Οι υποθέσεις και οι απόπειρες για οικονομικές απάτες έφτασαν τις 4.979 το 2016, βάσει των στοιχείων της έκθεσης «Εκτίμησης Εθνικού Κινδύνου για τη Νομιμοποίηση Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και τη Χρηματοδότηση της Τρομοκρατίας», η οποία είδε σήμερα το φως της δημοσιότητας μέσω του υπουργείου Οικονομικών.
Στην έκθεση, από το σύνολο των οικονομικών αδικημάτων επιλέχθηκαν εκείνα με το υψηλότερο επίπεδο απειλής, δηλαδή τα αδικήματα της απάτης (συμπεριλαμβανομένης της απάτης με υπολογιστή και της πλαστογραφίας), καθώς και τα αδικήματα της λαθρεμπορίας και του παραεμπορίου λόγω συνάφειας.
Ανέκαθεν η πρακτική της απάτης αποτελούσε σημαντική και κερδοφόρα εγκληματική δραστηριότητα για μεμονωμένους δράστες και εγχώριες ομάδες του οργανωμένου εγκλήματος.
Πιο ειδικά, τα συνολικά κέρδη που αποκόμισαν οι εγκληματικές ομάδες που εξιχνιάστηκαν από τις αστυνομικές αρχές τα έτη 2015 και 2016, υπολογίζονται σε 3.600.000 και 2.630.000 ευρώ αντίστοιχα.
Εντούτοις, στο μεγαλύτερο μέρος των περιστατικών απάτης εμπλέκονται μεμονωμένα άτομα, τα οποία στοχεύουν σε πιο ευάλωτα θύματα (π.χ. ηλικιωμένους, πολίτες που επιδίδονται σε διαδικτυακές συναλλαγές προϊόντων και αγαθών), αποκομίζοντας πολύ χαμηλότερα έσοδα συγκριτικά με υποθέσεις, όπου τα θύματα είναι υπηρεσίες του δημοσίου τομέα ή/και εταιρείες.
Τα οργανωμένα κυκλώματα έχουν συχνά στην κατοχή τους εξοπλισμό για πλαστογράφηση εγγράφων ή απλώς συνεργάζονται με πλαστογράφους, καθώς και με επαγγελματίες άλλων τομέων (ιατρούς, δικηγόρους, συμβολαιογράφους κ.λπ.), με στόχο τη διευκόλυνση των εγκληματικών τους δραστηριοτήτων και την παρουσίαση τους ως πολυδιάσταστων.