Η ελληνική κρίση έχει υποχωρήσει και η κυβέρνηση ίσως μπορέσει να βγει από το πρόγραμμα διάσωσης τον επόμενο Αύγουστο, όπως έχει σχεδιάσει. Όμως η έξοδος δεν θα είναι «καθαρή» και οι επίσημοι πιστωτές που εξακολουθούν να κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος του χρέους, θα επιμείνουν σε πολιτικά τοξικές μεταρρυθμίσεις, εκτιμά η Capital Economics, σημειώνοντας πως έτσι, το μέλλον της χώρας στην ευρωζώνη εξακολουθεί να μην είναι βέβαιο.
Η Capital Economics θέτει πέντε βασικά ερωτήματα αναφορικά με την Ελλάδα, που αφορούν στις οικονομικές επιδόσεις της χώρας, τα μέτρα λιτότητας, τις τράπεζες, την έξοδο από το μνημόνιο και την ελάφρυνση χρέους.
Οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας: Κατά τον διεθνή οίκο, η Ελλάδα αρχίζει επιτέλους να ανακάμπτει –το ΑΕΠ αυξήθηκε για τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο το γ’ τρίμηνο, καταγράφοντας την πιο μακρά περίοδο συνεχιζόμενης ανάπτυξης από το 2006. Η βελτίωση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο καθαρό εμπόριο και ιδιαίτερα στον τουρισμό. Όμως η εγχώρια οικονομία παραμένει αδύναμη. Η Capital Economics αμφιβάλει αν η ανάπτυξη θα ευθυγραμμιστεί με τις αισιόδοξες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ελληνικής κυβέρνησης τα επόμενα δυο χρόνια.
Έχει τελειώσει η λιτότητα; Η δημοσιονομική πρόοδος υπήρξε εντυπωσιακή, με το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού το 2016 να ξεπερνά κατά πολύ τον στόχο που είχε τεθεί στο πρόγραμμα διάσωσης. Ωστόσο, σύμφωνα με τον διεθνή οίκο, ένα μεγάλο μέρος της βελτίωσης αυτής αφορούσε σε μη επαναλαμβανόμενους παράγοντες. Η Ελλάδα εξακολουθεί να αναμένεται πως θα εμφανίσει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα στο μέλλον, που θα απαιτήσουν περαιτέρω μέτρα λιτότητας. Αυτά θα είναι δύσκολο να ψηφιστούν δεδομένης της έλλειψης στήριξης προς την κυβέρνηση.
Έχει διορθωθεί το πρόβλημα των τραπεζών; Η μέτρια βελτίωση των οικονομικών συνθηκών δεν οφείλεται και δεν έχει ωφελήσει τον εύθραυστο τραπεζικό κλάδο της χώρας, σύμφωνα με την Capital Economics. Οι καταθέσεις δεν βρίσκονται πια στον «πάτο», όμως αυτό οφείλεται εν μέρει στη συνέχιση των capital controls. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια εξακολουθούν να αποτελούν πάνω από το 30% του συνόλου και οι προσπάθειες για μείωσή τους σημαίνουν πως ο δανεισμός θα συνεχίσει να συρρικνώνεται.
Θα βγει η Ελλάδα από το μνημόνιο του χρόνου; Σύμφωνα με την Capital Economics, η Ελλάδα λογικά θα βγει από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018, όπως σχεδιάζει, ή λίγο αργότερα. Η εντυπωσιακή δημοσιονομική προσαρμογή πέρυσι, οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και η μέτρια οικονομική ανάκαμψη έχουν επιτρέψει στη χώρα να αποκτήσει κάποια πρόσβαση στις αγορές και «είδε» τις αποδόσεις των 10ετών ομολόγων της να υποχωρούν κάτω του 5% για πρώτη φορά από το 2009. Αφού το χρέος που λήγει τα επόμενα δυο χρόνια δεν είναι μεγάλο, οι μεσοπρόθεσμες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας είναι μέτριες και θα μπορούσαν σε μεγάλο βαθμό να καλυφθούν από το «μαξιλάρι» ρευστότητας που έχει ήδη συγκεντρώσει.
Όμως η έξοδος δεν θα είναι «καθαρή», κατά την Capital Economics. Το γεγονός πως οι Ευρωπαίοι πιστωτές κατέχουν πάνω από το 80% του χρέους θα σημαίνει πως θα επιμείνουν στη συνέχιση της λιτότητας και των μεταρρυθμίσεων σε μια προσπάθεια να μεγιστοποιήσουν την πιθανότητα να αποπληρωθούν στο τέλος. Οι όροι αυτοί θα είναι πολύ δύσκολοι να επιτευχθούν από την Ελλάδα καθώς το εκλογικό σώμα αντιμετωπίζει υψηλή ανεργία και συνεχώς μειούμενα επιδόματα. Η πολιτική αντίσταση μπορεί, ως εκ τούτου, να επανεμφανιστεί στο τέλος, ίσως οδηγώντας σε επανάληψη του δημοψηφίσματος του 2015. Την επόμενη φορά, σημειώνει η Capital Economics, ίσως υπάρξει «άτακτη» χρεοκοπία και έξοδος από την ευρωζώνη.
Θα υπάρξει ελάφρυνση χρέους; Οι αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν δηλώσει πως το θέμα της ελάφρυνσης χρέους θα συζητηθεί μετά την τέταρτη και τελευταία αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος διάσωσης, πιθανότατα αργότερα το 2018. Όμως έχουν συμφωνήσει μόνο πως οι επιπλέον παρατάσεις ή η ελάφρυνση των επιτοκίων ίσως χορηγηθεί εάν χρειαστεί. Εξακολουθούν να υπάρχουν ισχυρότατες αντιστάσεις στο ενδεχόμενο ξεκάθαρης διαγραφής χρέους, που είναι όμως η μόνη πραγματική ελπίδα της Ελλάδας για διατηρήσιμη επιτυχία εντός της ευρωζώνης.