Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιταχύνει τις ενέργειές της στον τομέα της φοροαποφυγής. Υποχρέωσε το Δουβλίνο να ζητήσει από την Apple 13 δις επιπλέον φόρο. Η Amazon πρέπει να καταβάλει άλλα 250 εκ. ευρώ στο Λουξεβούργο.
Τα θέματα φορολογίας εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των εθνικών κρατών. Βέβαια, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, εδώ και καιρό η Κομισιόν, υπό την οπτική γωνία της παραβίασης της νομοθεσίας περί της αρχής του πλήρους ανταγωνισμού, παρακολουθεί από κοντά το φαινόμενο φορολογικών προνομίων που δίνουν ορισμένες χώρες σε μεγάλους ομίλους. «Πρέπει να εμποδίσουμε την άδικη φορολογική μεταχείριση» επιμένει η Επίτροπος Ανταγωνισμού Μαργκρέτε Βεστάγκερ. «Αυτός είναι ο στόχος της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, να επιβάλλονται στην αγορά επιχειρήσεις λόγω της απόδοσής τους». Εάν αυτό γίνεται με απαγορευμένη κρατική στήριξη μέσω φορολογικών ελαφρύνσεων, διαστρεβλώνεται ο ανταγωνισμός.
Οι αποφάσεις εναντίον της Amazon και της Apple είναι μόνο δύο ανάμεσα σε μια σειρά από έρευνες που έκανε η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Τον Οκτώβριο του 2015 κάλεσε την αλυσίδα καφέ Starbucks να καταβάλει 30 εκ. ευρώ στην Ολλανδία. Μια άλλη υπόθεση στο Λουξεμβούργο εναντίον της McDonalds τρέχει ακόμη. Πρόκειται για ένα πόσο σε φόρους, ύψους 1 δις ευρώ που δεν έχει καταβάλει, και που θα μπορούσε να υπονοηθεί ότι πρόκειται για απαγορευμένη κρατική βοήθεια. Εκτός αυτών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επιβάλει ποινές εναντίον της Google, Microsoft και Facebook για παραβίαση της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Από όλα αυτά προκύπτει ότι η αρμόδια Επίτροπος δεν φοβάται να τα βάλει με κολοσσούς.
Η ιρλανδική κυβέρνηση σε μια πρώτη αντίδραση χαρακτήρισε τις ενέργειες της Κομισιόν προς την Apple για να καταβάλει επιπλέον φορολογία ως «υπερβολικά απογοητευτικές». Η απόφαση δεν έχει ανασταλτική ισχύ γι αυτό το Δουβλίνο οφείλει να ζητήσει τα χρήματα, η ίδια η Apple απείλησε με προσφυγή στη δικαιοσύνη. Είναι σαφές ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίσει οριστικά, εάν τέτοιες φορολογικές ελαφρύνσεις είναι νομικά επιτρεπτές ή εάν πρόκειται πράγματι για απαγορευμένες κρυφές ενισχύσεις. Ο τρόπος λειτουργίας σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ο ίδιος. Ανάμεσα στην πραγματική έδρα της εταιρείας και την εταιρεία Holding, που υφίσταται μόνο στα χαρτιά, μετακινήθηκαν με τέτοιο τρόπο ποσά, έτσι ώστε για παράδειγμα στην περίπτωση της Amazon το τελικό ποσό που φορολογήθηκε ήταν μόνο το ¼ από αυτό θα έπρεπε να φορολογηθεί. Τα υπόλοιπα ¾ εγγράφηκαν στην Holding, που σύμφωνα με το λουξεμβουργιανό δίκαιο δεν φορολογούνται.
Αλλά και το Λουξεμβούργο, που η οικονομία του ωφελείται από τέτοιες μεθόδους γιατί προσελκύει επιχειρηματικά μεγαθήρια, σκέπτεται σοβαρά να μην μείνει με δεμένα τα χέρια και να προσφύγει κατά της Κομισιόν. Εκείνο που δεν παραδέχεται πάντως η Κομισιόν είναι ότι είναι ιδιαίτερα αυστηρή με αμερικανικούς κολοσσούς. «Ελέγξαμε όλες τις αποφάσεις μας και δεν διαπιστώσαμε ότι μεροληπτήσαμε υπέρ κάποιου» λέει η Βεστάγκερ. «Πρέπει να εργαστούμε στο ίδιο πεδίο, πρόκειται για τον ανταγωνισμό στην Ευρώπη ανεξαρτήτως υπό ποια σημαία γίνεται και με ποιον ιδιοκτήτη». Θετικές οι μέχρι τώρα αντιδράσεις από τις αποφάσεις της Κομισιόν.
Ο Σβεν Γκίνγκολντ, εμπειρογνώμων σε δημοσιονομικά θέματα των Πρασίνων, έκανε λόγο για φορολογική δικαιοσύνη στην Ευρώπη, θεώρησε όμως το ποσό των 250 εκ,. ευρώ από την Amazon μικρό. O αριστερός ευρωβουλευτής Φάμπιο ντι Μάσι ζήτησε μεταρρύθμιση του δικαίου επιδοτήσεων για να επιβάλλονται κρατικές ποινές που θα πηγαίνουν στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Οι μεγαλύτερες χώρες μέλη, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, κατέθεσαν στο συμβούλιο κορυφής στο Ταλίν κοινή θέση για τη φορολόγηση διαδικτυακών κολοσσών, όπου ζητούν να γίνεται η φορολόγηση στον τόπο απόκτησης των κερδών και όχι στη χώρα που αυθαίρετα επιλέχτηκε η έδρα. Αυτό θα σήμαινε διάλυση του ιρλανδικού φορολογικού συστήματος γι αυτό και το Δουβλίνο ανθίσταται εναντίον τέτοιων κινήσεων. Και επειδή αυτές οι αποφάσεις λαμβάνονται ομόφωνα, όλα δείχνουν ότι δεν θα σημειωθεί πρόοδος.