Σχολιάζοντας την επιδιωκόμενη επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές ο γερμανικός τύπος επισημαίνει ότι το νόμισμα έχει, όπως πάντα, δυο όψεις.
«Η Ελλάδα επιστρέφει στις κεφαλαιαγορές» είναι ο τίτλος εκτενούς άρθρου στην οικονομική εφημερίδα Handelsblatt που αναφέρεται στις σχεδιαζόμενες -μέχρι την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος- τρεις εκδόσεις ελληνικών ομολόγων: ενός χρεογράφου επταετούς διάρκειας την τρέχουσα εβδομάδα καθώς και ενός τριετούς και δεκαετούς ομολόγου που έπονται.
«Το κλίμα στην αγορά είναι ευνοϊκό. Με την επιτυχή ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης η Αθήνα βρίσκεται στην τελική ευθεία του μεταρρυθμιστικού μαραθωνίου», γράφει ο αρθρογράφος, εξηγώντας ότι στην παρούσα φάση και μετά την έγκριση της εκταμίευσης της νέας δόσης από το Eurogroup, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας είναι καταρχήν καλυμμένες. «Τα χρήματα που θα φέρει η σχεδιαζόμενη έκδοση θα λειτουργήσουν περισσότερα ως αποθεματικά. Μέχρι το τέλος του προγράμματος βοήθειας τον Αύγουστο, η Ελλάδα θέλει να οικοδομήσει ένα ‘μαξιλαράκι’ ρευστότητας 18 έως 19 δις ευρώ», ένα «δίχτυ ασφαλείας» που θα προστατεύσει την Ελλάδα κατά τα πρώτα δυο χρόνια μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, όπως εξήγησε την Παρασκευή ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου.
Υπάρχει όμως και η άλλη όψη του νομίσματος, όπως σημειώνει η HB, σύμφωνα με την Deutsche Welle: «Το φουσκωμένο με δανεικά μαξιλαράκι ρευστότητας αυξάνει το χρέος. Σύμφωνα με την Κομισιόν, το ελληνικό χρέος αναμένεται να φτάσει από το 178% στα τέλη του 2017 στο 180% επί του ΑΕΠ στα τέλη του 2018. […] Σε αυτά τα συμφραζόμενα γίνεται ακόμη πιο επιτακτικό το ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους».
Εντούτοις, όπως επισημαίνεται, μολονότι η επικεφαλής του ΔΝΤ Λαγκάρντ πίεσε από το Νταβός για άλλη μια φορά τους Ευρωπαίους να προβούν σε παραχωρήσεις έναντι της Ελλάδας, για πολλές χώρες της Ευρωζώνης αυτό θα είναι πολιτικά εξαιρετικά δύσκολο. «Η ελάφρυνση του χρέους βέβαια θα μπορούσε να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και να συνδράμει την επιστροφή στις κεφαλαιαγορές. Αυτό θα ήταν και προς το συμφέρον των πιστωτών».