Νέες συνήθειες στις συναλλαγές αποκτά ο Έλληνας καταναλωτής ο οποίος ξεφεύγει από το παραδοσιακό νόμισμα και καταφεύγει όλο και περισσότερο στο πλαστικό χρήμα και τη χρήση καρτών, με το σύνολο των POS να ξεπερνά το μισό εκατομμύριο, όταν τον περασμένο χρόνο άγγιζαν τις 310.000.
Στην ολοένα και περισσότερο αυξανόμενη τάση (αύξηση τζίρου κατά 47% το πρώτο εξάμηνο) συνέβαλαν και τα capital controls τα οποία ανάγκασαν τους καταναλωτές να χρησιμοποιούν τις κάρτες ακόμη και για αξίες του ενός ευρώ. Σημειώνεται ότι 1 στα 2 τερματικά που τοποθετήθηκαν από την αρχή του χρόνου έχουν ενεργοποιηθεί έως σήμερα και χρησιμοποιούνται στις καθημερινές συναλλαγές, ενώ από τα τερματικά που τοποθετήθηκαν μετά τον Μάιο (δηλαδή τους μήνες κοντά στην εφαρμογή της υποχρεωτικότητας) έχει ενεργοποιηθεί 1 στα 3
Όπως εξηγεί o Διευθυντής της Διεύθυνσης Καρτών της Εθνικής Τράπεζας, Γιώργος Χατζηανδρέου, το ποσοστό της χρήσης καρτών επί της ιδιωτικής κατανάλωσης αυξάνεται ραγδαία την τελευταία τριετία. Χαρακτηριστικό είναι ότι, την περίοδο πριν την επιβολή των capital controls, το ποσοστό χρήσης καρτών (πιστωτικών και χρεωστικών) επί της ιδιωτικής κατανάλωσης, ήταν μόλις 7,5%. Με απλά λόγια, οι πελάτες χρησιμοποιούσαν πλαστικό χρήμα κατά το 7,5% των αγορών τους. Σήμερα, το ποσοστό αυτό είναι πολλαπλάσιο, κοντεύει να προσεγγίσει το 18% και η τάση είναι ανοδική. Η εκτίμηση, μάλιστα, είναι ότι η χρήση πλαστικού θα συνεχίσει με την ίδια ένταση και ότι θα αυξηθεί ακόμη περαιτέρω την προσεχή τριετία.
Στην αγορά υπολογίζεται ότι κυκλοφορούν περίπου 12 εκατομμύρια χρεωστικές κάρτες και 3 εκατομμύρια πιστωτικές και η τάση είναι αυξανόμενη, ιδιαίτερα στις χρεωστικές. Βάσει αυτών των μεγεθών, θεωρείται ότι η συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών διαθέτουν κάρτα.
Ειδικότερα, ο τζίρος αγορών των χρεωστικών, συνεπικουρούμενος μάλιστα από την εισαγωγή του υπολογισμού του αφορολογήτου μόνο μέσω ηλεκτρονικών συναλλαγών, έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 60% σε σχέση με τον προηγούμενο Σεπτέμβριο, ενώ οι πιστωτικές αυξήθηκαν και αυτές κατά 15%. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι οι καταναλωτές χρησιμοποιούν πλέον τις κάρτες τους και για μικρά ποσά.
Η μέση συναλλαγή έχει πέσει από 46 σε 39 ευρώ τον μήνα για τις χρεωστικές και από 59 σε 53 για τις πιστωτικές κάρτες, ενώ άνω του 20% των συναλλαγών είναι για ποσά έως 20 ευρώ. Επιπλέον άνω του 10% των συναλλαγών πραγματοποιούνται ανέπαφα.
Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία:
• Ο τζίρος των καρτών ανέρχεται σε περίπου 10 δισ. ευρώ (α΄ εξάμηνο του 2017) παρουσιάζοντας αύξηση 47% σε σύγκριση με το α΄ εξάμηνο του 2016.
• Εκτιμάται ότι το 2017 ο τζίρος θα ανέλθει στα περίπου 23 δισ. ευρώ.
Άνευ προηγουμένου ανάπτυξη των καρτών
Σύμφωνα με τον Γιάννη Γραμματικό, Βοηθό Γενικό Διευθυντή Λιανικής Τραπεζικής, Δικτύων και Καταθέσεων της Τράπεζας Πειραιώς, «Η χρήση καρτών πληρωμών (χρεωστικές, πιστωτικές, προπληρωμένες) στην Ελλάδα γνωρίζει τα τελευταία 2½ χρόνια μια εκρηκτική και άνευ προηγουμένου ανάπτυξη.
Με αφορμή τον εξωγενή παράγοντα των κεφαλαιακών ελέγχων που επιβλήθηκαν το καλοκαίρι του 2015, ο Έλληνας καταναλωτής «υποχρεώθηκε» να χρησιμοποιήσει την κάρτα του για την κάλυψη των καθημερινών του αγορών για αγαθά και υπηρεσίες. Έτσι, αντιλήφθηκε την ευκολία και την άνεση που προσφέρει η χρήση της κάρτας αφού και αποφεύγει μια παραπάνω ενέργεια (ανάληψη από ΑΤΜ) και μπορεί να ελέγξει τον προϋπολογισμό του καλύτερα, έχοντας αναλυτικό ιστορικό των συναλλαγών του. Παράλληλα, νιώθει μεγαλύτερη ασφάλεια, ενώ σε πολλές περιπτώσεις επωφελείται από εκπτώσεις ή διάφορα προγράμματα πιστότητας.
Η επιρροή στα αποτελέσματα είναι αξιοσημείωτη: η Τράπεζα Πειραιώς, από το 2014 έως σήμερα τριπλασίασε τον συνολικό τζίρο αγορών με κάρτα, ενώ διπλασιάστηκε ο αριθμός ενεργών κατόχων χρεωστικών καρτών. Η εξέλιξη των προηγούμενων ετών αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, οπότε και η Ελλάδα θα φθάσει και πιθανότατα θα ξεπεράσει τον μέσο όρο χρήσης καρτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Ο μέσος αριθμός συναλλαγών ανά κάρτα φτάνει πλέον τις 35 και κινείται με ρυθμούς αύξησης κατά 15% κάθε τρίμηνο, το 2017. Η χρήση των καρτών ως ποσοστό κατανάλωσης στην Ελλάδα, αυξήθηκε από 5% το 2014 (προ capital controls) σε 7% το 2015 και η εκτίμηση για τέλος έτους είναι στο 20%, όταν η μέση χρήση στην Ε.Ε. βρίσκεται στο περίπου 40%.
Η μέση προμήθεια έχει μειωθεί κατά 15% (μέσος όρος) και διαμορφώνεται κάτω από το 0,80% για κάρτες Visa/MC (χαμηλότερα από τον μέσο όρο της Ε.Ε.), αντικατοπτρίζοντας τον έντονο ανταγωνισμό των τραπεζών, αναλόγως του μεγέθους και της δραστηριότητας της εταιρείας. Η αξία της μέσης συναλλαγής έχει μειωθεί στα 50 ευρώ, από 60 ευρώ το 2016, ενώ το πλήθος των συναλλαγών παρουσιάζει αύξηση περίπου 70%.
Αναλυτικά
Σχεδόν τριπλάσια σε σύγκριση με το 2015 θα είναι φέτος η συνολική αξία συναλλαγών με χρήση καρτών (πιστωτικών, χρεωστικών, προπληρωμένων) σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζικών στελεχών και παραγόντων της αγοράς ηλεκτρονικών πληρωμών. Η αξία των συναλλαγών με κάρτες έφτασε το 2015 τα 8,8 δισ. ευρώ και εκτοξεύθηκε πέρσι στα 15,4 δισ. ευρώ. Φέτος, με τη συνδρομή και των ρυθμίσεων για την αναγκαστική χρήση POS σε καταστήματα και πολλές άλλες δραστηριότητες, προβλέπεται πως θα αυξηθεί περαιτέρω κατά 45% σε σύγκριση με το 2016 και θα φτάσει τα 22-23 δισ. ευρώ.
Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει πως οι μεγαλύτερες αυξήσεις στον όγκο συναλλαγών με κάρτες εντοπίζονται στη λιανική (+41%), στις υπηρεσίες (+77%), στον τουριστικό κλάδο (+75%) και λιγότερο στο ηλεκτρονικό εμπόριο (+16%), κλάδος ο οποίος ούτως ή άλλως είχε ήδη χρήση καρτών υψηλότερη του μέσου όρου. Στην αγορά επισημαίνουν πως χαρακτηριστικό της ευρείας χρήσης καρτών στις συναλλαγές είναι οι εκτιμήσεις στελεχών μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ, τα οποία υπολογίζουν πως σχεδόν το 40%-45% του τζίρου τους στο εννεάμηνο του 2017 έγινε με αγορές μέσω πιστωτικών καρτών.
Οι πελάτες των σούπερ μάρκετ, ακόμα και για μικρού ύψους συναλλαγές, χρησιμοποιούν πλέον ευρέως την πιστωτική ή τη χρεωστική τους κάρτα. Έτσι, καλύπτουν και τις απαιτήσεις της φορολογικής νομοθεσίας για συγκεκριμένο ύψος ηλεκτρονικών συναλλαγών.