Από το 2010, όταν η Ελλάδα έφθασε στο χείλος της χρεοκοπίας, η ζωή είναι πολύ δύσκολη για τη νεολαία της χώρας. Αν και διαφαίνονται κάποια ισχνά σημάδια ανάκαμψης, η ανεργία των κάτω των 25 ετών παραμένει στο 45% περίπου.
Για τους τυχερούς που βρίσκουν εργασία, οι επιλογές είναι περιορισμένες. Ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι 700 ευρώ, ενώ η Ελλάδα είναι από τις ακριβότερες και δυσκολότερες χώρες για την έναρξη μιας επιχείρησης. Δεν είναι απορίας άξιο λοιπόν που 180.000 πτυχιούχοι έφυγαν αναζητώντας αλλού εργασία. Έρευνες δείχνουν ότι το 76% των εφήβων σκέπτονται να σπουδάσουν ή να εργαστούν στο εξωτερικό.
Η φυγή ανθρώπινου κεφαλαίου ή “brain drain”, μπορεί να αποδειχτεί δυσβάστακτη για τις οικονομίες των φτωχότερων χωρών. Κυβερνήσεις και πανεπιστημιακοί εργάζονται για να αντιμετωπίσουν αυτή την τάση και να βρουν τρόπους επιστροφής των καλύτερων επιστημόνων πίσω στις χώρες τους.
Η εταιρεία πληροφορικής του Α. Χαλκιόπουλου, που εδρεύει στο Λονδίνο, έλαβε πέρυσι χρηματοδότηση ενός εκατομμυρίου δολαρίων από την Marathon Venture Capital, που στοχεύει αποκλειστικά Έλληνες επιχειρηματίες. Υπάρχει όμως ένας όρος, πρέπει να ξοδέψει τα μισά χρήματα στην Ελλάδα και να έχει στελέχη και δραστηριότητα εκεί.
Η Marathon χρηματοδοτείται κατά 50-90% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την ελληνική κυβέρνηση. Με τα χρήματα αυτά συμμετέχει σε επιχειρήσεις με ποσοστό 15-20%. Οι τρεις φορείς έχουν επενδύσει συνολικά 320 εκατ. δολάρια σε εννέα διαφορετικές εταιρείες venture capital.
Πάντως, οι νέοι επιχειρηματίες περιγράφουν τη διαδικασία έναρξης επιχείρησης στην Ελλάδα ως εξαιρετικά δύσκολη. Ορισμένοι πανεπιστημιακοί υποστηρίζουν ότι μια χώρα μπορεί να επωφεληθεί από τη φυγή εγκεφάλων, όταν οι νέοι επιστρέφουν εφοδιασμένοι με νέες δεξιότητες. Το μοντέλο των venture capitals θα μπορούσε να επιταχύνει αυτή την διαδικασία.
Η Marathon έχει ήδη επενδύσει σε πέντε εταιρείες ενώ δύο άλλες βρίσκονται στην αναμονή. Έχει σχέδια να χρηματοδοτήσει συνολικά 20 επιχειρήσεις μέσα στην προσεχή πενταετία. Ο διευθύνων σύμβουλός της, Π. Παπαδόπουλος, εκτιμά ότι σε περίπτωση επιτυχίας θα προκύψουν δύο ή τρεις εταιρείες με 1.000 εργαζόμενους η κάθε μια.