Την αυξημένη αυτή νευρικότητα των αγορών επιβεβαίωσε μιλώντας προς τη Γερμανική Ραδιοφωνία Deutschlandfunk και ο επικεφαλής του οικονομικού ινστιτούτου Ifo του Μονάχου Κλέμενς Φουστ.
«Οι χρηματαγορές είναι ιδιαίτερα νευρικές διότι η ιταλική κυβέρνηση παρέκκλινε από την πορεία των προκατόχων της. Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε πει ότι θα μείωνε το έλλειμμα την ερχόμενη χρονιά στο 0,8% και ότι το 2020 θα πετύχαινε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό […]. Τώρα η κυβέρνηση προανήγγειλε ότι θα κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση και πως […] θα αυξήσει το έλλειμμα. Σε αυτό προστίθεται ότι αντιστρέφονται εν μέρει μεταρρυθμίσεις της παλιάς κυβέρνησης, όπως εκείνες στην αγορά εργασίας. Αυτό θα ζημιώσει την ανάπτυξη και προκαλεί μεγάλη ανησυχία στους επενδυτές».
Το δυσθεώρητο χρέος της Ιταλίας που ανέρχεται στα 2,3 τρις ευρώ, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι πολλές ιταλικές τράπεζες έχουν ιταλικά κρατικά ομόλογα στους ισολογισμούς τους δημιουργούν ένα εκρηκτικό και άκρως επικίνδυνο μείγμα, εκτιμά ο γερμανός οικονομολόγος:
«Ένα από τα διδάγματα της κρίσης χρέους ήταν ότι ακριβώς αυτή η διασύνδεση είναι άκρως επικίνδυνη. Οι ιταλικές τράπεζες έχουν ιταλικά κρατικά ομόλογα στους ισολογισμούς τους. Τώρα πέφτει η αξία τους λόγω της ανησυχίας των επενδυτών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι τράπεζες να καταγράφουν απώλειες και να αναγκάζονται να μειώνουν τη δανειοδότηση επιχειρήσεων. Με τη σειρά του αυτό οδηγεί σε μείωση των επενδύσεων, στο να ξοδεύουν λιγότερα οι καταναλωτές και εντέλει να επιδεινώνεται η οικονομική κατάσταση που τελικά επιβαρύνει τα δημοσιονομικά της χώρας. Όλα αυτά σημαίνουν ότι υπάρχει ένας φαύλος κύκλος κακών τραπεζών και κακών δημοσιονομικών που επιτείνει την κρίση».
Αγνοεί ή υποβαθμίζει η ιταλική κυβέρνηση αυτή την πραγματικότητα; «Ασφαλώς και τη γνωρίζει», απαντά ο Κλέμενς Φουστ, σύμφωνα νε την
Deutsche Welle. «Η συμπεριφορά της δείχνει ότι είτε θέλει απλώς να κερδίσει την εύνοια των ψηφοφόρων είτε να προκαλέσει μια κρίση ελπίζοντας ότι στη συνέχεια θα λάβει έξωθεν βοήθεια. Γι΄ αυτό και είναι πολύ σημαντικό να θωρακιστεί η υπόλοιπη Ευρώπη έναντι αυτής της κρίσης και να πουλήσουν για παράδειγμα, οι τράπεζες σε Γερμανία και σε άλλες χώρες τα ιταλικά κρατικά ομόλογα τώρα και να μην πουν όταν θα έχει ξεσπάσει η κρίση ‘τώρα ας μας σώσουν οι γερμανοί φορολογούμενοι’. Αυτό ισχύει και για τις γαλλικές και ισπανικές τράπεζες. Η υπόλοιπη Ευρώπη λοιπόν πρέπει να θωρακιστεί ενώ παράλληλα θα πρέπει φυσικά να συνομιλήσουμε με την ιταλική κυβέρνηση και να την μεταπείσουμε ότι είναι προς το συμφέρον όλων να αλλάξει πορεία».
Πόσο επικίνδυνη είναι όμως η κατάσταση για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης με δεδομένο μάλιστα ότι στην Ελλάδα οι τράπεζες δέχθηκαν το τελευταίο διάστημα μεγάλες πιέσεις;
«Η όλη κατάσταση είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη, κυρίως για την Ιταλία. Η μεταδοτικότητα όμως δεν είναι τόσο μεγάλη όσο στην τελευταία κρίση. Θα έλεγα ότι δεν υφίσταται καν. Στην Ελλάδα οι τράπεζες έχουν τα δικά τους προβλήματα, έχουν συχνά ακόμη περισσότερα κόκκινα δάνεια απ΄ ότι στην Ιταλία. Διαπιστώσουμε επίσης μικρότερο κίνδυνο μετάδοσης στην Πορτογαλία ή την Ισπανία και αυτό είναι θετικό. Παρά ταύτα η Ιταλία είναι μια μεγάλη και σημαντική χώρα και οικονομικά δέκα φορές μεγαλύτερη από την Ελλάδα. Αυτό σημαίνει ότι εάν χρεοκοπήσει όντως τότε θα έχουμε πράγματι μεγάλο πρόβλημα στην Ευρωζώνη και μια νέα κρίση. Η Ιταλία όμως είναι τόσο μεγάλη που δεν υπάρχει η δυνατότητα έξωθεν διάσωσης. Δεν γίνεται επίσης διότι μπορεί να σωθεί μόνον όποιος το θέλει και η ιταλική κυβέρνηση έχει διαμηνύσει επανειλημμένως ότι δεν θέλει να συνεργαστεί. Ίσως βέβαια η τωρινή κυβέρνηση να οδηγήσει τη χώρα στην κρίση, στη συνέχεια να γίνουν εκλογές και να έρθει μια νέα κυβέρνηση για να μαζέψει τα συντρίμμια των προηγούμενων. Ίσως στην περίπτωση αυτή να συμμετάσχουν τελικά οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι. Αυτό όμως θα ήταν άδικο και θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να αποφευχθεί».