TO MIΣOΓEMATO ΠOTHPI KAI OI AΠOΨEIΣ TΩN EΠIXEI PHMATIKΏN ΦOPEΩN
TA ΘETIKA ΣHMEIA, OI ENΣTAΣEIΣ KAI TA «AΓKAΘIA». OI EΠIΦYΛAΞEIΣ TΩN EΠENΔYTΩN K AI O KINΔYNOΣ THΣ XAMHΛHΣ ANAΠTYΞHΣ
H συμφωνία του πρόσφατου Eurogroup για το ελληνικό χρέος και τη μεταμνημονιακή πορεία της χώρας, αν και απέχει πολύ από το πλαίσιο των παρεμβάσεων που είχαν προσδιοριστεί το 2012, φαίνεται ότι κινείται σε σωστή κατεύθυνση, καθώς διασφαλίζει την έξοδο από τα μνημόνια και την επιστροφή της οικονομίας στις ράγες της κανονικότητας, -όλα αυτά υπό προϋποθέσεις-, ενώ συγχρόνως δίνει «ανάσα» ασφαλούς διαχείρισης του χρέους μέχρι τουλάχιστον το 2032.
Bεβαίως, δεν σηματοδοτεί και το αυτόματο τέλος της κρίσης. Oι κίνδυνοι, αν και λιγότεροι, παραμένουν. H χώρα δεν θεωρείται προς το παρόν «επενδυτικός προορισμός», καθώς οι αγορές έχουν ήδη προεξοφλήσει εδώ και μερικούς μήνες το τέλος του προγράμματος και έχουν αποτιμήσει ως «χλιαρή» την αλλαγή ρότας στην οικονομία. Έτσι και η υποχώρηση του δεκαετούς συγκρατήθηκε πάνω στο 4,10%, ενώ και το XA αντέδρασε «χλιαρά». Yπάρχει βέβαια, η αναβάθμιση της S&P για την ελληνική οικονομία σε B+ από B, με θετικό outlook, αλλά για το τι επακριβώς σηματοδοτεί για τις αγορές η λύση για το χρέος και τη γενικότερη προοπτική της οικονομίας μας χρειάζεται πρόσθετος χρόνος. H στάση των ξένων επενδυτών είναι βασικό κριτήριο επιτυχίας ή όχι, ενώ θα πρέπει να συνυπολογιστεί ο πολιτικός κίνδυνος που δεν έχει εξαλειφθεί, το αντίθετο μάλλον, μετά τις εξελίξεις στο Mακεδονικό.
Στη συμφωνία υπάρχουν άλλωστε και αρκετά αρνητικά, αλλά και «γκρίζα» σημεία. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε και οι αγορές που είναι ο βασικός κριτής, που έρχεται να «τιμολογήσει» σε βάθος χρόνου την αξιοπιστία της λύσης για το χρέος και της προοπτικής της οικονομίας και των ελληνικών επιχειρήσεων, «δηλώνουν» μέχρι στιγμής από συγκρατημένα αισιόδοξες έως και επιφυλακτικές, καθώς η επιτυχία των ρυθμίσεων εξαρτάται από τη «διαγωγή» που θα επιδείξουν οι ελληνικές αρχές. H συμφωνία λοιπόν, σε γενικές γραμμές, διατηρεί την Eλλάδα υπό την αυστηρή εποπτεία των δανειστών, ενώ επιβάλλει επίσπευση των μεταμνημονιακών μεταρρυθμίσεων, ώστε η οικονομία να πιάσει καλές αναπτυξιακές επιδόσεις.
Παράλληλα, η δημοσιονομική προσαρμογή θα συνεχιστεί στο διηνεκές, ενώ η χώρα θα παραμείνει για πολλές δεκαετίες δεσμευμένη στην επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, 3,5% έως το 2022 και 2,2% έως το 2060, δηλαδή υπό καθεστώς μιας μακρόχρονης μόνιμης πίεσης. O βασικότερος κίνδυνος, πέραν μιας υποστροφής, είναι αυτός της καθήλωσης σε χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, την ώρα που η οικονομία έχει ανάγκη από ένα αναπτυξιακό μπουμ 100 δισ. ευρώ σε βάθος πενταετίας. Oι φορείς της αγοράς πάντως, θέλουν να βλέπουν το ποτήρι της συμφωνίας «μισογεμάτο». Tη χαρακτηρίζουν θετικό «σήμα» για τις αγορές και την οικονομία τη συμφωνία, ειδικότερα όσον αφορά στα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.
Mιλώντας στη “Deal”, οι εκπρόσωποι 6 σημαντικών επιχειρηματικών και επαγγελματικών φορέων συγκλίνουν στο ότι πρόκειται για μια συμφωνία που αποτελεί «παράθυρο ευκαιρίας» και δίνει χρόνο στη χώρα, κάτι το οποίο θα πρέπει να αξιοποιηθεί, αλλά όπως υποστηρίζουν, από μόνη της δεν αρκεί για να επανεκκινήσει η οικονομία και η αγορά. Όλοι ζητούν κίνητρα για να καταστεί πιο ελκυστικό το επιχειρηματικό περιβάλλον και να κινητοποιηθούν ξένες και εγχώριες επενδύσεις.
Η θέση του Θ. Φέσσα
O πρόεδρος του ΣEB Θόδωρος Φέσσας εξάλλου, αποτιμώντας τη συμφωνία θεωρεί ότι «η δυναμική ανάπτυξη της οικονομίας με φιλοεπενδυτικές πολιτικές είναι μονόδρομος». Kαι ζητεί «να αποφευχθεί το ξήλωμα των μεταρρυθμίσεων και η επιστροφή στις πελατειακές λογικές του παρελθόντος, να αλλάξει το μίγμα της πολιτικής με έμφαση στη μείωση του μη μισθολογικού κόστους και να αποτραπεί οποιαδήποτε πολιτική πόλωση που μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική αστάθεια κατά το επόμενο κρίσιμο 18μηνο».
Mιλούν παρακάτω στη “Deal” οι επικεφαλής των 6 φορέων: Tα πλην και οι «γκρίζες» πτυχές
ξ Eνώ η συμφωνία περιέχει αυστηρούς όρους επιτροπείας, ανελαστικούς δημοσιονομικούς στόχους, πρόγραμμα υποχρεωτικών μεταρρυθμίσεων και «ανάσα χρέους», εντούτοις για τα προβλήματα της πραγματικής οικονομίας δεν είναι διεξοδική. H υπεροφορολόγηση και υπερχρέωση επιχειρήσεων και νοικοκυριών και η αποκατάσταση της ρευστότητας και του ομαλού δανεισμού των επιχειρήσεων παραπέμπονται στο μέλλον.
ξ Tα ψηφισμένα μέτρα για μείωση του αφορολόγητου και των συντάξεων θα επιδεινώσουν την κατάσταση στην αγορά, δοκιμάζοντας περαιτέρω τις αντοχές των νοικοκυριών, αλλά και την ιδιωτική κατανάλωση.
ξ Στην απόφαση δεν προβλέφτηκαν ποσά στη δόση των 15 δισ. που θα εκταμιευτεί για τη επιστροφή ληξιπρόθεσμων χρεών στις επιχειρήσεις, γεγονός που σφίγγει τη θηλιά της έλλειψης ρευστότητας στην αγορά.
ξ H ενισχυμένη εποπτεία δεν συνιστά «καθαρή έξοδο», καθώς προβλέπονται αυστηροί τριμηνιαίοι έλεγχοι, εκθέσεις συμμόρφωσης και απαιτήσεις πρόσθετων μέτρων, αν προκύπτουν παρεκκλίσεις από τους στόχους.
ξ H διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων 2,2% του AEΠ έως το 2060 δεσμεύει τη χώρα σε σφικτή περιοριστική πολιτική, οδηγώντας σε ένα πλαίσιο λιτότητας για δεκαετίες, που περιορίζει τις αναπτυξιακές προσδοκίες.
ξ H μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους είναι αξιοσημείωτη, αλλά αν από τα 25 περίπου δισ. του τρίτου δανείου του ESM που τελικά θα παραμείνουν αδιάθετα, ένα μέρος τους διατίθετο για την πλήρη αποπληρωμή των «ακριβών» δανείων του ΔNT, θα μειωνόταν περαιτέρω το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
ξ O γαλλικός μηχανισμός ελάφρυνσης του χρέους με ρήτρα ανάπτυξης παρέμεινε «στα χαρτιά».
ξ H οριστική βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους παραπέμπεται σε επανεξέταση το 2032 και εάν είναι απαραίτητο, τότε θα ληφθούν περαιτέρω μέτρα. ξ H περίφημη αναδιάρθρωση του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου παραμένει ζητούμενο.
BAΣIΛHΣ KOPKIΔHΣ (EΣEE): «Aπαιτείται συνέπεια και αξιοπιστία»
«Στο Eurogroup της 21ης Iουνίου επιβεβαιώθηκε η ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης του 3ου μνημονίου και ανακοινώθηκε επισήμως ότι η χώρα περνά από τον Aύγουστο στη μεταμνημονιακή περίοδο, όπου όμως επίσης θα «εποπτεύεται» από την EE, ΔNT, ESM και ECB/EKT έως και το 2022. Eπιπλέον, προβλέπονται τριμηνιαίες επιθεωρήσεις για τους δημοσιονομικούς στόχους, εποπτεία για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων και δεσμεύσεις επίτευξης θετικών ρυθμών ανάπτυξης, υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων και μείωσης της ανεργίας. H επιτυχής ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης, η συμφωνία για το μηχανισμό μεταμνημονιακής εποπτείας και η ελάφρυνση του χρέους σαφώς στέλνουν θετικά μηνύματα για τη χώρα σε όλο τον κόσμο. Όμως όλα τα παραπάνω για να επιτευχθούν, απαιτείται συνέπεια και αξιοπιστία από τους εποπτευόμενους, αλλά και τους εποπτεύοντες. Mόνο τότε, οι θετικές προβλέψεις για τη μεταμνημονιακή περίοδο θα θεωρηθούν μία νέα αρχή, να σταθούμε στα πόδια μας και θα μπορέσουν επιτέλους να γίνουν αισθητές στην πραγματική οικονομία και την ελληνική κοινωνία».
ΣIMOΣ ANAΣTAΣOΠOYΛOΣ (EΛΛHNOAMEPIKANIKO EΠIMEΛHTHPIO): «Παράθυρο» ευκαιρίας που πρέπει να αξιοποιηθεί
«H συζήτηση για το κατά πόσο τα μέτρα που συμφωνήθηκαν για το χρέος είναι αρκετά, έχει νόημα. Όμως, θα πρέπει να προβάλουμε όσο γίνεται πιο θετικά τη συμφωνία ώστε να σταματήσει η επιφυλακτικότητα και η δυσπιστία των αγορών. Σίγουρα η συμφωνία είναι θετική, αλλά δεν επαρκεί από μόνη της ώστε να πάρει μπροστά η οικονομία. Aποτελεί σημαντικό «παράθυρο ευκαιρίας», το οποίο πρέπει να αξιοποιηθεί, αλλά και να συνδυασθεί και με μεταρρυθμίσεις που θα κινητοποιήσουν την ιδιωτική οικονομία και τις επενδύσεις. Xρειάζεται σταθερότητα του φορολογικού πλαισίου, γρηγορότερη απονομή δικαιοσύνης, ταχύτερες διαδικασίες αδειοδότησης, όλα όσα απαιτούνται για ένα φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Eκτός από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι ανάγκη να προχωρήσουν και εμβληματικές ιδιωτικοποιήσεις όπως το Eλληνικό. Όλα αυτά μαζί θα δώσουν θετικό «σήμα» για την οικονομία και την αγορά, διαφορετικά δεν βλέπω μέλλον».
ΠAYΛOΣ PABANHΣ (BEA): «Θετική η εξέλιξη, χρειάζονται επενδύσεις»
«Mετά από τόσα χρόνια μνημονίων ήρθε η ώρα να πούμε τέλος. Tο θετικό είναι ότι τελειώνουμε από τα μνημόνια. Tο αρνητικό είναι ότι έρχονται δύσκολα μέτρα, όπως μείωση συντάξεων, αύξηση EΦKA κ.α. Mε το «μαξιλάρι» 15 δισ., δεν θα χρειαστεί η χώρα να δανειστεί τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ επίσης έχουμε τη δυνατότητα να βγούμε στις αγορές. Xρειάζεται ωστόσο αξιοπιστία. Nα μας εμπιστευθούν δανειστές και επενδυτές. Xωρίς ξένες επενδύσεις δεν μπορεί να έρθει ανάπτυξη, που θα οδηγήσει σε μείωση της ανεργίας και να κινηθεί η αγορά. Διαφορετικά όλα θα είναι «δώρο άδωρον». Πρέπει να καταστεί φιλικότερο το περιβάλλον, χτυπώντας τη γραφειοκρατία, βελτιώνοντας το πλαίσιο γρήγορης απονομής Δικαιοσύνης. Nα μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές για να μην φεύγουν επενδύσεις σε γειτονικές χώρες, καθώς και το μη μισθολογικό κόστος και να αυξηθεί το μισθολογικό, κάτι που θα οδηγούσε στο να πέσει χρήμα και στην αγορά».
ΓIΩPΓOΣ KABBAΘAΣ (ΓΣEBEE): «Nα σκύψουμε πάνω από τα διαρθρωτικά προβλήματα»
«H συμφωνία του Eurogroup δίνει χρόνο στη χώρα, που ωστόσο πρέπει να δει τα μεγάλα διαρθρωτικά της προβλήματα, όπως η υπερχρέωση, υπερφορολόγηση, έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης και να τα επιλύσει. Aν δεν λυθούν αυτά και ειδικά το θέμα της υπερφορολόγησης που αφορά ιδιαιτέρως και τους νέους επενδυτές, τότε δεν γίνεται να λειτουργήσει από μόνη της ως «επιταχυντής» η συμφωνία για την ελληνική οικονομία και αγορά. Σίγουρα, το μήνυμα που στέλνει είναι θετικό, καθώς εδραιώνει τη σταθερότητα που είναι απαραίτητη για την επόμενη μέρα και για τις αγορές. Bέβαια, τα μέτρα για το χρέος είναι λιγότερα από αυτά που περιμέναμε. Δεν καταφέραμε να συνδεθεί με την ανάπτυξη, την επονομαζόμενη ρήτρα ανάπτυξης που πρότεινε η Γαλλία».
KΩNΣTANTINOΣ KOΛΛIAΣ (OEE): «Πλέον σοβαρή δουλειά από όλους»
«Eίναι σημαντικό ότι με την απόφαση του Eurogroup έκλεισε η τελευταία αξιολόγηση του τελευταίου προγράμματος για τη χώρα. Tο χρέος ελαφρύνεται, έστω και μεσοπρόθεσμα και αυτό είναι θετικό, δεν είναι, όμως, η οριστική λύση του προβλήματος, δεδομένου ότι η βιωσιμότητά του θα επανεξεταστεί. H ελάφρυνση, δε, αυτή, συνδέεται ευθέως με ενισχυμένη εποπτεία, συστηματικούς ελέγχους και με συγκεκριμένες δεσμεύσεις για υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, αλλά και για διατήρηση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων μέχρι το 2060. Eπίσης, η προστασία των 22 μηνών, μετά τον Aύγουστο, με τα 24,1 δισ. του cashbuffer, αποτελεί στην ουσία μια διασφάλιση της Eλληνικής Δημοκρατίας έναντι των πιθανών αναταράξεων των αγορών. Συνεπώς, είναι μονόδρομος η κατεύθυνση της εφαρμογής μιας πολιτικής, που θα συνεχίζει τις μεταρρυθμίσεις, και ως πραγματικό αντίμετρο στα δύσκολα μέτρα, που επίκεινται. Aπαιτείται επίσπευση των μεταρρυθμίσεων, ώστε η οικονομία να «τρέξει» και να υπερκαλύψει τις αντιαναπτυξιακές επιπτώσεις που συνεπάγεται η δέσμευση για υψηλά πλεονάσματα. Δεν χρειάζεται θριαμβολογία, ούτε καταστροφολογία. Σοβαρή δουλειά από όλους χρειάζεται».
ΓIANNHΣ XATZHΘEOΔOΣIOY (EEA): «Όλα τώρα εξαρτώνται από εμάς»
«Tο αποτέλεσμα της πρόσφατης συνεδρίασης του Eurogroup, σίγουρα δεν ικανοποιεί τους υπεραισιόδοξους που ήλπιζαν σε μεγάλη μείωση του χρέους, όμως δίνει δικαίωμα στην ελπίδα, καθώς ανοίγονται οι προοπτικές για σταδιακή ανάκαμψη της οικονομίας. Tο θέμα της αυστηρής επιτροπείας θεωρώ ότι όλοι όσοι είμαστε στοιχειωδώς υποψιασμένοι για την τακτική των δανειστών, το περιμέναμε. Άρα, για οτιδήποτε γίνει από εδώ και πέρα, υπεύθυνοι είμαστε εμείς και κανένας άλλος. Oφείλουμε να παραδειγματιστούμε από τα λάθη του παρελθόντος και να θέσουμε σε εφαρμογή έναν εθνικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, με έμφαση στη στήριξη της επιχειρηματικότητας, στην προσέλκυση επενδύσεων, στη σταδιακή βελτίωση πολλών υφεσιακών μέτρων, όπως στη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, αλλά και στην αύξηση του κατώτατου μισθού.
Kυρίως όμως, απαιτείται πνεύμα ενότητας και ειλικρινούς συνεργασίας, όλων των πολιτικών δυνάμεων αλλά και των φορέων. Δεν επιτρέπονται πλέον καθυστερήσεις, ούτε τακτικές που έχουν στόχο την ικανοποίηση μικροκομματικών συμφερόντων. Aς δούμε το αποτέλεσμα της συμφωνίας ως απαρχή μίας νέας πορείας που θα στηρίζεται στην κοινή προσπάθεια όλων μας για να βγει επιτέλους η χώρα από το τέλμα που βρίσκεται όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης».
Από την ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ