Σε σημαντικές ελαφρύνσεις στους κεφαλαιακούς περιορισμούς που ισχύουν για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, αναμένεται να προχωρήσουν άμεσα οι τράπεζες.
Η Τράπεζα της Ελλάδος και το Υπουργείο Οικονομικών έχουν διαμηνύσει στις τράπεζες την απόφασή τους να διευκολύνουν σημαντικά το συναλλακτικό κύκλωμα των εξαγωγικών επιχειρήσεων μέσω της ελάφρυνσης των capital controls, αντιστρέφοντας τον σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο που έχουν τα τελευταία στις εξαγωγές της χώρας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, έχει αποφασιστεί ο διπλασιασμός των ημερήσιων ορίων που μπορεί να παρέχει η κάθε τράπεζα στους εξαγωγείς πελάτες της για τη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό, στο πλαίσιο της άσκησης της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας.
Παράλληλα, φαίνεται ότι καταργείται το κριτήριο του μέσου όρου του τζίρου της προηγούμενης χρονιάς της επιχείρησης, προκειμένου η τράπεζα να της εγκρίνει το όριο για τις συναλλαγές της στο εξωτερικό.
Οι παραπάνω διευκολύνσεις προς τις εξαγωγικές επιχειρήσεις θα περάσουν ουσιαστικά μέσα από τα πολύ μεγαλύτερα όρια που θα δοθούν πλέον στις υποεπιτροπές των τραπεζών να αποφαίνονται για αιτήματα μεταφοράς κεφαλαίων στο εξωτερικό από τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, αφήνοντας τις εγκρίσεις μόνο για τα πολύ μεγάλα ποσά στην Επιτροπή Εγκρίσεων Τραπεζικών Συναλλαγών.
Η σημαντική χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις θα έρθει μετά τις πρόσφατες αποφάσεις για α) πλήρη απελευθέρωση, από 1ης Δεκεμβρίου, των κεφαλαίων που θα έρθουν εντός ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το εξωτερικό και β) δυνατότητα ανοίγματος νέου λογαριασμού. Θα έρθει δε, μετά την έρευνα που διενήργησαν, το διάστημα Ιουλίου – Σεπτεμβρίου 2017, για λογαριασμό της ΤτΕ οι εταιρίες Alvarez & Marsal Ελλάς και Kantar TNS.
Στην έρευνα αυτή αποτυπώνονταν σημαντικά συμπεράσματα για τις δυσκολίες και τις προσδοκίες των επιχειρήσεων από τα capital controls. Τόσο οι εισαγωγείς όσο και οι εξαγωγείς δήλωναν ότι επηρεάστηκαν αρνητικά από τα capital controls, κυρίως ως προς την έγκαιρη είσπραξη από τους πελάτες και τους όρους πληρωμής των προμηθευτών (όπως ανέφεραν τα 3/4 των εισαγωγέων και το 43%-45% των εξαγωγέων).
Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις, ωστόσο, αντιμετώπισαν μεγαλύτερες δυσκολίες σε σχέση με τις εισαγωγικές – αλλά και σε σχέση με τις υπόλοιπες επιχειρήσεις – ως προς τη λήψη ενέγγυων πιστώσεων και την έκδοση εγγυητικών επιστολών (όπως ανέφερε το 25%).
Για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις (με 50 και άνω εργαζομένους), οι αυστηρότεροι όροι πληρωμής των προμηθευτών (π.χ. προπληρωμή του εμπορεύματος σε μετρητά) ήταν το συχνότερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν (56%).
Επίσης το 53% του συνόλου των επιχειρήσεων ανέφερε αρνητική επίδραση στη ζήτηση των προϊόντων και των υπηρεσιών τους εξαιτίας των περιορισμών. Η ολοκλήρωση παραγγελιών ήταν ο δεύτερος σε συχνότητα απαντήσεων τομέας στον οποίο αντιμετώπισαν προβλήματα οι επιχειρήσεις λόγω των περιορισμών (σύμφωνα με το 47% του συνόλου των επιχειρήσεων).
Όσο για τις προσδοκίες από τη χαλάρωση των περιορισμών, η έρευνα έδειχνε ότι όσο μεγαλύτερη είναι η επιχείρηση, τόσο υψηλότερες προσδοκίες έχει ότι θα ωφεληθεί από τη χαλάρωση των περιορισμών στις συναλλαγές πληρωμών για εμπορικούς σκοπούς στο εξωτερικό, με την αναλογία να κυμαίνεται από περίπου 1/3 για τις επιχειρήσεις με λιγότερους από 4 εργαζομένους έως 2/3 για τις επιχειρήσεις με 20+ εργαζομένους.