Με τους Fitch, Moody’s και S&P να κατέχουν το 95% της αγοράς, το Ευρωκοινοβούλιο ζητά νέους, αυστηρότερους κανονισμούς για τους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.
Ο Γερμανός ευρωβουλευτής και πρόεδρος της ειδικής επιτροπής του Κοινοβουλίου για τη χρηματοπιστωτική κρίση, Βολφ Κλιντς εντοπίζει πέντε σημαντικά προβλήματα στους σημερινούς οίκους αξιολόγησης.
Σύμφωνα με τον κ. Κλιντς τα πέντε προβλήματα που αφορούν τους οίκους είναι τα εξής: «πρώτη δυσκολία: οι οργανισμοί αξιολόγησης είναι μονοπώλιο. Σήμερα τρεις οργανισμοί κατέχουν το 95% της αγοράς και με τζίρο πέντε δισεκατομμυρίων έχουν κέρδη δύο δισεκατομμύρια, μία σχέση τζίρου-κερδών αδιανόητη σε οποιαδήποτε δουλειά.
Δεύτερο πρόβλημα: η υπερβολική εξάρτηση από τις αξιολογήσεις με βάση και το ρυθμιστικό πλαίσιο της «Βασιλείας ΙΙ».
Τρίτη αδυναμία του συστήματος είναι η έλλειψη διαφάνειας για τα στοιχεία και τα μαθηματικά μοντέλα που χρησιμοποιούνται.
Το τέταρτο πρόβλημα είναι η έλλειψη αστικής ευθύνης των οργανισμών για τις αξιολογήσεις τους.
Και το πέμπτο ζήτημα είναι το μοντέλο «ο εκδότης πληρώνει», που σημαίνει ότι όποιος εκδίδει ομολογιακούς τίτλους, επιλέγει και πληρώνει ο ίδιος την εταιρία αξιολόγησης» επισημαίνει ο Γερμανός ευρωβουλευτής στην Deutsche Welle.
Κριτήρια αξιολόγησης και σύγκρουση συμφερόντων
Μέχρι σήμερα οι οργανισμοί αξιολόγησης αποποιούνταν την ευθύνη με το επιχείρημα ότι απλώς διατυπώνουν απόψεις, οι οποίες δεν δεσμεύουν κανέναν. Όμως ακόμα και η ελεύθερη έκφραση απόψεων συνεπάγεται κάποιες υποχρεώσεις, επισημαίνει η επικεφαλής των ευρωβουλευτών της Ν.Δ. Μαριέττα Γιαννάκου: «Αυτό είναι αλήθεια που λένε. Το θέμα είναι πάνω σε ποιά κριτήρια βασίζεται η εξωτερική τους αξιολόγηση, η οποία υποτίθεται ότι πρέπει να είναι αντικειμενική.
Η αξιολόγηση είναι μία επιστημονική δουλειά, δεν γίνεται έτσι, γενικώς και αορίστως. Επηρεάζουν οι αξιολογήσεις των διαφόρων οίκων, επηρεάζουν την κατάσταση των χωρών, τη δυνατότητά τους να δανειστούν και το επιτόκιο με το οποίο δανείζονται» τονίζει η Ελληνίδα ευρωβουλευτής στην Deutsche Welle.
Για τον ευρωβουλευτή των Οικολόγων Πρασίνων Μιχάλη Τρεμόπουλο, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη διαφάνειας και η διαπλοκή συμφερόντων:
«Πρόκειται για ένα σύστημα αυτοαναφερόμενο, με μονοπωλιακά χαρακτηριστικά, όπου οι ίδιοι που αξιολογούν εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα με την αγορά και πώληση ομολόγων και CDS. Έτσι λοιπόν η αξιοπιστία και η εγκυρότητά τους είναι αμφίβολη. Απέτυχαν να προβλέψουν την κατάρρευση μεγάλων τραπεζών στις ΗΠΑ, οι οποίες, ενώ είχαν την ανώτατη βαθμολογία αξιοπιστίας και φερεγγυότητας, κήρυξαν πτώχευση».
Νομικές καινοτομίες από το …παρελθόν
Είναι αξιοπρόσεκτο ότι και ο Γερμανός φιλελεύθερος Βολφ Κλιντς συμφωνεί στην άμεση ανάγκη νομοθετικής ρύθμισης. Πώς μπορεί όμως πρακτικά να διασφαλιστεί η αντικειμενική αξιολόγηση, ανεξάρτητα από τα συμφέροντα των άμεσα ενδιαφερομένων; Πρέπει να αλλάξει το σημερινό μοντέλο πληρωμής των υπηρεσιών αξιολόγησης, τονίζει ο Γερμανός ευρωβουλευτής. «Πριν από 30, 35 χρόνια οι ίδιοι οι επενδυτές πλήρωναν για την αξιολόγηση. Νομίζω ότι και σήμερα χρειάζεται ένα διαφορετικό μοντέλο πληρωμής. Θα μπορούσαν να πληρώνουν λοιπόν και πάλι οι ίδιοι ή να καθιερώσουμε την πληρωμή με βάση την απόδοση: να ξεκινάμε δηλαδή με μία προκαταβολή και τα υπόλοιπα χρήματα να καταβάλλονται μόνο αν μείνουμε ευχαριστημένοι με την ποιότητα των αξιολογήσεων.
Η οδηγία περί οίκων αξιολόγησης που ισχύει από το 2009 αποδείχθηκε ανεπαρκής για να καλύψει όλα τα ζητήματα. Έως το φθινόπωρο η Κομισιόν θα υποβάλει τις δικές της προτάσεις για ένα νέο ρυθμιστικό πλαίσιο. Μέχρι τότε ίσως να έχουμε εξελίξεις και στο θέμα της αστικής ευθύνης, εκτιμά ο εισηγητής Βολφ Κλιντς:
«Παλαιότερα τα αμερικανικά δικαστήρια απέρριπταν εξ αρχής όλες τις προσφυγές με το επιχείρημα ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης απλώς διατυπώνουν απόψεις. Αλλά τον περασμένο Νοέμβριο δικαστήριο της Νέας Υόρκης έκανε αποδεκτή, για πρώτη φορά, μία δικαστική προσφυγή. Αυτό με κάνει πιο αισιόδοξο ότι, σε βάθος χρόνου, θα καθιερώσουμε την αστική ευθύνη των οργανισμών αξιολόγησης και στην Ευρώπη».