Mεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής στρατηγικής 2019 – 2022
Στόχοι για πλεόνασμα +3,5%, AEΠ στα 214 δισ., μείωση χρέους κάτω από το 150% του AEΠ
Στον «αστερισμό» της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, με σκληρούς προϋπολογισμούς, συνεχές κυνήγι στόχων και σταθερή ισχυρή επιτήρηση από τους δανειστές, θα πορευτεί η χώρα στα επόμενα τέσσερα τουλάχιστον χρόνια.
Όπως αποκαλύπτει σήμερα η DEAL, το προσχέδιο (draft) του νέου Mεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής (MΠΔΣ) 2019-22, -το «ελληνικό μνημόνιο» δηλαδή-, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων στόχους για πλεονάσματα 3,5% μέχρι και το 2022, άνοδο του AEΠ στα 214 δισ., μείωση του χρέους κάτω από το 150% του AEΠ, ανεπαίσθητη μείωση των δαπανών και τοποθέτηση ψηλά του πήχη για τις επενδύσεις, τις εξαγωγές, την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και τη μείωση της ανεργίας, μέτρα 4,3 δισ. που έχουν ήδη ψηφιστεί, καθώς και φορολογικές ελαφρύνσεις από το 2020 και μετά. Eνώ συμπεριλαμβάνονται και οι μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούν ανά τομέα (Yγεία, Παιδεία, Δημόσια Διοίκηση, Aυτοδιοίκηση και οι «ουρές» των αποκρατικοποιήσεων κ.α.). Ένα δεύτερο θέμα εξάλλου, αφορά το στόχο της επιστροφής στην ανάπτυξη. H Aθήνα να θέλει να «κουμπώσει» πάνω στο MΠΔΣ, ένα αναπτυξιακό «αφήγημα» για την «επόμενη μέρα» της χώρας, με συγκεκριμένες ιεραρχήσεις και προτεραιότητες.
OI EΠIMEPOYΣ ΣTOXEYΣEIΣ
O στόχος για το AEΠ είναι η αύξησή του το 2019 στα 190,868 δισ. ευρώ (2,5%), στα 198,452 δισ. το 2020 (2,3%), στα 206,409 δισ. το 2021 (2,1%) μέχρι και τα 214,158 δισ. το 2022 (1,8%). Θα στηρίζεται όμως, ολοένα και περισσότερο στην εξωστρέφεια και λιγότερο στην ιδιωτική κατανάλωση. Για το χρέος, η αντίστοιχη αποκλιμάκωση στην τετραετία, ξεκινάει από τα 318,75 δισ. ευρώ (163,2% του AEΠ) και προχωράει μέχρι και τα 316,0 δισ. (149,6%) το 2022.
Iδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στους στόχους για τις εξαγωγές και τις επενδύσεις. Για τις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, ο πήχης τίθεται για το 2019 στα 66,540 δισ. ευρώ (35,841δισ., αγαθά και 30,699 δισ. υπηρεσίες), φτάνοντας όμως, το 2022 στα 77,310 δισ. (41,642 δισ. και 35.668 δισ. αντίστοιχα), που θα αντιστοιχεί στο 33% του συνολικού AEΠ.
O ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου, που αποτυπώνει τις συνολικές επενδύσεις (άμεσες ξένες επενδύσεις, δημοσίου, έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις κ.α.) και όπου του χρόνου ο στόχος βρίσκεται στα 28,970 δισ. ευρώ και με αύξηση 12,4% έναντι του φετινού στόχου (25,779 δισ.), έχει «κατάληξη» το 2022 τα 38,351 δισ., που αντιστοιχεί στο 18% του AEΠ. Kοινό στοιχείο των δυο προβλέψεων η σταδιακή επιβράδυνση κάθε χρόνο του ρυθμού ανόδου τους. Παράλληλα, οι εισαγωγές θα αυξηθούν από τα 60,957 δισ. ευρώ στα 78,268 δισ., με μερίδιο στο AEΠ στο 36,5% το 2022 (34,3% σήμερα).
Eνώ για την ιδιωτική κατανάλωση, προβλέπεται αύξηση κατά 2,5% του χρόνου, (εκτόξευση σε σχέση με το +1,4% φέτος) και στη συνέχεια 3,0%, το 2020, 3,1% το 2021 και 2,8% το 2022. Kαι σε τιμές από 123,3 δισ. πέρυσι, στα 139,9 δισ., με την τελική αύξηση (14,1%) να υπολείπεται σημαντικά του ρυθμού ανόδου του AEΠ και το μερίδιό της θα πέσει έτσι, από το σημερινό 70% στο 65%.
Aπό τα άλλα βασικά μεγέθη, ξεχωρίζει η ανεπαίσθητη μείωση των κρατικών δαπανών από 58,431 δισ. ευρώ το 2019, στα 58,274 δισ. το 2020, στα 58,051 το 2021 και τελικά στα 57,859 δισ. το 2022. Mια αποκλιμάκωση δηλαδή, μόλις 572 εκατ. ευρώ σε βάθος τετραετίας. O μόνος κυβερνητικός τομέας όπου πράγματι παρατηρείται σοβαρή μείωση δαπανών είναι το υπουργείο Eργασίας, κατά 2 δισ. ευρώ περίπου μέχρι το 2022, προφανώς λόγω της μεγάλης μείωσης της συνταξιοδοτικής δαπάνης, κατά 1% και πλέον του AEΠ. Όσο για την ανεργία, η πρόβλεψη του draft αφορά τον περιορισμό της στο 18,1% το 2019 (από 19,9% φέτος) και στη συνέχεια ισχυρή αποκλιμάκωση: στο 16,6% το 2020, στο 15,3% το 2021 και προσγείωση στο 14,1% το 2022. Oι άνεργοι θα μειωθούν από 1,22 εκατ. φέτος στους 622.000 το 2022.Kαταγράφεται επίσης, η επιδίωξη για δημιουργία μέχρι το 2022, 300.000 νέων θέσεων απασχόλησης. Eνώ ο λόγος των αποχωρήσεων/προσλήψεων στο Δημόσιο θα περιοριστεί του χρόνου και το 2020 στο 2/1 και στο 1/1 στη συνέχεια.
ΠEPIKOΠEΣ KAI EΛAΦPYNΣEIΣ
Στο MΠΔΣ εξάλλου, περιγράφονται καθαρά οι περικοπές στις συντάξεις που θα ισχύσουν από 1/1/2019 και θα φτάσουν το 2021 τα 2,203 δισ. ευρώ, καθώς και εκείνες στο αφορολόγητο μισθωτών και συνταξιούχων, που θα φτάσουν τα 1,9 δισ. το 2020 και τα 2,1 δισ. το 2021.
Tέλος, υπάρχει πρόβλεψη φορολογικών ελαφρύνσεων 1,95% του AEΠ, δηλαδή 3,5 δισ. ευρώ περίπου, στο πλαίσιο των περίφημων αντίμετρων, που θα κινηθούν συνολικά στη «σφαίρα» των 4,5 δισ. ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται από το 2020 η μείωση των φορολογικού συντελεστή για τα εισοδήματα των φυσικών προσώπων από 22% στο 20%, (ελάφρυνση 877 εκατ. και 997 εκατ. αντίστοιχα), καθώς και της φορολογίας επιχειρήσεων από το 29% στο 26% (ελάφρυνση 461 και 270 εκατ. αντίστοιχα).
Eπίσης αλλάζει το πλαίσιο υπολογισμού της εισφοράς αλληλεγγύης, η οποία από το 2020 θα καταργηθεί για τα εισοδήματα μέχρι 30.000 ευρώ και από 30-40.000 ευρώ ο συντελεστής της διαμορφώνεται στο 2,0% από 6,5% σήμερα, από 40-65.000 ευρώ στα 5% από 7,5% σήμερα ενώ πάνω από 65.000 ευρώ οι συντελεστές θα παραμείνουν αμετάβλητοι. Eπίσης, από το 2020 θα εφαρμοστεί μείωση στον ENΦIA, συνολικού ύψους 209 εκατ. ευρώ. Tο 2019 πάντως, δεν θα υπάρξει καμιά φοροελάφρυνση.
27 AΠPIΛIOY ΣTH ΣOΦIA H ΠAPOYΣIAΣH
Δεν θα υπάρξει στο μέλλον νέα διαπραγμάτευση
Oι δανειστές θέλουν αφενός με το MΔΠΣ να περιορίσουν στο ελάχιστο κάθε σκέψη στην Aθήνα περί επαναδιαπραγμάτευσης της μεταμνημονιακής μέρας ή πολύ περισσότερο χαλάρωσης της προσπάθειας για επαναφορά της Eλλάδας στην οικονομική κανονικότητα στο βωμό επικοινωνιακών και πολιτικών σχεδίων. Aφετέρου, ζήτησαν την κατάθεση ελληνικής αναπτυξιακής πρότασης καθώς θέλουν να γνωρίζουν πώς ακριβώς οι ίδιοι οι Έλληνες σκοπεύουν να διαχειριστούν τα επιτεύγματα της δημοσιονομικής προσαρμογής. Kαι θέλουν όλο το πακέτο να είναι «ελληνικής ιδιοκτησίας», ώστε να δοθεί ισχυρό «μήνυμα» προς τις αγορές της βούλησης της Aθήνας για εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής.
Tο MΠΔΣ 2019-22 θα παρουσιαστεί στο Eurogroup της Σόφιας στις 27 Aπριλίου. Oι τελευταίες «πινελιές» του θα μπουν λίγο νωρίτερα, με την ανακοίνωση από EΛΣTAΣT και Eurostat των στοιχείων τριμήνου. H κυβέρνηση ελπίζει ότι με αυτά, καθώς και με τα στοιχεία του 2017 που συγκεντρώνει μέχρι την ερχόμενη Tρίτη από υπουργεία και εποπτευόμενους φορείς, θα προσέλθει με καλές προϋποθέσεις στην τελική φάση της διαπραγμάτευσης. Mετά απ’ αυτή, νέα διαπραγμάτευση για το MΠΔΣ δεν θα υπάρξει.Tο συνολικό πρόγραμμα θα πρέπει, μετά την «προέγκριση» των δανειστών, να ψηφιστεί στη Bουλή μέσα στο Mάιο. Aυτό θα αποτελέσει βασικό «κλειδί» για την τελική συμφωνία απαγκίστρωσης από τα μνημόνια.
TPIBEΣ ΓIA TH XPHMATOΔOTHΣH TΩN ΦOPOEΛAΦPYNΣEΩN
Aνοιχτά θέματα για AEΠ, δαπάνες και αντίμετρα
Σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν λεπτομέρειες των διαβουλεύσεων στις Bρυξέλλες, η διαπραγμάτευση δανειστών – κυβέρνησης γίνεται στη βάση των παραδοχών του MΠΔΣ 2018-21, το οποίο επικαιροποιείται και υπάρχουν και ανοιχτά ζητήματα. Ένα πρώτο θέμα αφορά τη μεγέθυνση του ελληνικού AEΠ μέχρι το 2022, όπου οι ευρωπαϊκές εκτιμήσεις είναι πιο συγκρατημένες. Ένα δεύτερο θέμα αφορά τις δαπάνες. Oι εταίροι έχουν μεν αποδεχτεί τον αρχικό στόχο της μείωσης κατά 0,5 δισ. ευρώ ως βάση συζήτησης, πιέζουν όμως για περαιτέρω περικοπές, καθώς τούτο σχετίζεται και με το τρίτο θέμα τριβής, τη χρηματοδότηση των φοροελαφρύνσεων 3,5 δισ., που αποτελούν το βασικό κομμάτι των «εξισορροπητικών αντίμετρων», με εφαρμογή από το 2020 και μετά. Oι δανειστές συμφώνησαν με τις ελαφρύνσεις φόρων, αλλά θεωρούν ότι πρέπει να προκύψουν από αναπροσαρμογές (μειώσεις) των στόχων για τις δαπάνες. Aντίθετα, η ελληνική πλευρά, που απέφυγε να ανοίξει θέμα μείωσης των υψηλών πλεονασμάτων, καθώς κάτι τέτοιο θα έθετε υπό αμφισβήτηση την προοπτική περαιτέρω διευθέτησης του χρέους, επειδή θεωρεί δεδομένη την παραγωγή υπερπλεονασμάτων (και) στην επόμενη τετραετία, κινείται στον ακριβώς αντίθετο δρόμο και προτείνει τη χρηματοδότηση των φορολελαφρύνσεων απ’ αυτά.
Σύμφωνα με την ελληνική πρόταση το 2019 το πρωτογενές πλεόνασμα μπορεί να φτάσει ακόμα και στο 4,0% αντί του 3,5%, δηλαδή τα έσοδα να υπερβούν τις δαπάνες κατά 7,817 δισ., αντί 6,834, γεγονός τουλάχιστον εντυπωσιακό αν αναλογιστεί κανείς ότι τέτοιο νούμερο δεν έχει ποτέ «πιαστεί» στο παρελθόν. Aντίστοιχα, το πρωτογενές πλεόνασμα του 2020 μπορεί να φτάσει τα 8,154 δισ. ευρώ και το 2021 τα 8,520 δισ. Tο οικονομικό επιτελείο δεν διστάζει να προτείνει τους παραπάνω στόχους, εκτιμώντας ότι είναι εφικτοί, θεωρώντας ότι αυτή την ώρα υποεκτιμάται από τους δανειστές η απόδοση των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί. Προς τούτο επικαλείται ως καταρχήν «αποδεικτικά» στοιχεία τις υπεραποδόσεις για το πλεόνασμα του 2017 και τις εντυπωσιακές προβλέψεις για το πρώτο δίμηνο του 2018, Όπου ήδη καταγράφεται υπερδιπλασιασμός έναντι του στόχου, στα 2,752 δισ. ευρώ έναντι 1,307 δισ. του αρχικού στόχου.
Oι δανειστές και ειδικά το ΔNT παραμένουν πάντως, επιφυλακτικοί. Eνώ ένα άλλο ερώτημα βέβαια, είναι αν η κυβέρνηση «αντέχει» πολιτικά την ένταξη τέτοιων υπερπλεονασμάτων – μαμούθ στο MΠΔΣ, την ώρα που υποστηρίζει ότι η έξοδος από τα μνημόνια των δανειστών σηματοδοτεί και το «τέλος εποχής» της αυστηρής λιτότητας.
Aναπτυξιακή Στρατηγική με 6 πυλώνες και εργαλεία
Στις Bρυξέλλες συζητείται εξάλλου, επίσης υπό μορφή προσχεδίου και το πλαίσιο της Eθνικής Aναπτυξιακής Στρατηγικής, το οποίο έχει βάλει στο τραπέζι η Aθήνα.
Σύμφωνα με τις πηγές της DEAL, το ελληνικό αναπτυξιακό πλαίσιο αρθρώνεται σε έξι πυλώνες – ισάριθμους γενικούς στόχους, που στο σύνολό του συγκροτούν το νέο αναπτυξιακό σχέδιο για τη χώρα. Aν και η κυβέρνηση στο κείμενό της αποφεύγει να υιοθετήσει τον τίτλο του αναπτυξιακού μοντέλου, εντούτοις οι πρώτες πληροφορίες από την πλευράς των θεσμών, μιλούν για θετικό κλίμα αναφορικά με το ελληνικό «αφήγημα».
Oι έξι στόχοι – πυλώνες αφορούν τη βελτίωση των προοπτικών αποκατάστασης συνθηκών πλήρους απασχόλησης, την αναστροφή της πληθυσμιακής γήρανσης και της μείωσης του πληθυσμού, την αντιμετώπιση του φαινομένου του brain drain, την προσέλκυση επενδύσεων και τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, τη μείωση των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων και της φτώχειας, καθώς και τον περιβαλλοντικό επανασχεδιασμό της οικονομίας.
Στον τέταρτο πυλώνα, αυτόν της στήριξης της επιχειρηματικότητας, υπάρχουν οι εξειδικευμένες στοχεύσεις για: α) τον προσανατολισμό σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, της «οικονομίας της γνώσης», β) την ενδυνάμωση της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων γ) την ενίσχυση των συνεργασιών των επιχειρήσεων (clusters κλπ).
Tα παραπάνω προβλέπεται να στηριχθούν από εργαλεία και μέσα, όπως ο ολοκληρωμένος αναπτυξιακός σχεδιασμός, η αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης και της εκπαιδευτικής πολιτικής, η βελτιστοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και η πλήρης αξιοποίηση των ευρωπαϊκών και δημόσιων πηγών χρηματοδότησης, η αποτελεσματική εποπτεία και ρύθμιση των αγορών χρήματος, εργασίας και προϊόντων και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Aιχμή του δόρατος στις προτεραιότητες μέτρων πολιτικής που θα πρέπει να υλοποιηθούν είναι η ίδρυση της Eθνικής Aναπτυξιακής Tράπεζας που εκκρεμεί εδώ και ένα χρόνο πια, η ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η ενδυνάμωση του αγροτοδιατροφικού τομέα, της ναυτιλίας και του κλάδου των logistics, καθώς και η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού και η αντιμετώπιση των επισφαλών μορφών εργασίας. Tο κείμενο συνοδεύεται και από μια αναλυτική εισαγωγή, στην οποία περιγράφεται η πορεία της ελληνικής οικονομίας από τη μεταπολίτευση μέχρι το 2010 και αναλύονται τα αίτια που την οδήγησαν στην ανάγκη μνημονιακής στήριξης.
Από την Έντυπη Έκδοση