Την απαρχή της ευρωπαϊκής περιπέτειας για τη διάσωση της Ελλάδας έζησε από πολύ κοντά ο Γιούργκεν Σταρκ. Το διάστημα μέχρι το 2012 ήταν επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αργότερα, όταν έφυγε από αυτήν τη θέση, επέκρινε τη στάση που τήρησε η τράπεζα γενικά απέναντι στην ευρωκρίση. Σήμερα, πρώτη ημέρα εξόδου της Ελλάδας από τα μνημόνια, αντιμετωπίζει με ανάμεικτα αισθήματα το γεγονός αυτό.
Εκείνο που απασχολεί καταρχάς την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη είναι κατά πόσο η Ελλάδα θα είναι σε θέση να επιστρέψει τα υπέρογκα δάνεια που της δόθηκαν. «Αυτό τουλάχιστον ελπίζουν οι δανειστές», τονίζει στη Γερμανική Ραδιοφωνία DLF ο γερμανός οικονομολόγος, σύμφωνα με την Deutsche Welle. «Οι εκτιμήσεις για την κατάσταση στην Ελλάδα διαφέρουν ανάμεσα στους ευρωπαίους φορολογούμενους και της υπερχρεωμένης Ελλάδας. Φαίνεται πάντως ότι η χώρα θα εξοφλήσει τα χρέη της μέχρι το 2060 με μια διακοπή 15 χρόνων στο μεσοδιάστημα. Μέχρι το 2032 δεν θα αποπληρώνει χρέος και μετά θα γίνει νέος έλεγχος από τη πλευρά των δανειστών. Σε αυτό το διάστημα δεν θα πρέπει να υπάρξει κάποιο ολίσθημα γιατί δεν έχει προβλεφθεί ανάμεσα στα σενάρια».
Κατά την άποψη του γερμανού οικονομολόγου θα έπρεπε ήδη από το 2010 να γινόταν κούρεμα χρέους και όχι δύο χρόνια αργότερα. Όπως είχε υποστηρίξει τότε ο Κλάους Ρέγκλινγκ ήταν το μεγαλύτερο κούρεμα της ιστορίας με αποτέλεσμα το τεράστιο ελληνικό χρέος να περάσει από τα χέρια ιδιωτών δανειστών, σε χέρια δημόσιων δανειστών.
«Εάν είχε γίνει τότε το κούρεμα χρέους θα είχαμε αφήσει να φύγει η Ελλάδα και η όλη διαδικασία προσαρμογής της θα γίνονταν εκτός ευρωζώνης» τονίζει. «Θα είχαμε αποφύγει μεγάλες ζημιές ή υψηλό κόστος για τη νομισματική ένωση. Διότι στη διάρκεια της ελληνικής κρίσης αναδιαμορφώσαμε τη νομισματική ένωση. Για να βοηθήσουμε την Ελλάδα παραβιάζαμε συνεχώς τα κριτήρια του Μάαστριχτ. Αυτό για μένα ήταν ένα τεράστιο πολιτικό βάρος, που ανελήφθη».
Ο Γιούργκεν Σταρκ συμφωνεί με το ΔΝΤ και τους Ευρωπαίους ότι ο κατάλογος με τις μεταρρυθμίσεις δεν εξαντλήθηκε, ότι το χρέος παραμένει υψηλό, οι τράπεζες ασθενείς. Υπάρχουν ακόμη capital controls, η ανεργία του 20% είναι απαγορευτική και ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες αλλά εφαρμόστηκαν με μισή καρδιά από όλες τις κυβερνήσεις. «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Διακατέχομαι από κάποιο σκεπτικισμό για το εάν η Ελλάδα θα ξαναβρεί την ισορροπία της τις επόμενες δεκαετίες χωρίς κάποιο ατύχημα σε αυτήν τη διαδικασία».