«Να διατηρηθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ευνοούν την ανάπτυξη»
«Η Ελλάδα είναι μια διαφορετική χώρα σήμερα», υπογραμμίζει ο πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο πρόεδρος του Eurogroup σημειώνει μεταξύ άλλων πως με το τέλος του προγράμματος «η Ελλάδα θα επανακτήσει τον έλεγχο των πολιτικών της, ενώ παράλληλα αναφέρει ότι «σχεδόν κάθε τομέας της οικονομίας μεταρρυθμίστηκε, εκσυγχρονίστηκε και έγινε βιώσιμος»,
Αναλυτικά, στο ερώτημα για την κυριότητα των μεταρρυθμίσεων απαντά ως εξής:
«Η Ελλάδα μπήκε στον όγδοο χρόνο προσαρμογής. Τόσο μακρά περίοδος οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κούρασης που άφησε το σημάδι της στην οικονομία. Ήταν μια πολύ δύσκολη διαδικασία κυρίως για τον ελληνικό λαό. Αλλά η Ελλάδα είναι μια διαφορετική χώρα σήμερα. Από δομική άποψη, υπήρξαν σημαντικές βελτιώσεις που θα βοηθήσουν στο μέλλον. Σχεδόν κάθε τομέας της οικονομίας μεταρρυθμίστηκε, εκσυγχρονίσθηκε και έγινε βιώσιμος. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού μειώθηκε από 15% το 2009, σε πλεόνασμα τώρα. Αυτά είναι επιτεύγματα-ορόσημα που πολλές χώρες θα θαύμαζαν. Αλλά οκτώ χρόνια είναι μεγάλο διάστημα για αυτή τη διαδικασία. Εάν η Ελλάδα είχε πιο ισχυρή κυριότητα αυτής της διαδικασίας προσαρμογής, θα είχε φέρει πολύ νωρίτερα κάποια από τα καλά αποτελέσματα που βλέπουμε σήμερα. Η κυριότητα, όμως, αυτή έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επανάκτηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και των Ευρωπαίων εταίρων τα τελευταία χρόνια. Βοηθάει επίσης στο να εξηγήσουμε την επιστροφή της ανάπτυξης. Ελπίζω ότι αυτή η τάση για υγιείς πολιτικές θα παραμείνει γιατί θέλω να συνεχίσει η Ελλάδα να ευημερεί. Βλέπω τεράστια προοπτική για την Ελλάδα», αναφέρει ο Μάριο Σεντένο.
Και προσθέτει αναφορικά με το ποιες μεταρρυθμίσεις πρέπει η Ελλάδα να συνεχίζει να εφαρμόζει μετά το τέλος του προγράμματος: «Εργαζόμαστε μαζί με την Ελλάδα για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος. Η συζήτηση για την επόμενη μέρα δεν έχει ξεκινήσει ακόμα. Σε αυτό το σημείο, το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι είναι σημαντικό να διατηρηθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ευνοούν την ανάπτυξη και εφαρμόστηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος. Το μεταμνημονιακό πλαίσιο θα συζητηθεί αργότερα, μαζί με τα πιθανά νέα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Περιμένω να δω τη συνολική, μακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης που προετοιμάζει η ελληνική κυβέρνηση. Αυτός είναι ο τρόπος να προχωρήσουμε. Η Ελλάδα παίρνει το τιμόνι», λέει χαρακτηριστικά ο Πορτογάλος υπουργός Οικονομικών.
«Η Ελλάδα προετοιμάζεται να σταθεί στα πόδια της», επισημαίνει ακόμη ο κ. Σεντένο στο ερώτημα για το ορόσημο του προσεχούς Αυγούστου. Και συνεχίζει μιλώντας για τη χώρα μας:
«Πλέον ακολουθεί τις βέλτιστες πρακτικές των προγραμμάτων οικονομικής βοήθειας στην Ευρώπη. Εφαρμόζει το πρόγραμμα που έχει συμφωνηθεί χωρίς καθυστερήσεις. Χτίζει ένα σημαντικό “μαξιλάρι” για να προστατευθεί για περισσότερο από ένα χρόνο απέναντι σε απρόβλεπτα γεγονότα που μπορεί να ανακύψουν στις αγορές. Ανασυγκροτεί το όνομά της στην πιστωτική αγορά, εκδίδοντας ξανά ομόλογα. Χαιρετίζουμε επίσης την αίσθηση της πειθαρχίας και της σαφήνειας στην επικοινωνία με τις αγορές που συμβάλλει στη βελτίωση της αξιοπιστίας. Αλλά αυτή είναι μια σταδιακή και όχι αυτόματη διαδικασία. Η Ελλάδα παραμένει ευάλωτη σε εσωτερικά και εξωτερικά σοκ. Ωστόσο, τώρα κάνει το σωστό, διασφαλίζοντας στο μέγιστο δυνατό βαθμό ότι θα διατηρήσει την πρόσβαση στις αγορές μετά το πρόγραμμα. Εάν οι προϋποθέσεις εκπληρωθούν για περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους στο τέλος του προγράμματος, το Eurogroup, όπως έχει συμφωνηθεί ομόφωνα, είναι έτοιμο να βοηθήσει σε αυτήν τη διαδικασία. Στο τέλος του προγράμματος θα κοιτάξουμε προσεκτικά τη στρατηγική εξόδου της Ελλάδας. Ακόμα είναι πολύ νωρίς. Η Ελλάδα ήταν πάντα μοναδική περίπτωση στην ευρωζώνη. Ένα κοινό νήμα, πάντως, για όλα τα επιτυχημένα προγράμματα είναι η κυριότητα. Η Πορτογαλία είναι πράγματι ένα παράδειγμα σε αυτό. Μετά το πρόγραμμα, συνέχισε να εφαρμόζει βασικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως στον τραπεζικό τομέα, οι οποίες δεν είχαν καλυφθεί επαρκώς κατά τη διάρκεια του προγράμματος».
Αναφερόμενος στο τέλος του προγράμματος, ο κ. Σεντένο εκτιμά ότι «θα αποτελέσει μια νέα πολιτική πραγματικότητα στην Ελλάδα. Όποιο και να είναι το πλαίσιο της εποπτείας που θα συμφωνήσουμε, η Ελλάδα θα επανακτήσει τον έλεγχο των πολιτικών της. Όπως και με κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, τέτοιες πολιτικές πρέπει να είναι συμβατές με το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Θα έχει περισσότερη ευελιξία και αυτό θα αντανακλά περισσότερες επιλογές για τα κόμματα και για τον ελληνικό λαό. Θα είναι καλό για τη δημοκρατία. Το λέω αυτό», προσθέτει, «έχοντας στο μυαλό μου το παράδειγμα της Πορτογαλίας. Εμείς ήμασταν σε θέση να ανταποκριθούμε στο αίτημα των πολιτών για ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και κοινωνική δικαιοσύνη. Αλλά, το σημαντικό είναι ότι το καταφέραμε τηρώντας παράλληλα τις δεσμεύσεις μας και σεβόμενοι τους ευρωπαϊκούς κανόνες και τις συμφωνίες. Δεν με ενδιαφέρει να προβλέψω το αποτέλεσμα των όποιων εκλογών. Απλώς συστήνω στην Ελλάδα να συνεχίσει με τη δική της μεταρρυθμιστική ατζέντα».
Στο θέμα, εξάλλου, του χρέους και τις συνομιλίες για τα μέτρα ελάφρυνσής του, ο επικεφαλής του Eurogroup δηλώνει στο Πρακτορείο, ότι «η διαδικασία ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους “τρέχει” παράλληλα με την οικονομική βοήθεια λόγω των πολύ ευνοϊκών όρων δανεισμού. Επίσης, η Ελλάδα έχει λάβει ήδη διάφορες δέσμες μέτρων επίσημης ελάφρυνσης του χρέους που είχαν ως αποτέλεσμα σημαντικές εξοικονομήσεις για τον ελληνικό προϋπολογισμό. Το χρέος ευνοήθηκε επίσης από ένα κούρεμα του ιδιωτικού χρέους. Αυτό έκανε το χρέος πιο βιώσιμο, κάτι που είναι επίσης θετικό για όλους του Ευρωπαίους δανειστές. Τα επόμενα χρόνια δεν θα υπάρξει υπερβολικό χρέος, αλλά μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, η Ελλάδα θα έχει σημαντικές ανάγκες αποπληρωμής. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εξετάζουμε ξανά το ζήτημα του χρέους. Αποφασίσαμε τον Ιανουάριο να ξεκινήσουμε την τεχνική εργασία για νέα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, συγκεκριμένα για το μηχανισμό σύνδεσης της ανάπτυξης με την αποπληρωμή του χρέους. Ο λεγόμενος γαλλικός μηχανισμός θα μπορούσε να επιτρέψει στην Ελλάδα να μειώσει την αποπληρωμή του χρέους, εάν η απόδοση της οικονομίας είναι χαμηλή. Όλα τα πρόσθετα μέτρα για το χρέος θα πρέπει να αναλυθούν πρώτα σε τεχνικό επίπεδο. Θα υιοθετηθούν μόνο εάν οι δύο προϋποθέσεις εκπληρωθούν: το πρόγραμμα πρέπει να ολοκληρωθεί επιτυχώς και η ελάφρυνση του χρέους πρέπει να είναι απαραίτητη προκειμένου να θεωρηθεί το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Για αυτό χρειαζόμαστε μια ολοκληρωμένη ανάλυση από τα θεσμικά όργανα. Αυτή η στιγμή δεν έχει έρθει ακόμα».