«H ελληνική οικονομία βρίσκεται πλέον σε αναπτυξιακή τροχιά. Αυτή μάλιστα η ανάκαμψη, σε αντίθεση με το παρελθόν, διαθέτει σημαντικά ποιοτικά χαρακτηριστικά που μας κάνουν πιο αισιόδοξους για την βιωσιμότητα και διατηρησιμότητά της τα επόμενα χρόνια, δηλαδή ισχυρές τάσεις ενίσχυσης μεταποίησης, βιομηχανίας και εξαγωγικής δραστηριότητας»
Αυτά υπογράμμισε μεταξύ άλλων, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Αλέξης Χαρίτσης, μιλώντας σήμερα στο 10ο περιφερειακό συνέδριο παραγωγικής ανασυγκρότησης, που πραγματοποιείται στην Τρίπολη .
Όσον αφορά στο πρόγραμμα μετά το τέλος του μνημονίου, ο Αλέξης Χαρίτσης είπε ότι «η Ελλάδα βαίνει αποφασιστικά προς την ολοκλήρωση του προγράμματος το καλοκαίρι ανακτώντας σημαντικούς βαθμούς οικονομικής και δημοσιονομικής ελευθερίας» προσθέτοντας ότι «διαμορφώνουμε το δικό μας πρόγραμμα για τη μεταμνημονιακή εποχή, που στηρίζεται σε τρεις άξονες” και εξήγησε:
«Πρώτον, στη συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας που διασφαλίζει τη δημοσιονομική σταθερότητα και θωρακίζει την οικονομία.
Δεύτερον, στην αναπτυξιακή στρατηγική για την ώθηση της οικονομίας σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που στηρίζεται και αναπτύσσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και αντιμετωπίζει τις δομικές παθογένειες του παρελθόντος.
Τρίτον, στην δημιουργία ενός ισχυρού κοινωνικού πυλώνα με την ενίσχυση της εργασίας, την στήριξη και αναβάθμιση του κοινωνικού κράτους, την ενίσχυση της παιδείας, της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης και μέτρα για την αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου και την κοινωνική δικαιοσύνη».
Όσον αφορά στην χρηματοδότηση, ο Αλέξης Χαρίτσης είπε ότι «κινηθήκαμε άμεσα για τη διοχέτευση ουσιαστικής ρευστότητας στην οικονομία και τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και των επενδύσεων».
Έτσι συμπλήρωσε «η Ελλάδα βρέθηκε για τρίτη συνεχόμενη χρονιά στην κορυφή της Ευρώπης στην απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων, ενώ είναι πρώτη στην αξιοποίηση των πόρων του «Σχεδίου Γιούνκερ», αφού όπως ανέφερε, «έχουμε ήδη υπογράψει συμβάσεις άνω του 1,7 δισ. ευρώ, οι οποίες κινητοποιούν επενδύσεις που ξεπερνάνε τα 5,7 δισ. ευρώ».