Αναπόφευκτο έκρινε ένα νέο πακέτο βοήθειας στην Ελλάδα ο προεδρεύων του Συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης και πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, τονίζοντας ωστόσο ότι το ακριβές ύψος του πακέτου θα εξαρτηθεί από τη συνεισφορά των ιδιωτικών τραπεζών, οι οποίες διακρατούν ελληνικό χρέος.
“Είναι φανερό ότι θα υπάρξει ένα δεύτερο πρόγραμμα για την Ελλάδα” δήλωσε στο Λουξεμβούργο ο κ. Γιούνκερ, εκφράζοντας συγχρόνως ικανοποίηση, που η Γερμανία ευθυγραμμίστηκε με την άποψη αυτήν.
“Ως προεδρεύων της ευρωζώνης, διαπραγματεύομαι μία συνολική λύση για την Ελλάδα”, δήλωσε επίσης ο κ. Γιούνκερ, χωρίς όμως να είναι σε θέση να αναφέρει το ακριβές ποσό της νέας οικονομικής στήριξης προς την Ελλάδα, που συμβαίνει μετά απ τα 110 δισ. ευρώ από ΔΝΤ και ΕΕ, που η τμηματική χορήγησή τους συμφωνήθηκε πέρυσι, με τμηματικές εκταμιεύσεις μέσα σε μία τριετία.
“Δεν μπορώ να σάς δώσω τώρα ακριβές ποσό, επειδή όλα εξαρτώνται απ το ποσό που θα προέλθει απ την εμπλοκή και κινητοποίηση του ιδιωτικού τομέα”, δήλωσε ο κ. Γιούνκερ.
Συμφωνούν οι Ευρωπαίοι ότι οι ιδιωτικές τράπεζες πιστωτές της Ελλάδας θα πρέπει να συνεισφέρουν στο νέο πρόγραμμα διίστανται, όμως, οι απόψεις τους για τη μορφή που αυτό μπορεί να λάβει.
Η Γερμανία τάσσεται υπέρ της επιμήκυνσης του ελληνικού χρέους, που διακρατούν οι τράπεζες. Κάτι, όμως, που ΕΚΤ και Επιτροπή των Βρυξελλών αρνούνται, φοβούμενες ότι θα πανικοβάλλει, κάτι τέτοιο, τις χρηματαγορές.
Η ΕΚΤ και η Επιτροπή των Βρυξελλών προτιμούν έναν πιο “ήπιο” ανασχεδιασμό του ελληνικού χρέους, στο πλαίσιο του οποίου οι τράπεζες θα δεχθούν από μόνες τους να παρατείνουν την ημερομηνία λήξης των ελληνικών χρεογράφων, κατά την ημερομηνία που αυτά προβλέφθηκε αρχικά να λήξουν. Σε αυτό δήλωσε ότι συμφωνεί, για άλλη μια φορά, σήμερα, ο πρόεδρος της ΕΚΤ, κ. Ζαν-Κλοντ Τρισέ.