Η Frankfurter Allgemeine Zeitung σε άρθρο με τίτλο «Τα κόκκινα δάνεια ανησυχούν τον Ντράγκι» τονίζει ότι «ο πρόεδρος της ΕΚΤ προτρέπει τις τράπεζες να προχωρήσουν σε ταχύτερη μείωσή τους».
Όπως τονίζει η γερμανική εφημερίδα στο συνέδριο που διοργάνωσε στη Φραγκφούρτη η ΕΚΤ για την τραπεζική εποπτεία, ζήτησε να επιδιωχθεί με αποφασιστικότερο τρόπο η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. «Σ’ αυτή τη φάση είναι το σημαντικότερο θέμα», δήλωσε, προσθέτοντας ότι το πρόβλημα δεν έχει λυθεί, παρά το γεγονός ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στους ισολογισμούς των 120 τραπεζών που εποπτεύονται από την ΕΚΤ έχουν μειωθεί από τις αρχές του 2015 και μετά από το 7,5% στο 5,5%. Όπως επίσης είπε, πολλές τράπεζες δεν θα μπορούσαν να αντέξουν υψηλές απώλειες, επειδή τα κόκκινα δάνεια είναι υψηλά σε σχέση με το κεφάλαιό τους.
Η FAZ γράφει ότι ιδίως στην Ιταλία, αλλά επίσης και στις Πορτογαλία και Ελλάδα, οι τράπεζες αντιμετωπίζουν μεγάλα βάρη λόγω των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι ιταλικές τράπεζες έχουν αξιώσεις από δάνεια ύψους άνω των 250 δισ. ευρώ. Συνολικά, αυτές υπερβαίνουν στον ευρωχώρο το ένα τρισ. ευρώ, εξ αυτών αντιστοιχούν περίπου 800 δισ. ευρώ στις μεγάλες τράπεζες υπό την εποπτεία της ΕΚΤ.
Σε συζήτηση στρογγυλής τράπεζας που ακολούθησε την ομιλία Ντράγκι, η Ελιζα Φερέιρα, αναπληρωτής διοικητής της πορτογαλικής Κεντρικής Τράπεζας, προειδοποίησε για τους κινδύνους από ενδεχόμενη υπερβολική πίεση των εποπτικών αρχών κατά την προσπάθεια μείωσης των κόκκινων δανείων. Οι αντιστάσεις είναι και στην Ιταλία πολύ μεγάλες. Στην αξίωση του Ντράγκι για μεγαλύτερη επιτάχυνση, ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Πιερ Κάρλο Παντοάν Pier, απάντησε χθες λέγοντας ότι οι επιδιώξεις αυτές ξεπερνούν τα όρια της εποπτείας. Τόσο ο Παντοάν όσο και η Φερέιρα ζητούν για την επίλυση του προβλήματος περισσότερο χρόνο.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας ενός περιβάλλοντος, εντός του οποίου οι τράπεζες θα μπορούν να διαχειριστούν καλύτερα τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά τους. Όμως η πώλησή τους κοστίζει στις τράπεζες πολλά χρήματα. Η μεγάλη ιταλική τράπεζα Unicredit πούλησε τον Ιούλιο μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε ονομαστική αξία ύψους 18 δισ. ευρώ, αφού αυτά είχαν διαγραφεί σε λογιστική αξία ύψους 13% και το κεφάλαιο της τράπεζας είχε ταυτόχρονα αυξηθεί κατά 13 δισ. ευρώ.
Για τον Ντράγκι οι επιβαρύνσεις στους ισολογισμούς των τραπεζών αποτελούν εμπόδιο για την ανάπτυξη, καθώς οι τράπεζες μπορούν να δίνουν λιγότερα δάνεια. Γι’ αυτό και οι εποπτικές αρχές της ΕΚΤ εξέδωσαν πρόσφατα νέες οδηγίες για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων. Σύμφωνα μ’ αυτές, οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα λάβουν προθεσμία επτά ετών για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των κόκκινων δανείων τους μέσω ρυθμίσεων και εκποιήσεων. Οι νέες οδηγίες προκάλεσαν στην Ιταλία κριτική έναντι της Γερμανίας. Η ανησυχία αφορά ιδίως τα παλαιότερα δάνεια, για τα οποία η ΕΚΤ σχεδιάζει τη λήψη περαιτέρω μέτρων.
Η επικεφαλής της τραπεζικής εποπτείας της ΕΚΤ Ντανιέλ Νουί , επιχείρησε απ’ την πλευρά της να καθησυχάσει τα πνεύματα στο συνέδριο, λέγοντας ότι δεν θεωρεί τα κόκκινα δάνεια συστημικό κίνδυνο, επειδή αφορούν λιγότερο τις μεγάλες και κυρίως τις μικρότερες τράπεζες, κάλεσε παρά ταύτα τις τράπεζες της ΕΚΤ να παρουσιάσουν αξιόπιστα και φιλόδοξα σχέδια μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους.
Επίσης, κατά τη συζήτηση στρογγυλής τράπεζας ο Πωλ Τάκερ, πρώην αναπληρωτής διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, εξέφρασε αμφιβολίες για την ενσωμάτωση των τραπεζικών αγορών στον ευρωχώρο. Αναφερόμενος στις 19 χώρες- μέλη της ευρωζώνης, δήλωσε ότι υπάρχει μεν νομισματική πολιτική, αλλά όχι από κοινού με δημοσιονομική πολιτική. Το ό,τι οι γερμανικές τράπεζες δεν εκμεταλλεύονται την υπεροχή τους ως ισχυρό κράτος μεταξύ των κρατών- μελών του ευρώ, σχετίζεται κατά την άποψή του, με τις αμφιβολίες τους σχετικά με τη διατήρηση της νομισματικής ένωσης.