. Συγκεκριμένα, το 73% κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο, το 51% διδακτορικό και το 41% τουλάχιστον έναν τίτλο σπουδών από ένα από τα 100 καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου.
Η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν τους πλέον δημοφιλείς προορισμούς των Ελλήνων μεταναστών, απορροφώντας πάνω από το 50%, και ακολουθεί η Ολλανδία. Πάντως, σύμφωνα με την έρευνα της ICAP, οι κυριότεροι λόγοι που οδηγούν τους νέους στην αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής και εργασίας στο εξωτερικό είναι η έλλειψη αξιοκρατίας και η διαφθορά στην Ελλάδα (ποσοστό 40%), η οικονομική κρίση και η αβεβαιότητα (37%) και οι προοπτικές εξέλιξης στη χώρα του εξωτερικού (34%).
Ενδεικτικό της διάστασης που προσλαμβάνει το όλο ζήτημα είναι η συνεχώς αυξανόμενη φυγή των νοσοκομειακών γιατρών στο εξωτερικό, με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις σε ειδικευόμενους γιατρούς, κάτι που σηματοδοτεί την αδυναμία στελέχωσης πλέον των νοσοκομείων μας.
Το πεδίο σπουδών της πλειονότητας των Ελλήνων που προτιμούν τη μετανάστευση είναι μηχανικοί (19%) και ακολουθούν οι απόφοιτοι σχολών Πληροφορικής (12%), Διοίκησης Επιχειρήσεων (10%), Λογιστικής και Χρηματοοικονομικών (9%), Οικονομικών Επιστημών (7%). Με πολύ χαμηλό ποσοστό ακολουθούν οι απόφοιτοι των τμημάτων Ιατρικής, Βιολογίας, Επιστημών Υγείας, Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού, Ψυχολογίας, Πολιτικών Επιστημών, Τουριστικών Επαγγελμάτων, Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ γενικά, όπως και άλλες πολλές.
Οι περισσότεροι νέοι που έχουν ολοκληρώσει τις προπτυχιακές τους σπουδές στην Ελλάδα (80%) έχουν φύγει στην Αγγλία (49%) για την απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και διδακτορικό (40%). Από τις χώρες του εξωτερικού, το 46% θεωρεί τη Μεγάλη Βρετανία ιδανική για καλύτερες προοπτικές εξέλιξης, καθώς έχει σε γενικές γραμμές καλύτερη οικονομία σε σχέση με άλλες χώρες (38%) και καλύτερες εργασιακές συνθήκες (35%).
Χαρακτηριστική είναι η άρνηση του 97% των Ελλήνων που βρίσκονται στο εξωτερικό να επιστρέψει στη χώρα, ενώ το 3% εξέφρασε τη θέληση κάποια στιγμή να γυρίσει στη χώρα. Επίσης, σύμφωνα με το Πρώτο Θέμα, περισσότεροι από τους μισούς, ήτοι το 54%, έχουν στο μυαλό τους χρονικό ορίζοντα άνω των 5 χρόνων παραμονής τους στο εξωτερικό. Το 70% εργάζεται χωρίς διοικητική ευθύνη, ενώ οι αποδοχές του 57% είναι της τάξης των 21.000 έως 60.000 ευρώ.
Σε σχέση με την αντίστοιχη έρευνα του 2015 διαπιστώθηκε ότι οι νέοι που εργάζονται στο εξωτερικό έχουν πιο βελτιωμένο προφίλ αποδοχών. Επίσης, ποσοστό 35% έναντι του 30% του 2015 δηλώνει ότι θεωρεί απίθανη την επιστροφή του στην Ελλάδα.
Αντίμετρα κατόπιν εορτής
Νομοθετικές παρεμβάσεις στον νέο αναπτυξιακό νόμο του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης – Πόροι 240 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Η διαρροή των Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό ανησυχεί ιδιαιτέρως και την κυβέρνηση, που διαπιστώνει ότι αν δεν πάρει άμεσα μέτρα, στην Ελλάδα δεν θα μείνει κανείς με δεύτερο πτυχίο ή μεταπτυχιακό.
Ακόμη περισσότερο το εν λόγω φαινόμενο ανησυχεί την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, που διαπιστώνει ότι οι χαμηλές δυνατότητες επαγγελματικής εξέλιξης επηρέασαν το κύμα νέων επιστημόνων που αποφοιτούν από τα ελληνικά πανεπιστήμια, αλλά δεν μπορούν πια να ελπίζουν σε μια αξιοπρεπή και ασφαλή εργασία.
Μιλώντας στο Πρώτο Θέμα, ο αναπληρωτής υπουργός Παιδείας αρμόδιος για θέματα Ερευνας Κώστας Φωτάκης προαναγγέλλει θεσμικές και νομοθετικές παρεμβάσεις στον αναπτυξιακό νόμο, ο οποίος περιέχει στοιχεία που στηρίζουν επιχειρήσεις, τύπου startup, οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν καινοτόμες και θα δημιουργηθούν από νέους επιστήμονες στα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα. Ο ίδιος τονίζει: «Στόχος μας είναι η αναχαίτιση της μονόπλευρης φυγής και στη θέση της να υπάρξει μια ισορροπημένη αμφίδρομη κινητικότητα επιστημόνων».
Ο κ. Φωτάκης, αφού επισημαίνει ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει τις επιπτώσεις από το brain drain, περιγράφει το σχέδιο του υπουργείου Παιδείας για την αντιμετώπιση του προβλήματος: «Διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για την απασχόληση επιστημόνων με υψηλές δεξιότητες σε τμήματα έρευνας και ανάπτυξης επιχειρήσεων και μέσω της δημιουργίας νέων καινοτόμων επιχειρήσεων από τους ίδιους τους επιστήμονες (startups)».
Η υλοποίηση του σχεδίου βασίζεται σε μια σειρά από θεσμικές, νομοθετικές και χρηματοδοτικές παρεμβάσεις.
Όπως αποκαλύπτει ο κ. Φωτάκης, οι νομοθετικές παρεμβάσεις περιλαμβάνουν άρθρα του νέου αναπτυξιακού νόμου που έχει διαμορφώσει το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης και ευνοούν τη δημιουργία και ανάπτυξη καινοτόμων επιχειρήσεων και διατάξεις του νόμου για την έρευνα που δημιουργούν ένα ιδιαίτερα ελκυστικό περιβάλλον για την ανάληψη και υλοποίηση ερευνητικών έργων από νέους επιστήμονες.
Μεταξύ αυτών, ξεχωρίζει η δυνατότητα που δίνεται σε μεταδιδάκτορες ερευνητές να είναι οι ίδιοι οι επιστημονικοί υπεύθυνοι ερευνητικών έργων που έχουν προτείνει και έχουν κριθεί θετικά. Η δυνατότητα αυτή είναι ιδιαίτερα ελκυστική, αφού επιτρέπει τη δημιουργία της δικής τους ερευνητικής ομάδας και την ανάδειξη της δημιουργικότητας, των δεξιοτήτων και του ταλέντου τους.
Ταυτόχρονα, επειδή τα έργα αυτά υλοποιούνται σε ελληνικά ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα, εμπλουτίζουν το ανθρώπινο δυναμικό που ήδη υπάρχει σε αυτά και μπορεί να οδηγήσουν σε ενδιαφέρουσες μοχλεύσεις ανθρώπινου δυναμικού και πόρων συνολικά.
Οι πόροι, όπως εξηγεί ο αναπληρωτής υπουργός, «προέρχονται κατ’ αρχάς από το Δημόσιο. Παραδείγματα αποτελούν η έγκριση 1.000 νέων θέσεων τακτικού προσωπικού σε ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα για τη διετία 2017-2018 και η σημαντική αύξηση της χρηματοδότησης της έρευνας από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) που έφθασε από τα 97 εκατ. ευρώ το 2014 σε 148 εκατ. το 2016».
Επίσης, όπως τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός, «το ερευνητικό πρόγραμμα της Ε.Ε. “Ορίζοντας 2020” στο οποίο, παρά τον έντονο ανταγωνιστικό του χαρακτήρα, οι Ελληνες ερευνητές διαπρέπουν, είναι μια άλλη πηγή χρηματοδότησης και, τέλος, το ΕΣΠΑ 2014-2020 που προβλέπει ιδιαίτερα υψηλή χρηματοδότηση, της τάξεως των 1,2 δισ. ευρώ, κυρίως, για δράσεις εφαρμοσμένης έρευνας και καινοτομίας. Κατά την επταετή διάρκεια ΕΣΠΑ αναμένεται να ωφεληθούν περισσότεροι από 9.000 νέοι επιστήμονες.
Σε αυτό έρχονται να προστεθούν πόροι και από πρόσφατη πρωτοβουλία που αναλάβαμε με τη δανειακή σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ύψους 240 εκατ. Πόροι τους οποίους διαχειρίζεται το Ελληνικό Ιδρυμα Ερευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ)».
Σύμφωνα με τον κ. Φωτάκη, «οι πόροι αυτοί κατανέμονται εμπροσθοβαρώς. Συγκεκριμένα για το 2017 ένα ποσό περίπου 107 εκατ. ευρώ προβλέπεται για τη στήριξη υποψήφιων διδακτόρων (23,5 εκατ.), ερευνητικών έργων μεταδιδακτόρων (24 εκατ.), μελών ΔΕΠ και ερευνητών (23 εκατ.), για επιστημονικό εξοπλισμό (30 εκατ.) και προβολή της επιστήμης στην κοινωνία (6 εκατ.)».