Υπαρκτός είναι ο κίνδυνος παραγραφής περίπου 4.000 δικογραφιών που αφορούν σε υποθέσεις ποινικών αδικημάτων φοροδιαφυγής μεγάλου ύψους και έχουν μεταφερθεί στις αρχές του τρέχοντος έτους από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, σε μια νέα, υπό σύσταση, ελεγκτική υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών.
Πριν καλά καλά ξεκινήσει η στελέχωση της υπηρεσίας, στις αρχές του τρέχοντος έτους, το υπουργείο Οικονομικών και η ΑΑΔΕ «μερίμνησαν» ώστε να φορτωθεί σ’ αυτήν ένας τεράστιος όγκος περίπου 4.000 υποθέσεων φοροδιαφυγής ποινικού χαρακτήρα, πολλές από τις οποίες παραγράφονται στο τέλος του τρέχοντος έτους. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπο, στη νέα αυτή υπηρεσία μεταφέρθηκαν άρον άρον 3.979 υποθέσεις-δικογραφίες που ήταν διεσπαρμένες στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ), στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ), στην Υπηρεσία Ελέγχου και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ) και στις ΔΟΥ της χώρας.
Πρόκειται για υποθέσεις που εκκρεμούν ακόμη προς έρευνα μετά από παραγγελίες των Οικονομικών Εισαγγελέων, για τη διενέργεια ελέγχων σε υπόπτους για φοροδιαφυγή και αδικαιολόγητο πλουτισμό. Οι παραγγελίες αυτές έχουν μείνει εδώ και πολλά χρόνια ανεκτέλεστες. Στις υποθέσεις αυτές δεν περιλαμβάνονται ορισμένες περιπτώσεις που αντιστοιχούν σε 1.300 ΑΦΜ και οι οποίες παρέμειναν για έλεγχο στην ΑΑΔΕ.
Η υπηρεσία έπρεπε, σύμφωνα με τον ιδρυτικό της νόμο, να απαρτίζεται από 135 ελεγκτές και μέχρι στιγμής οι υπάλληλοι που έχουν δεχθεί να υπηρετήσουν σ’ αυτήν κι έχουν ήδη τοποθετηθεί δεν ξεπερνούν τους 50.
Διευθυντής στην υπηρεσία τοποθετήθηκε στις 20 Ιουλίου, ενώ δύο ακόμη επιτελικά στελέχη της –-δύο τμηματάρχες- ορίστηκαν στις 10 Αυγούστου, δηλαδή 6-7 μήνες μετά την ψήφιση του ιδρυτικού νόμου της υπηρεσίας.
Αυτή τη στιγμή, 2-3 μήνες μετά τις τοποθετήσεις των επιτελικών της στελεχών και 9 μήνες μετά την ψήφιση του νόμου για την ίδρυσή της, η υπηρεσία δεν έχει ούτε καν γραμματείς στη διάθεσή της, ενώ οι ελεγκτές που ήδη έχουν ενταχθεί στο δυναμικό της δεν προέρχονται από τον κλάδο των εφοριακών και ως εκ τούτου δεν έχουν εμπειρία στη διενέργεια ερευνών για φοροδιαφυγή. Οι εφοριακοί που υπηρετούν στην ΑΑΔΕ και το υπουργείο Οικονομικών δεν εκδήλωσαν ενδιαφέρον να αποσπαστούν στη νέα αυτή υπηρεσία με αποτέλεσμα αυτή να έχει μέχρι στιγμής στο δυναμικό της υπαλλήλους αποσπασμένους από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
Εντέλει η υπό σύσταση υπηρεσία «βαδίζει» αυτή τη στιγμή χωρίς γραμματειακή υποστήριξη, με λιγότερους από 50 άπειρους ελεγκτές και με έναν τεράστιο όγκο 3.979 δικογραφιών με σοβαρές υποθέσεις ποινικού χαρακτήρα φοροδιαφυγής μεγάλου ύψους, οι περισσότερες από τις οποίες παραγράφονται στο τέλος του τρέχοντος έτους.
Με τους ρυθμούς με τους οποίους κινούνται αυτή τη στιγμή οι διαδικασίες για τη στελέχωση της, η -ήδη υπονομευμένη από την ίδια την κυβέρνηση- λειτουργία της δεν αναμένεται να ξεκινήσει εντός του 2018. Το αποτέλεσμα θα είναι να παραγραφούν οι περισσότερες από τις εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις που τής έχουν ήδη ανατεθεί για έρευνα και έκδοση πορισμάτων, δεδομένου ότι οι υποθέσεις αυτές αφορούν σε έτη πριν το 2013, που παραγράφονται σχεδόν στο σύνολό τους στις 31-12-2018.