Οι ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας έως το 2020 διαμορφώνονται στα 20 δισ. ευρώ, με βάση τις επίσημες προβλέψεις του ΔΝΤ και της Κομισιόν, με το μεγαλύτερο βάρος αυτών πέφτει το διάστημα 2019-2020 σημειώνει η JP Morgan σε report.
Η Ελλάδα χρειάζεται περίπου 14 δισ. ευρώ το 2019 και 5 δισ. ευρώ το 2020, όπως επισημαίνει. Οι υψηλότερες ανάγκες για το 2019 οφείλονται κυρίως στις μεγάλες λήξεις ομολόγων. Το ΔΝΤ αναμένει επίσης ότι το απόθεμα των εντόκων γραμματίων θα μειωθεί κατά € 2,3 δισ. το 2019, αυξάνοντας έτσι ισόποσα τις ανάγκες χρηματοδότησης. Οι χρηματοδοτικές ανάγκες του 2019 θα μπορούσαν να μειωθούν εάν η Ελλάδα διεξαγάγει περαιτέρω ανταλλαγές ομολόγων παρόμοιες με εκείνη της 25ης Ιουλίου του 2017, όπως σημειώνει η JP Morgan.
Μια «καθαρή έξοδος» πιθανότατα θα οδηγήσει στην απόσυρση του waiver στις αξιολογήσεις της από τους οίκους, όπως συνέβη και με την Κύπρο, καθώς τα rating της είναι απίθανο να αναβαθμιστούν άνω του επενδυτικού βαθμού μέχρι τότε. Έτσι, η χωρίς περιορισμούς πρόσβαση στις αγορές και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών μέχρι τότε είναι πολύ σημαντική.
Επίσης, εκτός από τις δοκιμαστικές εξόδους στις αγορές έως τον Αύγουστο του 2018, η Ελλάδα θα πρέπει να παραμείνει πιστή στις μεταρρυθμίσεις και οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να προχωρήσουν σε περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους , έτσι ώστε να ανοίξει ο δρόμος του QE.
Όπως σημειώνει η JP Morgan, σύμφωνα με το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης, η ρευστότητα της ελληνικής κυβέρνησης αναμένεται περίπου στα 9 δισ. ευρώ μέχρι τον Αύγουστο του 2018.
Τα 1,5 δισ. των νέων κεφαλαίων που αντλήθηκαν κατά την πρόσφατη έξοδο στις αγορές θα προστεθούν στο ταμειακό υπόλοιπο, αυξάνοντας έτσι το σύνολο στα 10,5 δισ. Οποιαδήποτε έκδοση ομολόγων από τώρα μέχρι το 2018 θα προσθέσει περαιτέρω στο ταμειακό υπόλοιπο, το οποίο θα χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση αναγκών του 2019.
Τα ελληνικά spreads
Σε ότι αφορά το spread των ελληνικών ομολόγων έναντι των γερμανικών, η JP Morgan υπολογίζει ότι είναι περίπου 20 μ.β μεγαλύτερο από ότι θα έπρεπε μετά την έξοδο στις αγορές.
Ετσι, βλέπει περιθώριο για μείωση από τα σημερινά επίπεδα κατά του καλοκαιριού, ωστόσο προς το τέλος του έτους, αναμένει διεύρυνση του spread από τα σημερινά επίπεδα, καθώς τα spreads στην ευρωζώνη θα διευρυνθούν λόγω της αυξανόμενης μεταβλητότητας, ενώ τα spreads της ευρωπεριφέρειας θα διευρυνθούν λόγω της αυξημένης πολιτικής αβεβαιότητας στην Ιταλία και του tapering του QE της ΕΚΤ.
Ωστόσο, οποιαδήποτε προοπτική ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο QE, γύρω στο τέλος του έτους με αρχές του α’ τριμήνου του 2018, πιθανόν να λειτουργήσει ως αντιστάθμιση αυτών των αυξανόμενων πιέσεων.
Το QE
Σύμφωνα με το αισιόδοξο σενάριο της τράπεζας, η Ελλάδα θα μπει στο QE. Όπως σημειώνει, η γ’ αξιολόγηση θα ξεκινήσει στα τέλη Σεπτεμβρίου/αρχές Οκτωβρίου και θα ολοκληρωθεί στα τέλη Οκτωβρίου. Ωστόσο, η JP Morgan επισημαίνει ότι είναι εξαιρετικά πιθανό να υπάρξουν καθυστερήσεις και αυτή τη φορά, το τέλος του Δεκεμβρίου ή οι αρχές το α’ τριμήνου του επόμενου έτους είναι μία πιο πιθανή ημερομηνία για την ολοκλήρωσή της.
Με βάση τις εκτιμήσεις της ότι η ΕΚΤ θα μειώσει τον ρυθμό του QE σε 40 δισ. ευρώ τον μήνα στο α’ τρίμηνο και στα 20 δισ. ευρώ τον μήνα στο β’ τρίμηνο του 2018, θα μπορέσει να αγοράσει ελληνικά ομόλογα ύψους 4,4 δισ. ευρώ μέχρι τον Ιούλιο του 2018, πριν ξεπεραστεί το όριο του 33%.
Χρέος
Τέλος, σε ότι αφορά την ελάφρυνση του χρέους, τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που ανακοινώθηκαν τον περασμένο Δεκέμβριο βελτιώνουν ελάχιστα την βιωσιμότητά του. Τα πιο ουσιαστικά μέτρα, τα οποία θα συζητηθούν πιο κοντά στο τέλος του προγράμματος, θα περιλαμβάνουν ενδεχομένως μέτρα όπως επέκταση λήξεων, περίοδοι χάριτος για πληρωμές τόκων κ.λπ. για τη βελτίωση της βιωσιμότητας
Όπως σημειώνεται, το ΔΝΤ εμμένει στην εκ των προτέρων (σημαντική) ελάφρυνση του χρέους και οι Ευρωπαίοι κρατούν τη γραμμή για την εκ των υστέρων ελάφρυνση του χρέους υπό όρους. Εποικοδομητικές συζητήσεις για την ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να ξεκινήσουν μετά τη δημιουργία της νέας γερμανικής κυβέρνησης (εκλογές στα τέλη Σεπτεμβρίου)
Τα θετικά μακροοικονομικά και δημοσιονομικά αποτελέσματα το 2017 θα ενισχύσουν την ευρωπαϊκή θέση, ενώ η πρόσφατη επιστροφή στις αγορές θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την ελληνική κυβέρνηση ως εργαλείο για να πιέσει τους Ευρωπαίους πιστωτές να επιτρέψουν την επιτυχή έξοδο από το πρόγραμμα.
Η δέσμευση του ΔΝΤ για συμμετοχή στο πρόγραμμα είναι αμελητέα από οικονομική άποψη (1,6 δισ. ευρώ). Με την άνοδο της πίεσης με την πάροδο του χρόνου για να επιτύχει η Ελλάδα μια επιτυχή έξοδο, ο ρόλος του ΔΝΤ ενδέχεται σταδιακά να χάσει τη σημασία του το 2018.