Τον πήχη της για τις εκτιμήσεις για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας για το 2019 ρίχνει η Κομισιόν, προσδιορίζοντας τον ρυθμό στο 2%, σε αντίθεση με το προσχέδιο του προϋπολογισμού το οποίο τοποθετεί την ανάπτυξη στο 2,5%.
Στις φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν οι οποίες δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 2% για την ελληνική οικονομία, κάθε χρόνο από το 2018 έως και το 2020 (το καλοκαίρι μιλούσε για 1,9% του ΑΕΠ φέτος και 2,3% του ΑΕΠ το 2019).
Η Ελλάδα βγήκε από το πρόγραμμα και η ανάπτυξη επιστρέφει αν και αδυναμίες παραμένουν σημειώνει η Κομισιόν στην ανάλυσή της για τη χώρα μας και τονίζει ότι η συνέχιση του μεταρρυθμιστικού μομέντουμ είναι σημαντική για την τόνωση της εμπιστοσύνης και των επενδύσεων. Η ανεργία ανακάμπτει, τονίζει και οι εξαγωγές αναμένεται να πάνε καλά σε σχέση με τα ιστορικά δεδομένα. Σταθερή ανάπτυξη σε συνδυασμό με χαμηλές ανάγκες χρηματοδότησης και υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα αναμένεται να βοηθήσουν στη σημαντική μείωση του δείκτη χρέος/ΑΕΠ.
Η έκθεση σημειώνει ότι οι προβλέψεις για την Ελλάδα στηρίζονται σε ένα σενάριο που δεν θα αλλάξουν τα δημοσιονομικά μέτρα 2019-2020 (σ.σ. συντάξεις, αφορολόγητο) με επιπτώσεις για την μακροοικονομική εικόνα και έτσι δεν είναι απόλυτα συγκρίσιμες με τις προηγούμενες. Μόλις σημειώνει το δημοσιονομικό πακέτο για την επίτευξη του 3,5% του ΑΕΠ οριστικοποιηθεί οι προβλέψεις μπορεί να διαφοροποιηθούν.
Υπό αυτό το πρίσμα εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι 3,9% του ΑΕΠ το 2018, 4,1% του ΑΕΠ το 2019 και 4% του ΑΕΠ το 2020 (σ.σ. στις εαρινές προβλέψεις η εκτίμηση για το 2018 ήταν 3,7% του ΑΕΠ και για το 2019 3,7% του ΑΕΠ)
Στις υπόλοιπες προβλέψεις, οριακά βελτιωμένες είναι οι εκτιμήσεις για την πορεία της ανεργίας ( 19,6% του εργατικού δυναμικού φέτος έναντι προηγούμενης πρόβλεψης 20,1% και 18,2% το 2019 έναντι 18,4%), το δημοσιονομικό πλεόνασμα προβλέπεται σταθερό στο 0,6% του ΑΕΠ στην τριετία με την νεότερη εκτίμηση να είναι ελαφρά βελτιωμένη ( 0,4% και 0,2% οι προηγούμενες για τη διετία 2018-19) ενώ καλύτερες είναι οι εκτιμήσεις και για το διαρθρωτικό πλεόνασμα (4% του ΑΕΠ φέτος αντί για 2,5% και 2,3% του χρόνου αντί για 1,6%).
Στο χρέος, η εικόνα είναι χειρότερη για φέτος καθώς προβλέπεται εκτίναξη στο 182,5% του ΑΕΠ ( προηγούμενη πρόβλεψη 177,8%) . Στη συνέχεια όμως προβλέπεται σημαντική αποκλιμάκωση στο 174,9% του ΑΕΠ το 2019 και στο 167,4% του ΑΕΠ το 2020.
Η ανάπτυξη
Όπως σημειώνεται, μετά από ένα ισχυρό πρώτο τρίμηνο με ετήσια ανάπτυξη 2,5% υπήρξε κάμψη στο δεύτερο με το ποσοστό στο 1,8%. Η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε δυναμικά και οι εξαγωγές κατέγραψαν ισχυρή τρίμηνο ανάπτυξη 3,9%, κυρίως χάρις στις υπηρεσίες. Ωστόσο οι εισαγωγές ανέκαμψαν ισχυρά οπότε το τελικό αποτέλεσμα από το εξωτερικό εμπόριο για την ανάπτυξη ήταν αρνητικό. Οι επενδύσεις παρέμειναν στάσιμες, ενώ η δημόσια κατανάλωση μειώθηκε.
Ολες οι εκτιμήσεις σύμφωνα με την Κομισιόν στηρίζονται στο ότι δεν θα αλλάξει το δημοσιονομικό πακέτο 2019 και 2020 (περικοπές συντάξεων, αφορολόγητου και τα αντίμετρα). Αυτό θα οδηγήσει σε πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% του ΑΕΠ φέτος (με βάση τους ορισμούς του προγράμματος). Οι διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό του 2019 βρίσκονται σε εξέλιξη, σημειώνει, και τονίζει ότι το τελικό πακέτο μέτρων θα οδηγεί σε πρωτογενές αποτέλεσμα 3,5% του ΑΕΠ για το 2019. Σε αυτό το πλαίσιο εκτιμά η ανάπτυξη θα είναι υψηλότερη και θα φτάσει το 2,3% του ΑΕΠ το 2019-20, ποσοστό που ευθυγραμμίζεται με τις προηγούμενες προβλέψεις.
Η δημοσιονομική υπεραπόδοση
Στο σενάριο της μη αλλαγής πολιτικής, η Ελλάδα αναμένεται να υπεραποδώσει φέτος, το 2019 και το 2020 των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος που συμφωνήθηκαν τον Ιούνιο. Βασικοί «οδηγοί» για το εμφανιζόμενο δημοσιονομικό περιθώριο είναι το «κενό» στην οικονομική παραγωγή, που παραμένει μεγάλο, τα αυξανόμενα οφέλη των προηγούμενων συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων και τα «πλαφόν» στις δαπάνες υγείας και στις νέες προσλήψεις, που βοηθούν ώστε να διατηρηθεί υπό έλεγχο η δυναμική των δαπανών.
Η πρόβλεψη στο σενάριο της μη αλλαγής πολιτικής υποθέτει πως η εφαρμογή του μεταμνημονιακού πακέτου που νομοθετήθηκε το 2017 θα τεθεί σε ισχύ το 2019 και το 2020, με γενικά δημοσιονομικά ουδέτερο τρόπο. Οι αρχές έχουν επαναλάβει τη δέσμευσή τους να επιτύχουν τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ που συμφωνήθηκε με το Eurogroup τον Ιούνιο του 2018. Την ίδια ώρα, το προσχέδιο προϋπολογισμού της Ελλάδας δείχνει την πρόθεση της κυβέρνησης να αντικαταστήσει τα μέτρα που προ-νομοθετήθηκαν για το 2019 με ένα εναλλακτικό πακέτο πολιτικής. Το ύψος και ο σχεδιασμός του συμβιβαστικού πακέτου παραμένουν υπό συζήτηση και δεν έχουν συμπεριληφθεί στην τρέχουσα πρόβλεψη.
Ενώ οι συνεχιζόμενες βελτιώσεις στην είσπραξη φόρων αντιπροσωπεύουν ένα ανοδικό ρίσκο, ωστόσο υπάρχουν σημαντικά πτωτικά ρίσκα, όπως οι συνεχιζόμενες δικαστικές υποθέσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια μερική ανάκληση παλαιότερων μεταρρυθμίσεων και να οδηγήσουν σε αύξηση των δημοσιονομικών οφειλών. Επιπλέον πίεση θα μπορούσε να προκύψει από νέες πρωτοβουλίες πολιτικής που θα επηρεάζουν τον «λογαριασμό» των μισθών στο δημόσιο.
Γενικά, υπό το σενάριο της μη αλλαγής πολιτικής, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να παραμείνει σταθερό στο 0,6% του ΑΕΠ κατά τον προβλεπόμενο ορίζοντα. Εν όψει του προβλεπόμενου περιορισμού του χάσματος στην οικονομική παραγωγή, το διαρθρωτικό ισοζύγιο προβλέπεται να μειωθεί σταδιακά από το περίπου 4% του ΑΕΠ το 2018 στο 1,5% του ΑΕΠ το 2020. Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας αναμένεται να κορυφωθεί στο 182,5% φέτος και να μειωθεί στο 167,4% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 λόγω της πρόβλεψης για ανάκαμψης της ανάπτυξης και για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.