Σε ένα περίπου χρόνο ολοκληρώνεται το τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής, αναφέρει στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων η Alpha Bank, εξετάζοντας τις άμεσες βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία στον δρόμο της προς την ανάπτυξη και την έξοδο από τα μνημόνια. Όπως αναφέρει: “Η επιτυχής αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων αποτελεί προϋπόθεση για να εισέλθει η οικονομία σε αναπτυξιακή τροχιά και να διασφαλισθεί η πλήρης πρόσβαση στις διεθνείς αγορές με την παράλληλη ενδεχομένως στήριξη αυτής της προσπάθειας από τους Ευρωπαίους εταίρους μέσω του σχεδιασμού μιας προληπτικής πιστωτικής γραμμής”.
1. Προώθηση μεταρρυθμίσεων με διασταλτικά αποτελέσματα επί των εξαγωγικών επιδόσεων και της προσέλκυσης άμεσων ξένων επενδύσεων.
Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης έχει επιδράσει θετικά στην οικονομία, κυρίως μέσω της ενίσχυσης της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης. Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί, ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης της απασχόλησης έστω και αν αφορά κυρίως θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης. Οι επενδύσεις εκτιμάται ότι θα έχουν θετική συμβολή, μέσω αύξησης κυρίως των ιδιωτικών επενδύσεων που δύνανται να επιταχυνθούν χάρη στην υψηλή απορρόφηση των κεφαλαίων από τα Ευρωπαϊκά διαθρωτικά ταμεία. Ο εξωτερικός τομέας εκτιμάται ότι θα έχει θετική συμβολή κυρίως λόγω της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας κατά τη διάρκεια της εφαρμογής των προγραμμάτων προσαρμογής αλλά σε μικρότερο βαθμό έναντι των άλλων δύο μεταβλητών, καθώς οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθούν αναλογικά με την ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης.
Η χώρα ολοκλήρωσε στα χρόνια των προγραμμάτων προσαρμογής σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως για παράδειγμα την απελευθέρωση των οδικών μεταφορών, την εφαρμογή μεγάλου μέρους των μεταρρυθμίσεων των εργαλειοθηκών του ΟΟΣΑ, τη μείωση της γραφειοκρατίας και άλλων εμποδίων στην σύσταση νέων επιχειρήσεων. Η συμφωνία του Ιουνίου που προέκυψε με το πέρας της δεύτερης αξιολόγησης εισήγαγε σημαντικές ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων και τη διευκόλυνση των επενδύσεων. Υπάρχουν, ωστόσο, σημαντικά περιθώρια βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος ώστε να ενισχυθούν οι εξαγωγές και οι άμεσες ξένες επενδύσεις και να εξαλειφθούν οι στρεβλώσεις στην αγορά προϊόντων.
Τούτο θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό καταλύτη για το χρονικό διάστημα που η μέση ροπή προς αποταμίευση διατηρείται σε αρνητικό έδαφος στερώντας την αγορά από διαθέσιμους πόρους και η βαθμιαία αποκατάσταση της πρόσβασης στις διεθνείς αγορές ακολουθεί σχετικά αργό ρυθμό. Οι μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, η περαιτέρω απλοποίηση της διαδικασίας αδειοδότησης νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, ο περιορισμός του προστατευτισμού και των υπερβολικών ρυθμίσεων, η απλοποίηση της νομοθεσίας με περιορισμό της πολυνομίας, η επιτάχυνση της επίλυσης διαφορών και εκτέλεσης των συμβάσεων και η απελευθέρωση της αγοράς προϊόντων που θα μειώσει τις τιμές αποτελούν παρεμβάσεις που ενισχύουν το επιχειρηματικό περιβάλλον.
2. Ταχεία ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης ώστε να ενισχυθεί περαιτέρω το θετικό momentum από το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης και την αναμενόμενη καλή τουριστική χρονιά.
Το θετικό momentum αποτυπώνεται στο Γράφημα 1 όπου φαίνεται η σημαντική βελτίωση του δείκτη οικονομικού κλίματος στη χώρα μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Ειδικότερα, η σημαντική βελτίωση του δείκτη στην Ελλάδα τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 2017, κατά 5 μονάδες συνολικά, αντανακλά τη βελτίωση του κλίματος μετά την εκταμίευση μέρους της δόσης, η οποία κάλυψε τις τρέχουσες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας. Επιπλέον, βελτιώνονται οι συνθήκες ρευστότητας στην εγχώρια οικονομία, καθώς μέρος της υποδόσης αποσκοπεί στην μερική εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τον ιδιωτικό τομέα.
Η βελτίωση των επιδόσεων σε κλάδους της οικονομίας, όπως η μεταποίηση και ο τουρισμός τονώνουν την αισιοδοξία τόσο των επιχειρηματιών αλλά και των καταναλωτών. Παράλληλα, η ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην οικονομία συμβαδίζει με την μείωση της διαφοράς των αποδόσεων μεταξύ του ελληνικού και του γερμανικού 10ετούς ομολόγου, στο 5,2% τον Ιούλιο του 2017 (μέσος όρος), από 8,1% το 2016 συνολικά (Γράφημα 1). Επιπλέον, η θετική επίδραση της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης αποτυπώνεται στην εξέλιξη του υπολοίπου των καταθέσεων στο τέλος του Μάιου και σε μεγαλύτερο βαθμό, του Ιουνίου (Γράφημα 2). Συγκεκριμένα, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν, σε μηνιαία βάση, κατά €421 εκατ. τον Μάιο και κατά €1.006 εκατ. τον Ιούνιο του 2017. Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης θα μπορούσε να εξασθενήσει αυτό το θετικό κλίμα στην οικονομία και να καθυστερήσει την πορεία ανάκαμψης.
3. Ταχεία εφαρμογή του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν στη δεύτερη αξιολόγηση.
H αποφυγή καθυστερήσεων, τόσο στις διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη συμφωνηθεί όσο και των προγραμματισμένων ιδιωτικοποιήσεων, αναμένεται να έχει θετικό αντίκτυπο στην οικονομία.
Θα σηματοδοτήσει την προσήλωση της χώρας στην πολιτική δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης και πλήρους απασχόλησης μέσω της προσέλκυσης μεγάλων επενδυτικών σχεδίων με ισχυρό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, ενώ παράλληλα θα τονώσει σημαντικά τα έσοδα του κράτους, περιορίζοντας τον κίνδυνο εμφάνισης δημοσιονομικού κενού
Σύμφωνα με το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021, τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις το 2017 εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε €2.153 εκατ. και θα προέλθουν από διαγωνισμούς που έχουν ολοκληρωθεί τα προηγούμενα έτη (ΟΠΑΠ, ηλεκτρονικές δημοπρασίες ακινήτων κ.α.) και την πώληση των περιφερειακών αεροδρομίων, την πώληση λοιπών ακινήτων καθώς και από νέους διαγωνισμούς που αναμένεται να διεξαχθούν ή διεξήχθησαν εντός του έτους (ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ΟΛΘ, ΟΤΕ κ.ά.). Το 2018 τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε €2.073 εκατ. και θα προέλθουν κυρίως από διαγωνισμούς που θα διεξαχθούν στο πλαίσιο του Επιχειρηματικού Προγράμματος Αξιοποίησης του ΤΑΙΠΕΔ (πχ. Εγνατία Οδός, Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών, ΕΛΠΕ κα.). Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και την έναρξη των προγραμμάτων συγχρηματοδοτήσεων από ευρωπαϊκούς πόρους, θα συμβάλουν στην αύξηση των επενδύσεων και την οικονομική ανάπτυξη.
4. Συνδυασμός των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους με δημιουργία δημοσιονομικού χώρου.
Η επιτυχής αντιμετώπιση των τριών προηγούμενων προκλήσεων θα διευκολύνει σημαντικά την θέση της χώρας στις συζητήσεις για τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, που αναμένεται να εκκινήσουν μετά το σχηματισμό της νέας μετεκλογικής κυβέρνησης στη Γερμανία και έχει συμφωνηθεί να εφαρμοσθούν με τη λήξη του προγράμματος. Από το ύψος και τη φύση της ελάφρυνσης αυτής θα εξαρτηθεί κατά πόσο η χώρα θα είναι εις θέση να προσαρμόσει σε χαμηλότερα και πιο εφικτά επίπεδα (Request for Stand-By Arrangement, IMF, Ιούλιος 2017) το μέγεθος των στόχων που έχουν τεθεί για τα πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια.
Η δημιουργία δημοσιονομικού χώρου μέσω της προσαρμογής των πρωτογενών πλεονασμάτων είναι απαραίτητο για τη χώρα. Η Ελλάδα, παρά την αύξηση της απασχόλησης, έχει υψηλά επίπεδα ανεργίας και αύξηση του ποσοστού φτώχειας και άρα ανάγκη για υψηλές κοινωνικές μεταβιβάσεις και επιδόματα ανεργίας. Επιπλέον, η γήρανση του πληθυσμού οδηγεί σε μείωση του αριθμού των φορολογουμένων ως ποσοστό στο συνολικό πληθυσμό, ενώ παράλληλα οδηγεί σε αυξημένες δαπάνες υγείας και περίθαλψης. Οι εξελίξεις αυτές αποδυναμώνουν τη δυνατότητά της να δημιουργεί υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα δίχως να βλάπτει ουσιαστικά την οικονομική μεγέθυνση.
5. Απελευθέρωση χρηματοδοτικών πόρων και βελτίωση επιχειρηματικού κλίματος μέσω της αντιμετώπισης του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Η σταδιακή επίλυση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων αναμένεται, πρώτον, να διευκολύνει τη διοχέτευση αποταμιευτικών πόρων για την χρηματοδότηση των δυναμικών επενδυτικών πρωτοβουλιών που χρειάζεται η ελληνική οικονομία, και δεύτερον, να οδηγήσει στην αναδιάρθρωση και εξυγίανση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας.
Πιο συγκεκριμένα, θα βελτιωθεί σημαντικά το επιχειρηματικό περιβάλλον, καθώς η ορθολογική ανακατανομή των διαθεσίμων κεφαλαίων μεταξύ των βιώσιμων και μη βιώσιμων επιχειρήσεων και η έξοδος των τελευταίων από την αγορά ενισχύει σημαντικά την παραγωγικότητα και αποκαθιστά τις συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού.