Απαγορευμένα QE και Αγορές στο άμεσο μέλλον
Το deal που επετεύχθη στο πρόσφατο Eurogroup αποδεσεύει την καταβολή της δόσης των 8,5 δισ. ευρώ, ώστε να διαφύγει τον κίνδυνο μιας ακόμη κρίσης ρευστότητας στην καρδιά του καλοκαιριού, αλλά επί της ουσίας όλα τα υπόλοιπα ζητήματα ετέθησαν με «θολό» και ασαφές περίγραμμα.
Στην ανάλυσή της, η Societe Generale αναφέρει ότι η συμφωνία απέχει πολύ από το να είναι οριστική. Παρά το ότι το Eurogroup παρείχε κάποιες περισσότερες λεπτομέρειες, το πακέτο των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους εξακολουθεί να είναι ασαφές και σε καμία περίπτωση δεν έχει οριστικοποιηθεί, ενώ θα εφαρμοστεί μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος και «στον βαθμό που αυτό θα κριθεί απαραίτητο».
Το ΔΝΤ θα συμμετέχει σε ένα πρόγραμμα Standby με συμφωνία επί της αρχής, δηλαδή η εκταμίευση των χρημάτων του θα γίνει αργότερα και όταν το Eurogroup ολοκληρώσει τα μέτρα για το χρέος και ακολουθήσει η έκθεση βιωσιμότητας.
Το σχέδιο αποσαφήνισης της ελάφρυνσης του χρέους (και άλλων παραμέτρων) ενδέχεται να μην είναι έτοιμο πριν από το α΄ εξάμηνο του 2018 (δηλαδή αρκετά μετά τις γερμανικές εκλογές), επομένως υπάρχει σοβαρή αμφιβολία εάν τελικά το ΔΝΤ θα δώσει χρήματα για το ελληνικό πρόγραμμα Επιπλέον, η συμμετοχή του ΔΝΤ – εάν υπάρξει – θα είναι ως επί το πλείστον συμβολική (2 δισ. δολάρια).
Η Ελλάδα θα είναι λοιπόν σε θέση να καλύψει τις αποπληρωμές του Ιουλίου, αλλά το χρέος της δεν φαίνεται βιώσιμο και μία επιτυχής και βιώσιμη έξοδος στις αγορές είναι απίθανο να υπάρξει. Όλα αυτά με τη σειρά τους κλείνουν τον δρόμο του QE.
Οι λήξεις των ομολόγων του Ιουλίου (3,8 δισ. στην ECB, 2,3 δισ. σε ιδιώτες ομολογιούχους και 300 εκατ. στο ΔΝΤ) είναι οι τελευταίες μεγάλες υποχρεώσεις για την Ελλάδα το 2017, αφού έχει μικρές πληρωμές προς το ΔΝΤ (κεφάλαιο και τόκοι ύψους έως 160 εκατ. ευρώ) έως το τέλος του 2018.
Το 2018, η πρώτη μεγάλη αποπληρωμή θα γίνει τον Ιανουάριο του 2018, με 445 εκατ. προς το ΔΝΤ και μετά τον Ιούλιο, με αποπληρωμής 1,8 δισ. στην ΕΚΤ. Ετσι, η Ελλάδα μπορεί να ζει με τα δικά της μέσα, ειδικά εάν τρέχει πρωτογενές πλεόνασμα, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 2018. Έτσι το τρέχον πρόγραμμα αναμένεται να τρέξει ομαλά.
Απαιτείται νέο μνημόνιο
Ωστόσο ένα τέταρτο πρόγραμμα θα χρειαστεί σε κάποιο σημείο. Μόλις τελειώσει το τρίτο πρόγραμμα, θα υπάρχουν δύο λύσεις:
α) Η Ελλάδα αποκτά πρόσβαση στις αγορές και μπορεί να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της.
β) Θα χρειαστεί ένα άλλο πρόγραμμα.
Δεδομένης της συμφωνίας που εγκρίθηκε στην Eurogroup και των υψηλών κινδύνων εφαρμογής του, η πιθανότητα του πρώτου σεναρίου εξακολουθεί να είναι χαμηλή (προσωρινά τουλάχιστον).
Ειδικά τη στιγμή που οι συμμετέχοντες στην αγορά θα περιμένουν λεπτομερή μέτρα για την αναδιάρθρωση του χρέους που θα αποφασιστούν από το Eurogroup το 2018.
Ένα τέταρτο πρόγραμμα θα πρέπει τελικά να συζητηθεί. Και εάν δεν κριθούν αρκετά από το ΔΝΤ, τότε πιθανότατα το πρόγραμμα θα συνεχιστεί χωρίς το Ταμείο.
Δεν διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Societe Generale, το πακέτο ελάφρυνσης του χρέους που συμφωνήθηκε στο Eurogroup δεν θα οδηγήσει σε μεγάλη μείωση των ετήσιων ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλαάδας(GFN), ακόμη και όταν χρησιμοποιηθούν οι παράμετροι που έχουν ορστεί από του θεσμούς.
Πράγματι, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα, η 15ετής επέκταση λήξεις των δανείων του EFSF και την αναβολή των τόκων, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες θα παραμείνουν κάτω από το 15% για σύντομο χρονικό διάστημα και στη συνέχεια θα αυξηθούν άνω του 20%, πολύ πριν μειωθεί ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ σε πιο βιώσιμο επίπεδο.
Το ελληνικό χρέος παραμένει μη βιώσιμο και η Societe Generale δεν πιστεύει ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει στις Αγορές σύντομα.
Απίθανη η ένταξη στο QE
Το συμπέρασμα της δεύτερης αξιολόγησης πρέπει, θεωρητικά, να ανοίξει την πόρτα στο QE. Με την επαναφορά του waiver, που ήτνα η π΄ρωτη προϋποίθση για το QE και την ολοκλήρωση της ξιολόγησς,μ που η΄ταν η δέτερη προύπόθεησ, η ΕΚΤ ανέφερε επίσης ότι θα χρειαστεί να γίνει ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους.
Ωστόσο, η ΕΚΤ κατά πάσα πιθανότητα θα περιμένει πρώτα την έκθεση βιωσιμότητας του ΔΝΤ και της ΕΕ πριν ξεκινήσει την δική της. Επιπλέον, θα ληφθούν υπόψη και τα θέματα διαχέιρσοεις κινδύνου, τα οποία θα αφορούν την αξιολόγηση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών, η ακόμα υψηλή εξάρτηση από τον ELA και τα capital controls.
Όλα αυτά καθιστούν απίθανο η ΕΚΤ να αρχίσει να αγοράζει σύντομα ελληνικά ομόλογα.