Η επόμενη μέρα για την Ελλάδα και το status quo της μεταμνημονιακής εποχής ανεβαίνει σταθερά στην ατζέντα και τις προτεραιότητες των Βρυξελλών. Αποφάσεις δεν αναμένεται να ληφθούν πριν ξεκαθαρίσει το νέο πολιτικό τοπίο στην Γερμανία, οι συζητήσεις όμως – και δη σε υψηλότατο ευρωπαϊκό επίπεδο και με έντονη εμπλοκή της Κομισιόν – έχουν ήδη ξεκινήσει στο παρασκήνιο και τα σχετικά μηνύματα προς Αθήνα και Βερολίνο πολλαπλασιάζονται.
Οι λόγοι γι αυτήν την σπουδή που επιδεικνύει ο ευρωπαϊκός άξονας των δανειστών είναι δύο: Οι νέες προκλήσεις που ανοίγουν στο μέτωπο του προσφυγικού και η συζήτηση για τις θεσμικές αλλαγές στην ευρωζώνη και την οικονομική διακυβέρνηση που θα ξεκινήσει και επισήμως στην σύνοδο κορυφής του Δεκεμβρίου. Στη συζήτηση αυτή διακυβεύονται πολλά για τους πόλους ισχύος και την πορεία της Ευρώπης μετά το Brexit και, πριν μπουν στα βαθιά νερά της διαπραγμάτευσης, οι ευρωπαίοι «παίκτες» θέλουν να έχουν αφήσει οριστικά πίσω τους το ελληνικό ζήτημα – ήτοι, θέλουν οπωσδήποτε και σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα ένα ελληνικό success story.
Σ’ αυτήν την κατεύθυνση κινούνται και τα συντονισμένα μηνύματα που εστάλησαν την τελευταία εβδομάδα από τις Βρυξέλλες, καθώς και τα αλλεπάλληλα «σήματα» από ευρωπαίους αξιωματούχος περί της κρισιμότητας του πρώτου τριμήνου του 2018.
Συγκεκριμένα, υψηλόβαθμες κοινοτικές πηγές επεσήμαναν ότι είναι καίριας σημασίας να ολοκληρωθεί ομαλά, χωρίς καθυστερήσεις και εμπλοκές, η τρίτη αξιολόγηση έως το Eurogroup της 22ας Ιανουαρίου έτσι ώστε να «καθαρίσει» το πεδίο και να αρχίσει, μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2018, η συζήτηση για την πορεία της Ελλάδας στην μεταμνημονιακή φάση και, μαζί, και η διαπραγμάτευση για το χρέος.
Στόχος, όπως επαναβεβαίωσαν οι ίδιες πηγές, είναι η εν λόγω συζήτηση να έχει τελειώσει έως τον Μάιο ή το αργότερο τον Ιούνιο. Τα βασικά σενάρια με τα οποία θα εκκινήσει η διαπραγμάτευση είναι δύο – η «καθαρή» επιστροφή στις αγορές η οποία θα ήταν και η ιδανική προοπτική για την Αθήνα, και η «προστατευμένη» έξοδος από το Μνημόνιο μέσω από ένα tailor made σύστημα εγγυήσεων, η οποία αυτή τη στιγμή μοιάζει και η πιθανότερη.
Η πρώτη εκδοχή είναι μεν επιθυμητή πολιτικά αλλά στις Βρυξέλλες εξακολουθεί να θεωρείται υψηλού ρίσκου, καθώς εξαρτάται από την εμπιστοσύνη που θα επιδείξουν στην Ελλάδα οι αγορές. Η δεύτερη – το λεγόμενο και «υβριδικό» σενάριο από κοινοτικές πηγές – βασίζεται στο περίφημο «μαξιλάρι» ρευστότητας εν είδει εγγυήσεων και σε μια παράλληλη, ήπια εποπτεία.
Καθοριστικό ρόλο στο πώς θα διαμορφωθεί τελικά το μεταμνημονιακό πλαίσιο θα παίξουν δύο παράγοντες: Το μοντέλο που θα προκριθεί για την ελάφρυνση του χρέους και η σύνθεση, και κατ’επέκταση το ευρωπαϊκό πολιτικό στίγμα, της νέας γερμανικής κυβέρνησης.
Στο ζήτημα του χρέους, υψηλόβαθμος ευρωπαίος αξιωματούχος επεσήμανε αυτή την εβδομάδα πως η όποια φόρμουλα συμφωνηθεί τελικά δεν θα είναι μεν «εντυπωσιακή» με δεδομένες τις αντιστάσεις που υπάρχουν στην Γερμανία, ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να εμπεριέχει επαρκή μέτρα ελάφρυνσης για να πειστούν οι αγορές να εμπιστευτούν την Ελλάδα. Ως εκ τούτων, μία εκδοχή που ήδη συζητείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι η όποια λύση να εφαρμοστεί σε στάδια και όχι εφ΄άπαξ, ενώ ενισχυτικό στοιχείο θεωρείται ότι θα ήταν η παράλληλη ένταξη της Ελλάδας και στην ποσοτική χαλάρωση (QE) της ΕΚΤ έστω και στην τελική του φάση.
Σε ό,τι αφορά την στάση της Γερμανίας, πέραν της σύνθεσης του κυβερνητικού συνασπισμού, κομβικός παράγοντας θεωρείται και το πρόσωπο που θα αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών, με δεδομένο ότι ο διάδοχος του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα παραμείνει το πιο ισχυρό πολιτικό πρόσωπο στο Eurogroup.
Με αυτά τα ερωτήματα πάντα, το μήνυμα των ευρωπαίων προς την Ελλάδα παραμένει σαφές: Να μην υπάρξει οπισθοδρόμηση στο πρόγραμμα με ευθύνη της Αθήνας, και να κλείσει πάσει θυσία εγκαίρως η τρίτη αξιολόγηση. Με προτεραιότητα, όπως τονίζουν κοινοτικοί παράγοντες, στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, τις πωλήσεις λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και τη λύση στο ζήτημα των κόκκινων δανείων.