Τι δείχνουν τα στοιχεία από την έρευνα της Ernst & Young
Το απρόβλεπτο επιχειρηματικό και πολιτικό τοπίο, καθώς και οι μεταβολές στο ρυθμιστικό περιβάλλον, είναι μεταξύ των κορυφαίων γεωπολιτικών δραστικών μετασχηματισμών που ωθούν τις επιχειρήσεις να επιδιώξουν αποεπενδύσεις. Ωστόσο, οι αιτίες διαφέρουν ανάλογα με το γεωγραφικό αποτύπωμα των επιχειρήσεων, σύμφωνα με την έκτη έκδοση της ετήσιας έρευνας της EY, 2017 Global Corporate Divestment Study, η οποία καταγράφει της απόψεις περισσότερων από 900 στελεχών εταιρειών παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας.
Οι επιχειρήσεις στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική (EMΑA) αναφέρουν ότι εξωτερικοί παράγοντες, όπως οι γεωπολιτικές ανησυχίες, αποτελούν το σημαντικότερο στοιχείο που οδηγεί σε αποεπενδύσεις. Παράλληλα, το 81% των ερωτηθέντων αναφέρει την πολιτική αστάθεια της περιοχής και το 73% επικαλείται το Brexit, μεταξύ των σημαντικότερων θεμάτων.
Η γεωπολιτική αβεβαιότητα απασχολεί τις μεγάλες επιχειρήσεις της EMΑA σε σχεδόν διπλάσιο βαθμό από τις αντίστοιχες επιχειρήσεις στην Αμερικανική ήπειρο (59% έναντι 30%), οδηγώντας σε ταχύτερες πωλήσεις, αλλά με μειωμένες τιμές πώλησης και χαμηλότερο βαθμό ικανοποίησης από τη μακροπρόθεσμη αξία που προκύπτει.
Κατά την έρευνα διαπιστώθηκαν, επίσης, σημαντικές γεωγραφικές διαφοροποιήσεις ως προς την επιτυχία των αποεπενδύσεων σε όλο τον κόσμο, λόγω της έμφασης στην ταχύτητα, σε σχέση με την αξία. Μόνο το 62% των επιχειρήσεων στην EMΑA αναφέρει ότι οι αποεπενδύσεις δημιούργησαν μακροπρόθεσμη αξία, έναντι του 88% στην Αμερικανική ήπειρο και του 80% στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού.
Μεταξύ των επιχειρήσεων της ΕΜΑΑ, το 43% δίνει προτεραιότητα στην ταχύτητα της ολοκλήρωσης έναντι της αξίας της αποεπένδυσης, σε σύγκριση με μόλις 18% στην Αμερικανική ήπειρο και 29% στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού.
Στην Αμερικανική ήπειρο, το 57% των στελεχών πολυεθνικών εταιρειών αναφέρει ότι οι αποφάσεις τους για αποεπένδυση έχουν ως κίνητρο τις τεχνολογικές αλλαγές, ενώ ένα συντριπτικό 84% επικεντρώνεται σε νέες αλλαγές του ρυθμιστικού περιβάλλοντος. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η πολιτική αστάθεια έχει, επίσης, σημαντικό αντίκτυπο στις αποφάσεις αποεπένδυσης, καθώς το 56% του συνόλου των ερωτηθέντων δηλώνει ότι ένα απρόβλεπτο περιβάλλον καθιστά πιο πιθανή την απόφαση αποεπένδυσης.
Οι δυο όψεις των φορολογικών μεταρρυθμίσεων
Η φορολογία έχει γίνει πλέον ένα θέμα αυξανόμενης ανησυχίας για τις επιχειρήσεις που σκέφτονται να αποεπενδύσουν, ωστόσο, όπως διαπιστώνει η έρευνα, το μεταβαλλόμενο φορολογικό τοπίο προσφέρει, παράλληλα, και ευκαιρίες. Σχεδόν οι μισές (48%) επιχειρήσεις πιστεύουν ότι οι φορολογικές προκλήσεις έχουν αυξηθεί, περιπλέκοντας την υλοποίηση των αποεπενδύσεων κατά τον τελευταίο χρόνο. Σε ό,τι αφορά στη στρατηγική, το 80% των επιχειρήσεων αναφέρει ότι η προετοιμασία πριν την πώληση, προκειμένου να μετριαστεί η μείωση των τιμών λόγω φορολογικών κινδύνων, έχει αποδειχθεί αποτελεσματική.
Αξιοποιώντας την τεχνολογία για τη μελλοντική θωράκιση των επιχειρήσεων
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, οι ιθύνοντες των εταιρειών αναγνωρίζουν την αξία των analytics. Η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων (88%) αναφέρει ότι τα προηγμένα analytics θα μπορούσαν να τους επιτρέψουν να λαμβάνουν ταχύτερες και ορθότερες αποφάσεις για τις αποεπενδύσεις, καθώς και να βελτιώσουν τη διαδικασία προετοιμασίας.
Η αποτελεσματικότητα των analytics περιγραφικού και προγνωστικού χαρακτήρα (descriptive and predictive analytics) στη διαδικασία λήψης αποφάσεων χαρτοφυλακίου πλέον αναγνωρίζεται ευρέως. Ενώ μόλις το 21% των στελεχών αναφέρθηκε στην αποτελεσματικότητα των επεξηγηματικών analytics (prescriptive analytics) κατά τη διαδικασία αποεπένδυσης, μεταξύ των επιχειρήσεων με τις κορυφαίες επιδόσεις το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 49% – ποσοστό αυξημένο κατά 28 ποσοστιαίες μονάδες στο ευρύτερο σύνολο. Ωστόσο, τα επεξηγηματικά analytics – τα οποία συμβάλλουν στην εκτίμηση της βελτιστοποίησης απόδοσης, με βάση μία συγκεκριμένη επιχειρηματική στρατηγική – δεν έχουν ακόμη κερδίσει την εμπιστοσύνη του 48% των εταιρειών που δεν τα χρησιμοποιεί ή αναφέρει ότι δεν τα θεωρεί αποτελεσματικά.
Σε ό,τι αφορά στην ευρεία χρήση μιας τεχνολογικής πλατφόρμας για τη βελτίωση του λειτουργικού μοντέλου μιας επιχείρησης, το 49% των επιχειρήσεων αναφέρει ότι αναζητά να επενδύσει σε τεχνολογίες όπως η ρομποτική, η τεχνητή νοημοσύνη (AI), το λογισμικό ως υπηρεσία (software as a service – SaaS) και το Internet of Things (IoT), για να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα μελλοντικών αποεπενδύσεων.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, ο κ. Τάσος Ιωσηφίδης, επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων της ΕΥ Ελλάδος, παρατηρεί: «Η συνεχής αξιολόγηση του χαρτοφυλακίου και η αποτελεσματική ανακατανομή των κεφαλαίων επιτρέπει στις επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν νέες ευκαιρίες, αλλά και να μπορέσουν να συμβαδίσουν με τις ραγδαίες αλλαγές της τεχνολογίας και τις μεταβαλλόμενες ανάγκες και προτιμήσεις των καταναλωτών. Επιπλέον, η αποεπένδυση αποτελεί μια σημαντική επιλογή για τις ελληνικές επιχειρήσεις που αναζητούν κεφάλαια για να χρηματοδοτήσουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη των βασικών τους δραστηριοτήτων. Ωστόσο, η αποκατάσταση του επενδυτικού κλίματος στη χώρα μας αποτελεί προϋπόθεση για μια επιτυχημένη αποεπένδυση στη σωστή αξία».