Δύσκολο να επιχειρηθεί εντός Οκτωβρίου το επιτυχημένο «άλμα» του καλοκαιριού
Παρά την πρώτη επιτυχημένη προσπάθεια εξόδου της Ελλάδας στις Αγορές, τον περασμένο Ιούλιο, το γενικότερο κλίμα στις τάξεις των διεθνών επενδυτών δεν φαίνεται να ενθαρρύνει προς μια νέα έξοδο εντός του Οκτωβρίου, όπως αρχικά σχεδίαζε το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, καθώς η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης προχωράει αργά, επιφέροντας ανησυχίες ακόμη και στους πλέον αισιόδοξους που θα θελήσουν να τοποθετήσουν τα χρήματά τους στο «ελληνικό όνειρο».
Ο ίδιος ο επικεφαλής του Euro Working Group Τόμας Βίζερ, τόνισε πως το μείζον για τους επενδυτές είναι η σταθερότητα -κάτι που σαφώς συνδέει την νέα έξοδο της χώρας στις διεθνείς Αγορές με την τρέχουσα αξιολόγηση. Επομένως, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους αναζητά την κατάλληλη χρονική στιγμή για να προχωρήσει στην υλοποίηση των σχεδίων του σε αυτήν την κατεύθυνση.
Η άντληση των όποιων κεφαλαίων μέχρι την λήξη του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής θα εξασφαλίσει στην Ελλάδα την δυνατότητα αποπληρωμής παλαιοτέρων ομολόγων, δηλαδή να ανταλλάξει παλαιό χρέος με νέο, αλλά και την δημιουργία μιας συγκεκριμένης ρευστότητας περίπου 10 έως 12 δισ. ευρώ με στόχο την αποπληρωμή κάποιων ληξιπρόθεσμων οφειλών της Δημοσίου προς ιδιώτες, όπως επιτάσσουν οι δεσμεύσεις μας προς τους δανειστές.
Ταυτόχρονα, η επίτευξη αυτών των στόχων θα στείλει στις Αγορές ένα σαφές μήνυμα ότι η χώρα μας μπορεί να σταθεί στα πόδια της για ένα διάστημα αρκετών μηνών, μετά την λήξη του τρέχοντος προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018.
Ήδη ο ΟΔΔΗΧ σχεδιάζει τρεις ή τέσσερις εκδόσεις ομολόγων έως τα τέλη Ιουλίου του επομένου έτους -και το ζητούμενο είναι να προλάβει μία έκδοση πριν την λήξη του 2017, αν και κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται στο προσχέδιο του προϋπολογισμού.
Το επικείμενο Eurogroup στις αρχές του Δεκέμβρη θα μπορούσε να εκπέμψει ένα «σήμα εφησυχασμού», ώστε η ελληνική πλευρά να εκμεταλλευτεί το θετικό κλίμα που θα δημιουργηθεί και να αποτολμήσει έκδοση ομολόγων εντός του τελευταίου μήνα της χρονιάς. Αλλά για να το κάνει, θα πρέπει πρωτίστως οι δανειστές να διαπιστώσουν θετικές εξελίξεις στους δύσκολους τομείς των προαπαιτουμένων όπως τα εργασιακά, οι αποκρατικοποιήσεις κ.ά.